Η Πηνελόπη Δέλτα μπήκε δυναμικά, πολύ νωρίς στη ζωή μου.
Η μητέρα μου, που την είχε διαβάσει και αγαπήσει κι εκείνη στην αντίστοιχη ηλικία, είχε σπεύσει να μου αγοράσει τα βιβλία της, μιλώντας μου με μεταδοτικό ενθουσιασμό για τον Τρελαντώνη, τον Μάγκα, το Παραμύθι χωρίς όνομα, που ήταν τα πρώτα μου αναγνώσματα, η πρώτη μου γνωριμία με τη Δέλτα, για να ακολουθήσουν λίγο αργότερα, Στα μυστικά του βάλτου, Για την Πατρίδα, Στον καιρό του Βουλγαροκτόνου.
Ο Τρελαντώνης, η Πουλουδιά, η Αλεξάνδρα, ο μικρός Αλέξανδρος, η οικογένειά τους και οι φίλοι τους, έγιναν αμέσως εντελώς οικείοι, κάτι σαν συγγενείς μας.
Παραδόξως, το παρελθόν, όπου εκτυλίσσεται το βιβλίο, καθώς και η γλώσσα, που αν και δημοτική και εξαιρετικά ζωντανή, διατηρούσε τις παλιομοδίτικες εκφράσεις της εποχής της, δεν αποτελούσε κανένα εμπόδιο για εμάς τα παιδιά των αρχών της δεκαετίας του ’70. Αντιθέτως, ο τρόπος έκφρασης μιας περασμένης εποχής μου κέντριζε τρομερά το ενδιαφέρον. Το ίδιο και η περιγραφή της Αθήνας της τελευταίας εικοσαετίας του 19ου αιώνα, με τα γνώριμα μέρη της πόλης, όμοια και αλλιώτικα μαζί.
Στους ήρωες της Δέλτα, παραβλέποντας τα διαφορετικά ντυσίματα και τους αυστηρούς κανόνες της εποχής, έβλεπα στην ουσία παιδιά ίδια με εμάς· με τη ζωηράδα τους, τις σκανδαλιές τους, αλλά πάνω απ’ όλα έβλεπα ανθρώπους, τον καθένα με την προσωπικότητά του, με τη δική τους κρίση, με το θάρρος της γνώμης τους, αλλά κυρίως τους δικούς τους ηθικούς κώδικες, πράγμα που μ’ έκανε να αγαπήσω και να εκτιμήσω τη συγγραφέα δια βίου.
Ακόμα και με τον Μάγκα ταυτίστηκα, κι ας μιλάμε για σκύλο.
Γιατί ποιό ανήσυχο παιδί, ή σκύλος, δεν λαχτάρησε να αφήσει για λίγο την ασφάλεια του σπιτιού του και του προνομιούχου προαστίου του και να περιπλανηθεί στον κόσμο με οδηγό έναν αλήτη φιλαράκο, έτσι ώστε επάξια να κερδίσει το όνομα «Μάγκας»;
Με έναν τολμηρό και πολιτικά ανορθόδοξο, για τα σημερινά δεδομένα, τίτλο παιδικού βιβλίου που η Πηνελόπη Δέλτα είχε τη μαγκιά να επιλέξει, κατάφερε, μόλις το 1932, να μιλήσει για τη χαρά της ελευθερίας και της περιπλάνησης, για τη γνωριμία με το διαφορετικό, πράγματα πολύ μπροστά από την εποχή τους, και όλα αυτά, γραμμένα με χιούμορ, βαθιά γνώση της ιστορίας, χωρίς διδακτισμό, κάτι που τα παιδιά απεχθάνονται. Η Πηνελόπη βέβαια, δεν είχε ανάγκη από τέτοια τεχνάσματα που χρησιμοποιούν κατά κανόνα ήσσονες συγγραφείς.
Αν και η Δέλτα διαβάστηκε και αγαπήθηκε από εκατομμύρια παιδιά και μεγάλους και επαινέθηκε από την κριτική, παρόλα αυτά εισέπραξε την ψυχρή υποδοχή της αριστεράς, όπως γινόταν συνήθως με συγγραφείς είτε μεγαλοαστικής καταγωγής, είτε όταν μέσα στην πατριδολατρεία τους, ανιχνευόταν κάποιος εθνικισμός, που στην περίπτωση της Πηνελόπης Δέλτα βέβαια, ίσχυαν και τα δύο. Το μόνο της ελαφρυντικό, για τους αριστερούς που ενέδωσαν τελικά και την διάβασαν, ήταν το γεγονός ότι η Δέλτα υπήρξε δηλωμένη δημοτικίστρια, μια που η καθιέρωση της δημοτικής γλώσσας ήταν πάγιο αίτημα της αριστεράς. Όπως και να ʼχει, εφόσον τη διάβασαν κερδισμένοι βγήκαν.
Στο σπίτι μας ζήσαμε κι εμείς τον δικό μας εθνικό διχασμό. Η μητέρα μου, που προερχόταν από οικογένεια Βενιζελικών, όλοι μεγαλωμένοι με την Πηνελόπη Δέλτα, είχαν ενστερνιστεί εκφράσεις και ατάκες από τους ήρωές της κι έτσι, τρεις γενιές επικοινωνούσαμε μέσα στο σπίτι με τον κώδικα Δέλτα. Ο πατέρας μου, αν και διαβαστερός από παιδί, έχασε τότε αυτήν την ευκαιρία. Επηρεασμένος από τη στάση της αριστεράς, σνόμπαρε την Πηνελόπη Δέλτα και προτιμούσε προφανώς βιβλία άλλου τύπου, δημοφιλή εκείνη την εποχή ανάμεσα στους νεαρούς επαναστάτες και που βέβαια θα ενέκριναν οι καθοδηγητές τους, όπως φαντάζομαι. Πολλά χρόνια αργότερα, μεγάλος πια, όταν κυκλοφόρησαν Οι πρώτες ενθυμήσεις της Δέλτα, και φυσικά είχε αναθεωρήσει πλήρως όλες αυτές τις προκαταλήψεις, τον θυμάμαι να έχει πέσει με τα μούτρα στην ανάγνωση.
Το 1971 που διάβασα τον Μεγάλο περίπατο του Πέτρου της Άλκης Ζέη ενθουσιάστηκα μ’ αυτήν την εντελώς διαφορετική, από ό,τι είχαμε μέχρι τότε συνηθίσει, γραφή. Δεν μπορώ όμως να μην αναγνωρίσω πως τόσο η Άλκη Ζέη όσο και η Ζωρζ Σαρή, συγγραφείς που δικαίως γνώρισαν μεγάλη επιτυχία στη δική μου γενιά, αλλά και στις επόμενες, οφείλουν πολλά στην Πηνελόπη Δέλτα.
Γιατί πρώτη εκείνη τοποθέτησε το παιδί στο κέντρο της ιστορίας και του έδωσε τον ρόλο του αφηγητή, βουτώντας βαθιά και θαρραλέα μέσα στην ψυχή του, φέρνοντας στην επιφάνεια τις σκέψεις του, τις ευαισθησίες του, τις αδυναμίες του, την κριτική ματιά του στον κόσμο, ανοίγοντας έτσι τον δρόμο για μια σπουδαία, πιο σύγχρονη λογοτεχνία για όλους, όπως τον Μεγάλο περίπατο του Πέτρου και Το καπλάνι της βιτρίνας της Άλκης Ζέη, που διαβάζεται από παιδιά και μεγάλους με την ίδια απόλαυση.

