Ένα σχόλιο για τη (μη) βία με αφορμή την περίπτωση της Ουκρανίας
Απορρίπτουμε τις αποφάσεις που περιλαμβάνουν την προσθήκη
περισσότερων όπλων στη σύγκρουση και την αύξηση
των πολεμικών προϋπολογισμών. Απορρίπτουμε τa αφηγήματα
για την ασφάλεια που ενισχύουν την αυταρχική λογική
και τη στρατιωτικοποίηση. Όχι στο όνομά μας.
Feminist Resistance Against War. A Manifesto (2022)[1]
Ούσα μέλος του κινήματος ειρήνης της δεκαετίας του ’80
του περασμένου αιώνα, ήμουν πεπεισμένη ότι ήμουν
πραγματική πασιφίστρια. Ωστόσο, μετά τη ρωσική κατοχή
της Κριμαίας τον Μάρτιο του 2014 και την υποστηριζόμενη
από τη Ρωσία στρατιωτική κατάληψη των ανατολικών ουκρανικών
επαρχιών του Ντονέτσκ και του Λουχάνσκ, ξέρω ότι δεν
είμαι. Όχι μόνο κατανόησα την απόφαση της Ουκρανικής
κυβέρνησης να υπερασπιστεί ενεργά τη χώρα με τις
Ένοπλες Δυνάμεις, αλλά την καλωσόρισα ολόψυχα ως τον μόνο
τρόπο που απέμεινε για να συγκρατηθεί το κακό της
καταστροφής ενός έθνους, μιας κοινωνίας, ενός πολιτισμού,
μιας εκκολαπτόμενης δημοκρατίας και του θεμελιώδους
δικαιώματος ύπαρξης.
Heleen Zorgdrager (2024)[2]
Οι πόλεμοι αλλάζουν τα πάντα: επηρεάζουν τις υφιστάμενες πολιτικές, τη συνύπαρξη στην κοινωνία και την ατομική ζωή. Επιδρούν ακόμα και στις έμφυλες σχέσεις και διακρίσεις. Στον πόλεμο, οι πατριαρχικές κοινωνικές δομές που μπορεί να έχουν προ πολλού ξεπεραστεί επανέρχονται στο προσκήνιο ή αναδύονται από την ανάγκη νέα πρότυπα, νέοι συσχετισμοί και στρατηγικές για τις γυναίκες. Ο πόλεμος επιδρά και στις απόψεις και στις στάσεις των φεμινιστριών απέναντί του.
Η Cynthia Enloe, ειδική στο θέμα της σχέσης των γυναικών και του μιλιταρισμού (στρατοκρατίας), αναδεικνύει τον τρόπο με τον οποίο οι κοινωνικές και πολιτικές επιδράσεις που συνδέονται και καθορίζουν τον πόλεμο –από τη στρατολόγηση στρατιωτών και την οικονομική κατάρρευση έως τις σεξουαλικές επιθέσεις και τα αναπαραγωγικά δικαιώματα (και την άρνησή τους)– είναι βαθιά διαφοροποιημένες ως προς το φύλο. H Enloe επιμένει πως πρέπει να δώσουμε προσοχή στις ζωές των γυναικών πριν, κατά τη διάρκεια και μετά τον πόλεμο και να διακρίνουμε τις διαφορετικές εμπειρίες τους, την πολυδιάσταση φύση του πεδίου μάχης και να κατανοήσουμε την πολυπλοκότητα της ζωής τους και της εμπρόθετης δράσης τους σε περίοδο πολέμου.[3] Ουσιαστικά η Enloe μας καλεί να μην εξαντλήσουμε την άποψη που έχουμε για τη θέση των γυναικών στον πόλεμο, στην εικόνα μιας γυναίκας που κλαίει πάνω από το νεκρό σώμα του συζύγου ή του παιδιού της. Οι γυναίκες δεν είναι μόνο θύματα του πολέμου αλλά και εμπρόθετα υποκείμενα που παίρνουν πρωτοβουλίες. Συχνά, μάλιστα, αναλαμβάνουν δράσεις στο πεδίο της μάχης, ειδικά στη σημερινή εποχή, στον «υβριδικό» πόλεμο που διεξάγει η Ρωσία εναντίον της Ουκρανίας, πεδίο μάχης είναι κάθε κατοικημένη περιοχή, κάθε σπίτι που κάποτε ήταν ασφαλές, κάθε νοσοκομείο όπου τραυματίες παλεύουν με τον θάνατο, κάθε σώμα γυναίκας ή κοριτσιού που έχει υποστεί σεξουαλική βία.[4]
Αν εξετάσουμε, όμως, την εμπρόθετη δράση των γυναικών στον πόλεμο, την ελεύθερη συμμετοχή τους σε ένοπλες επιχειρήσεις, όπως για παράδειγμα συμβαίνει στην περίπτωση της Ουκρανίας με τις γυναίκες που εντάσσονται στον Ουκρανικό στρατό, θα βρεθούμε αντιμέτωπες με μια πολιτική αντιπαράθεση που θεμελιώνεται σε ένα ουσιαστικό ηθικό δίλημμα μεταξύ της χρήσης βίας και της μη χρήσης βίας, μεταξύ πασιφισμού και μιλιταρισμού. Ενώ συνήθως οι φεμινίστριες υιοθετούν μια ειρηνοποιητική στάση, η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία «ταρακούνησε» τον πασιφισμό πολλών γυναικών, μεταξύ των οποίων ήταν και χριστιανές γυναίκες. Έτσι τον Ιούλιο του 2022, Ουκρανές φεμινίστριες δημοσίευσαν ένα μανιφέστο για Το δικαίωμα στην αντίσταση[5], ως απάντηση σε ένα άλλο φεμινιστικό μανιφέστο που δημοσιεύτηκε τον Μάρτιο του 2022 από φεμινίστριες της Δύσης και του υπόλοιπου κόσμου με τίτλο Φεμινιστική αντίσταση εναντίον του πολέμου.[6] Το δικαίωμα στην αντίσταση γίνεται κατανοητό ως το ανθρώπινο δικαίωμα που μπορεί να λάβει τη μορφή ένοπλης αντίστασης και ασκείται στην πραγματική πολιτική στην Ουκρανία. Αυτό εκδηλώνεται στο υψηλό ποσοστό γυναικών που συμμετέχουν στον Ουκρανικό στρατό. Από την έναρξη του πολέμου, ερευνητές του φύλου, φεμινίστριες κάθε είδους αλλά και χριστιανοί προσπαθούν να βρουν την κατάλληλη στάση ενώπιον του πολέμου και της ειρήνης και την κατάλληλη θέση μεταξύ αλληλεγγύης στις Ουκρανές γυναίκες και χειραφέτησης από την πατριαρχική βία του πολέμου.
Ο φεμινισμός πράγματι απορρίπτει τον πόλεμο επειδή νομιμοποιεί τη βία, που κατά κύριο λόγο εκτελείται από άντρες. Αντίστοιχα, οι χριστιανές φεμινίστριες έχουν έναν επιπλέον λόγο να απορρίπτουν τον πόλεμο: τα λόγια του Κυρίου στην επί του Όρους Ομιλία δεν αφήνουν περιθώρια για θεολογική δικαίωση της βίας (Μακάριοι όσοι φέρνουν την ειρήνη στους ανθρώπους, γιατί αυτοί θα ονομαστούν παιδιά του Θεού, Ματθαίος 5:9). Τι συνέβη με τις γυναίκες της Ουκρανίας που εντάχθηκαν στον στρατό; Σύρθηκαν από την ανδροκρατούμενη κρατική ηγεσία στο να αποδεχθούν το στρατιωτικοποιημένο σύστημα; Ή, μήπως, με τη συμμετοχή τους στον πόλεμο κάνουν ένα βήμα στο να διαλύσουν την πατριαρχία; Με άλλα λόγια, μήπως αγωνιζόμενες ενάντια σε ένα ιμπεριαλιστικό καθεστώς που δικαιολόγησε τον πόλεμο που κήρυξε εναντίον ενός γειτονικού κράτους ως νόμιμη υπεράσπιση του Χριστιανικού πολιτισμού του Ρωσικού κόσμου, ο οποίος απειλείται από την «αμαρτωλή» Δύση, οι γυναίκες της Ουκρανίας αγωνίζονται ενάντια στο κακό, υπερασπιζόμενες τον εαυτό τους και τον πλησίον τους;[7] Από την άλλη, όμως, ακόμα και αν δεχτούμε πως η Ρωσική επίθεση ενάντια στην Ουκρανία είναι άδικη, η άσκηση βίας είναι ποτέ δικαιολογημένη θεολογικά;
Σε κείμενο σχετικά με φλέγοντα ζητήματα της σύγχρονης ζωής, επιφανείς Ορθόδοξοι θεολόγοι με την ευλογία του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου, συστηματοποιούν τη διδασκαλία της Εκκλησίας σχετικά με την ειρήνη και τον πόλεμο. Η ειρήνη, σύμφωνα με τη θεολογική τους τοποθέτηση, δεν είναι μια «συμβατική κατάσταση εκεχειρίας επιβεβλημένης σε έναν εκ φύσεως βίαιο κόσμο. Συνιστά μάλλον αποκάλυψη της βαθύτερης πραγματικότητας της δημιουργίας όπως τη θέλησε και τη σχεδίασε ο Θεός κατά τις αιώνιες βουλές Του».[8] Η ειρήνη που εμείς γνωρίζουμε και βιώνουμε και επιδιώκουμε με διάφορους τρόπους, όπως η διπλωματία, ο διάλογος κ.ά., είναι η αποκατάσταση της δημιουργίας στην αληθινή της μορφή, αν και μόνο εν μέρει. Η αληθινή ειρήνη ορίζεται σε εσχατολογική προοπτική καθώς «είναι η ίδια η παρουσία του Θεού ανάμεσά μας».[9] Το συγκεκριμένο κείμενο υπενθυμίζει ότι η Εκκλησία τιμάει ως αγίους εκείνους τους ανθρώπους που προτίμησαν να θυσιάσουν τη βασιλεία τους και τη ζωή τους, προκειμένου να μη βιαιοπραγήσουν εναντίον άλλων υπερασπιζόμενοι τη ζωή τους και τα υπάρχοντά τους. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως η προσφορά της ίδιας της ζωής μας για την ειρήνη αποτελεί την ιδεώδη ανθρώπινη συμπεριφορά, όπως την υπέδειξε ο Χριστός κατά τη διάρκεια της επίγειας διακονίας Του.[10] Εντούτοις, οι συντάκτες του κειμένου αναγνωρίζουν ότι από ιστορική άποψη, η αντίδραση της Ορθόδοξης Εκκλησίας απέναντι στον πόλεμο, στη βία και στην καταπίεση ποτέ δεν ήταν αυστηρά ειρηνιστική, καθώς αναγνωρίζει την τραγική αναγκαιότητα της βίας που καλούνται να χρησιμοποιήσουν άτομα, κοινότητες και κράτη προκειμένου να υπερασπιστούν εαυτούς και αλλήλους από κάθε άμεση απειλή.[11] Όπως αναφέρουν: «Η αυτοάμυνα που δεν συνοδεύεται από μοχθηρία είναι συγγνωστή, ενώ η υπεράσπιση των καταπιεσμένων έναντι των καταπιεστών τους αποτελεί συχνά ηθική υποχρέωση· κάποιες φορές όμως, κατά τραγικό τρόπο, τίποτε από αυτά δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς τη συνετή χρήση βίας».[12]
Θα έλεγε κάποιος πως το συγκεκριμένο κείμενο που εκφράζει το κοινωνικό ήθος της Ορθόδοξης Εκκλησίας βρίσκεται σε συμφωνία με τις θέσεις των γυναικών που συμμετέχουν στον πόλεμο υπερασπιζόμενες το Ουκρανικό κράτος. Ουσιαστικά θεωρούν οι φεμινίστριες της Ουκρανίας που στηρίζουν τη χρήση βίας ενάντια στη Ρωσία πως από την πλευρά της Ουκρανίας η χρήση βίας αποτελεί αυτοάμυνα και για τον λόγο αυτό μάς [τη διεθνή κοινή γνώμη και τις κυβερνήσεις των άλλων κρατών] καλούν να συμπαρασταθούμε στην προσπάθειά τους.
Για τις φεμινίστριες της Ουκρανίας και μάλιστα τις χριστιανές φεμινίστριες, η υποστήριξη της βίας για την άμυνα της χώρας τους ή ακόμα η συμμετοχή τους στις πολεμικές συρράξεις δεν είναι μια εύκολη υπόθεση. Τον πόλεμο οι φεμινίστριες δεν τον θεωρούν ούτε ιερό ούτε δίκαιο με τον τρόπο που η Ρωσική πλευρά τον έχει δικαιολογήσει ως πόλεμο εναντίον της αμαρτωλής Δύσης και υπέρ του Χριστιανικού πολιτισμού του Ρωσικού κόσμου και της αποκατάστασης των παραδοσιακών αξιών και των «φυσικών» ρόλων των δύο φύλων.[13]
Οι χριστιανές φεμινίστριες προσπαθούν να λάβουν υπόψη την εμπειρία των γυναικών και να αναπτύξουν μια επιχειρηματολογία που αντλεί στοιχεία από την προσέγγιση που είναι γνωστή ως «δίκαιη ειρήνη». Η προσέγγιση που εστιάζει στη δίκαιη ειρήνη έχει στοιχεία κοινά με την παράδοση του δίκαιου πολέμου, αλλά εστιάζει στο μέλλον και δεν αποτελεί ένα δόγμα που μπορεί να εφαρμοστεί σε κάθε περίπτωση. Η προσέγγιση που εστιάζει στη δίκαιη ειρήνη εστιάζει στο μέλλον, στη μελλοντική συνύπαρξη και συμφιλίωση των αντιμαχόμενων πλευρών και δεν ακολουθεί πάντα τον ίδιο δρόμο για να επιτύχει τον στόχο της, αλλά εξετάζει την κάθε περίπτωση ξεχωριστά. Επιπλέον, η απόλυτα ειρηνιστική προσέγγιση στο πλαίσιο της Ουκρανίας συνδέεται με ένα κίνημα πασιφιστικό, που ιδρύθηκε το 2019, αλλά δεν είναι κυρίαρχο ή δημοφιλές.[14] Αντίθετα, οι άνθρωποι που τα τελευταία χρόνια πρωτοστάτησαν στη Μη Βίαιη Επικοινωνία και παρείχαν εκπαίδευση και εργάζονται για την επίλυση συγκρούσεων μεταξύ αντιμαχόμενων ομάδων της ουκρανικής κοινωνίας, τώρα υποστηρίζουν ανοιχτά την ένοπλη υπεράσπιση της χώρας τους.[15]
Το δίλημμα «συνέχιση της βίας ή χρήση βίας για την ανακοπή της» που γεννήθηκε από την τραγική πραγματικότητα της ανθρώπινης αμαρτίας είναι δύσκολο για την ειρηνιστική ηθική των φεμινιστριών χριστιανών (η μη) γυναικών στο πλαίσιο του πολέμου στην Ουκρανία. Όπως λέει η Butler: «Ό,τι και αν αποδειχθεί πως σημαίνει το ‘να κάνεις το σωστό’, χρειάζεται να προηγηθεί η αποτίμηση του διχασμού ή της πάλης που ορίζει εξαρχής την ηθική απόφαση».[16]
[1] Διαθέσιμο στο https://spectrejournal.com/feminist-resistance-against-war/ (επίσκεψη 17/4/2025).
[2] Προσωπική μαρτυρία στο άρθρο της Heleen Zorgdrager, «Gender, war, and religion: Feminist perspectives on pathways to just peace», Feminist Theology 33: 1 (2024) 462.
[3] Cynthia Enloe, Twelve Feminist Lessons of War, London: Footnote Press, 2023.
[4] Για τη συμμετοχή των γυναικών στον πόλεμο στην Ουκρανία και για τις επιπτώσεις στη ζωή τους βλ. UN Women & CARE International, Rapid Gender Analysis of Ukraine, 2022 διαθέσιμο στο https://www.unwomen.org/sites/default/files/2022-05/Rapid-Gender-Analysis-of-Ukraine-en.pdf
(επίσκεψη 17/4/2025)· CARE International, Rapid Gender Analysis of Ukraine, 2024 διαθέσιμο στο https://www.care.de/media/websitedateien/care-allgemeines/publikationen/advocacy/care-rga-ukraine-2024.pdf (επίσκεψη 17/4/2025)· Phillips SD and Martsenyuk T., «Women’s agency and resistance in Russia’s war on Ukraine: from victim of the war to prominent force», Women’s Studies International Forum 98: 3 (2023) και Tamara Martsenyuk, «Women’s participation in the defense of Ukraine in the war against Russia», Journal of the European Society of Women in Theological Research 32 (2024) 47-60.
[5] Διαθέσιμο στο https://commons.com.ua/en/right-resist-feminist-manifesto/ (επίσκεψη 17/4/2025)
[6] Διαθέσιμο στο https://spectrejournal.com/feminist-resistance-against-war/ (επίσκεψη 17/4/2025)
[7] Το εν λόγω ερώτημα φαίνεται να θέτει η φεμινίστρια θεολόγος, ειδική στο θέμα του πολέμου στην Ουκρανία και στις θεολογικές προεκτάσεις του, Heleen Zorgdrager στο άρθρο της «Gender, war, and religion: Feminist perspectives on pathways to just peace», Feminist Theology 33: 1 (2024) 461-477.
[8] π. Ιωάννης Χρυσαυγής, David Bentley Hart (επιμ.), Υπέρ της του κόσμου ζωής: Μια ορθόδοξη χριστιανική προσέγγιση στα φλέγοντα ζητήματα της σύγχρονής ζωής, μτφρ. Νικόλαος Ασπρούλης, εκδ. Ακρίτας, Αθήνα, 2024, 95-96.
[9] Στο ίδιο, 96.
[10] Στο ίδιο, 96.
[11] Στο ίδιο, 97-99.
[12] Στο ίδιο, 97.
[13] Για το πώς δικαιολογεί και δικαιώνει τον πόλεμο η Ρωσική κυβέρνηση και η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία βλ. Petr Kratochvíl and Míla O’Sullivan, «A war like no other: Russia’s invasion of Ukraine as a war on
gender order», European Security, 32: 3, (2023) 347–366 διαθέσιμο στο https://www.tandfonline.com/doi/epdf/10.1080/09662839.2023.2236951?needAccess=true
[14] Zorgdrager, «Gender, war, and religion», 468.
[15] Λυδία Λόζοβα, «Περί μη-βίας, άμυνας και νίκης στο πλαίσιο της ρωσικής επίθεσης στην Ουκρανία», Public Orthodoxy, 17/5/2023 διαθέσιμο στο https://publicorthodoxy.org/el/2023/05/17/13169/ (τελευταία πρόσβαση 18/4/2025)
[16] Judith Butler, Η δύναμη της μη βίας, μτφρ. Γιώργος Καράμπελας, εκδ. Αλεξάνδρεια, Αθήνα, 2022, 12.