Ζωγραφική: Θανάσης Μακρής

Αλεξάνδρα Ζερβού

Δύο ποιήματα

ΑΓΝΩΣΤΕΣ ΛΕΞΕΙΣ

Βαθύτατα συγκινημένες,
σπουδές σωμάτων και ψυχών,
τις απαντούσες στ’ ακρογιάλι,
στις θορυβώδεις αγορές του άστεως
και των τριόδων τους συνωστισμούς.
Κι άλλες καλλίφωνες και σπάνιες,
τις γνώρισες στα σπουδαστήρια,
και στις σχολές και τ’ αρχαιοπωλεία.
Όλες μαζί, να συγκροτούν αρμονικά
κύκλιους χορούς κι ερωτικά ντουέτα,
κομμούς ελληνικούς, χρησμούς,
μελίρρυτες παραμυθίες…
Ντίβες, να τραγουδούν για θεατές
που βρέθηκαν σε λάθος αίθουσα,
τυλίγονται στη βελουδένια λήθη τους
κι αποχωρούν, όλο αρχοντιά και χάρη.
Ωραίες άγνωστες και παρερμηνευμένες.

Η ΣΤΑΧΤΟΠΟΥΤΑ ΔΙΑΒΑΖΕ ΑΡΧΙΛΟΧΟ

Απέρριψε τα γυάλινα γοβάκια
και την ασήκωτη εσθήτα της
με τη ζωγραφισμένη γη,
τον ουρανό, τη θάλασσα.
Με βέλη, καρφωτά στην πλάτη,
τράπηκε σε φυγή κι επέζησε.
Με τις κατάρες των εφέστιων
και τ’ αναθέματα των αδερφών της,
η πολιτεία την εξόρισε.

Περιπλανώμενη για δεκαετίες,
μ’ ένα ραβδί ν’ ανακαλύπτει τις πηγές
κι ένα πανάλαφρο σακούλι με βότανα,
ποτέ της δεν αιτήθηκε παραγραφή,
ούτε ονειρεύτηκε τη μέρα του νόστου της.
Και πια, μεγάλη και σοφή, ταξιδεμένη,
δίπλωσε το χαρτί της αμνηστίας
σε καραβάκι, για να πλέει στο πέλαγος.
Δεν κοίταξε ποτέ της πίσω. Δεν μετάνιωσε.

Δεν κοίταξα ποτέ μου πίσω.
Δεν διδάχτηκα.

Κύλιση στην κορυφή