Αντώνης Ζέρβας, Μονοί Λόγοι. Δοκίμια, άρθρα, συνομιλίες, εκδ. Περισπωμένη, Αθήνα 2017.
Το κείμενο αυτό εκφωνήθηκε στην παρουσίαση του βιβλίου του Αντώνη Ζέρβα Μονοί Λόγοι. Δοκίμια, άρθρα, συνομιλίες (εκδ. Περισπωμένη, εν Αθήναις 2017), που πραγματοποιήθηκε την 17η Δεκεμβρίου 2017 στο βιβλιοπωλείο Ιανός. Εδώ είναι εμπλουτισμένο με παραπομπές στο βιβλίο, έτσι ώστε να θεμελιωθεί εναργέστερα η ανάλυση του βιβλίου και συγχρόνως ο αναγνώστης να έρθει σε εγγύτερη σχέση με το συγκεκριμένο έργο του Ζέρβα. Η εστίαση γίνεται στο συγκεκριμένο βιβλίο αλλά θα μπορούσε να ιδωθεί ως σύντομη και σχηματική εισαγωγή στο εν γένει έργο του και κυρίως σε αυτό μετά τα Άκτα (1996). Έγινε όμως η προσπάθεια να ειπωθούν δυό λόγια και για το προγενέστερο. Επίσης, μολονότι δεν γίνεται αναφορά στο ποιητικό έργο, παρά μόνον στα δοκίμια και στα άρθρα του εν λόγω βιβλίου, με δεδομένη τη σύμπλοκη ενότητα δοκιμιακού και ποιητικού λόγου στη σκέψη του Ζέρβα η αξίωση το παρόν κείμενο να αποτελεί μία στοιχειώδη εισαγωγή στο έργο του ίσως δεν είναι άστοχη.
❧
Ήδη στον πρόλογο του νέου βιβλίου ο συγγραφέας μας κάνει γνωστή τη γενική αυτοκατανόηση του έργου του: «Ἡ σελίδα», μας λέγει «ὀνομάσθηκε Μονοὶ λόγοι, διότι ἕνα καὶ μόνο ἐρώτημα συνέχει τὰ ὅσα ἔγραψα καὶ γράφω: Τί σημαίνει σήμερα νὰ εἶσαι Ἕλληνας καὶ νὰ ἐκφράζεσαι στὰ ἑλληνικά»[1]. Η προσέγγιση, για να χρησιμοποιήσουμε έναν φορτισμένο όρο, της ελληνικότητας από πλευράς του συνίσταται στην ερμηνευτική προσέγγιση των έργων με τα οποία διαλέγεται. Η προσέγγισή του στα κρινόμενα έργα δεν απορρέει από μία διάθεση περιγραφικής ανασυγκρότησης αλλά από μία απόπειρα ερμηνευτικής οικείωσης. Πέραν της ερμηνευτικής μεθόδου, κατά την οποία, εκτός των άλλων, προϋποτίθεται ο διάλογος μεταξύ παλαιού και νέου[2], κάνει λόγο για την «προσωπική εμπειρία» για την «ἰδέα τῆς προσωπικῆς ἐμπειρίας τῶν πραγμάτων, δηλ. τῆς προσωπικῆς ματιᾶς στοὺς χώρους τῆς ἔκφρασης, τῆς σκέψης καὶ τῆς πολιτικῆς γενικότερα»[3]. Η ίδια η λογοτεχνία και η ποίηση, προσλαμβάνοντας μία κανονιστική διάσταση –συχνά, άλλωστε, ο συγγραφέας κάνει λόγο για την «αληθή» ποίηση– ταυτίζεται με την προσωπική αναρώτηση, το αποκλίνον από τις συμβατικότητες ήθος και τις τρέχουσες αξίες[4]. Ο στοχασμός πρέπει να στρέφεται προς τα πρωτογενή στοιχεία του βίου[5]· από εδώ απορρέει και η αυθεντικότητα της σκέψης. Αυτή δεν μπορεί παρά να είναι προσωπική, δηλαδή να αποτελεί αντικείμενο μέριμνας που εδράζεται στο βίωμα, υπό την έννοια ότι «καίει» προσωπικά τον ερωτώντα και εκφέρεται με προσωπικό τρόπο[6].
Η πνευματική αυτή στάση θα πρέπει να κατανοηθεί συγχρόνως ως στάση αντι-ιδεολογική. Η ιδεολογία εδώ ως εκείνη η θεώρηση που απευθύνεται στους πολλούς και αναλαμβάνει να δώσει οριστικές, σχηματοποιημένες απαντήσεις σε όλα δοσμένα ή πιθανά ερωτήματα που αναφύονται και η οποία ευδοκιμεί σε ένα κενό εμπειρίας[7]. Με τον προσωπικό λόγο εναντιώνεται στην κριτική εκείνη που κάνει χρήση γενικών όρων, εφαρμογή γενικών κανόνων στο επιμέρους κατά τρόπο που να καταντά φορμαλιστική, εξουδετερώνοντας το ίδιο το αντικείμενό της[8]. Ίδια είναι η στάση του και απέναντι σε όλες τις φορμαλιστικές αφαιρέσεις της επιστήμης και της ιδεολογίας. Υπό την έποψη αυτή δεν είναι τυχαίο ότι διάκειται εχθρικά απέναντι στην ιδεολογία της προόδου, του ωφελιμισμού, της τεχνοκρατίας. Η ιδεολογία φέρει τις αντίστοιχες ψυχοστασίες, οι οποίες συνίστανται στην επιθυμία για βεβαιότητα και ασφάλεια. Όλοι αυτοί όμως είναι στόχοι της κριτικής του Ζέρβα. Αντιθέτως, ο ίδιος είναι με την πλευρά της δαπάνης και του ανωφελούς.
Όταν ο Ζέρβας επιλέγει τιμά, η επιλογή των προς ερμηνεία κειμένων συνιστά συγχρόνως και μία πράξη αξιοθεσίας. Για τούτο, πολλές φορές τα στοιχεία που προκρίνει στο κρινόμενο έργο συνιστούν όψεις της ίδιας της σκέψης του Ζέρβα. Π.χ. στο δοκίμιό του για τον Μπέρρυμαν θα κάνει λόγο για «… τὴ σύγκρουση μεταξὺ ἀσυνειδήτου καὶ ὑπερεγὼ στὸν σύγχρονο κόσμο· μεταξὺ τοῦ συλλογικοῦ ἐγὼ ποὺ θεραπεύουν οἱ θεσμοὶ καὶ τοῦ ἀτόμου ποὺ προσκρούει πάνω στοὺς θεσμούς»[9]. Η ύπαρξη στέκεται ακέραιη απέναντι στην θεσμισμένη κοινωνία. Απέναντι όμως εδώ δεν σημαίνει κατέναντι, αλλά το γεγονός ότι στέκεται μέσα στους θεσμούς, με το άθεσμο να ενυπάρχει και, ως εξαίρεση, να νοηματοδοτεί εν πολλοίς τον κανόνα. Ο Ζέρβας δεν απεμπολεί το ένα για να κρατήσει το άλλο, αντιθέτως η σκέψη του, αναγνωρίζοντας την αναγκαιότητα του θεσμισμένου όπως και του έκθεσμου, δομεί μία διαλεκτική ανάμεσά τους. Ο κριτικός του λόγος ενέχει και άλλη μία κρίσιμη διάσταση, η οποία καθίσταται περισσότερο εμφανής στο ποιητικό του έργο. Στις συλλογές του η ειδωλοκλασία δεν είναι μία πόζα όπως μας έχουν συνηθίσει οι σύγχρονοι καιροί της ρηχής, και εύκολης, κριτικής που αφήνουν πάντα στο απυρόβλητο τον εαυτό τους. Ο Αντώνης Ζέρβας δεν είναι μονάχα το υποκείμενο που σκέπτεται αλλά και το αντικείμενο της σκέψης του· ο στόχος της κριτικής του. Στρέφεται εναντίον του εαυτού του.
Ο Ζέρβας σκέπτεται μονίμως μέσα από τη θέση και την αντίθεσή της. Έτσι εξηγείται και η διεισδυτικότητα της σκέψης του. Παράλληλα με αυτή τη διαλεκτική συγκροτείται και μία άλλη: η σχέση ανάμεσα σε παράδοση και παρόν. Ο διαρκής μεταξύ τους διάλογος οξύνει τη σύλληψη του παρόντος. Ακριβώς επειδή έχει βαθιά γνώση της παράδοσης είναι σε θέση να συλλάβει το καινούργιο. Για τον ίδιο λόγο το παρελθόν, μολονότι ο Ζέρβας τελεί σε διαρκή διάλογο μαζί του δεν αναγορεύεται σε κριτήριο του παρόντος[10]. Όπως ο ίδιος αποστρέφεται την «μελλοντοπάθεια», άλλο τόσο δεν αναγορεύει το παρελθόν σε κριτήριο αποτίμησης του παρόντος. Η ανάληψη της ευθύνης του παρόντος είναι το ζητούμενο και αυτή δεν μπορεί να μετατεθεί ούτε στο παρελθόν, ούτε στο μέλλον[11].
Ιδιαίτερα γόνιμη και ερεθιστική είναι η σύνδεση μεταξύ ψυχικής στάσης και διανοητικών μορφών. Αυτή π.χ. καθίσταται εμφανής όταν κάνει λόγο για «τη βαθύρριζη ηθική αρχή που καθυποτάσσει και ποδηγετεί από ανάγκη κοινωνικής ασφάλειας και συνοχής, και άρα γεννάει έναν ορισμένο σκεπτικισμό»[12]. Ή ακόμη σε ένα από τα ποιήματά του θα μας πεί με τρόπο αφοριστικό:
«Ἡ ἀνάδυση τοῦ λογικοῦ στὴν ἱστορία
δείχνει πὼς μόνη ἀλήθεια εἶναι ἡ νίκη
καὶ συνεπῶς ἡ λογικὴ θὰ εἶναι αἰωνίως
ἡ πιὸ πιστὴ δούλα τῆς ψυχολογίας»[13].
Η προσωπική αλήθεια, η αντίσταση προς το δεδομένο είναι γνώμονας αποτίμησης του κρινόμενου έργου[14], με την ποίηση να είναι εχθρός της λειτουργικότητας και του ωφελιμισμού[15]. Η ποίηση καλείται να πλάσει έναν κόσμο πέραν του κόσμου της ανάγκης, της επιβίωσης και του ωφελιμισμού[16], έναν κόσμο αλήθειας ο οποίος θα πρέπει να κατανοηθεί σαν την «ἀγωνιώδη[ς] ἀναρώτηση τῆς πολύμορφης σχέσης μεταξὺ περατοῦ καὶ αἰώνιου ἀπὸ τὴ σκοπιὰ τοῦ περατοῦ»[17]. Η κριτική στην αισιοδοξία, στην καθολικά διαδεδομένη πίστη στην πρόοδο συνυφαίνεται με την κριτική της ιδεολογίας. Στο σημείο αυτό αναδεικνύεται η αληθινή ποίηση που εδράζεται στον «δυσοίωνο ψίθυρο της ιστορίας» ότι καλύτερο δεν υπάρχει.
Ο Ζέρβας κείται μακράν της διαδεδομένης μετανεωτερικής λογικής που θέλει τα πάντα πολιτικά· η πολιτική, σε αντίθεση προς τον κόσμο των εραστών, δεν μπορεί να απορροφήσει την ολότητα της ύπαρξης[18]. Μολονότι η αληθής ποίηση υπονομεύει τις βεβαιότητες που χτίζουν τους θεσμούς, αλλά και χτίζονται από τους θεσμούς, γνωρίζει ότι μόνη δεν επαρκεί για να απαντήσει στο ερώτημα του νοήματος του βίου: «Ἀλλὰ μόνο ἡ τέχνη, ὡς διαρκὴς ἐξέγερση τοῦ ἀτόμου, καὶ ἡ πολιτική, ὡς συλλογικὴ προσπάθεια γιὰ τὴ χάραξη νέας ἀρχῆς, μποροῦν νὰ ὀργανώνουν τὸν ἀνθρώπινο χρόνο, νὰ καταρτίζουν προτάγματα καὶ νὰ δίνουν ἔτσι ἀπάντηση στὸ αἰώνιο ἐρώτημα τί εἶναι ἡ ζωή»[19]. Ομόλογη προς αυτό το είδος της κριτικής στην ιδεολογία είναι η πρόκριση του άμεσα εμπειρικά δοσμένου και στον χώρο της πολιτικής. Χαρακτηριστικός είναι ο ορισμός του επιτυχημένου που θα μας δώσει σε μία από τις συνεντεύξεις του που εντάσσονται στο εκδιδόμενο έργο[20]. Συγχρόνως απέναντι στην αισιοδοξία της πολιτικής και στην τρέχουσα ιδεολογία της προόδου θα αντιτάξει τα πάγια και παραμόνιμα προβλήματα της κοινωνικής συμβίωσης. Έτσι, μολονότι θα αποδεχθεί την ύπαρξη υλικών μικροβελτιώσεων θα εμμείνει στην μεταφυσική του πεποίθηση ότι κάτω από τις διαφαινόμενες αλλαγές η υπαρξιακή συνθήκη της ανθρωπινης κοινωνίας μένει η ίδια[21]. Για τούτο δεν μπορεί να γίνει λόγος ότι η σύγχρονη κοινωνία είναι θεμελιωδώς καλύτερη από τις παλαιότερες· είναι απλώς διαφορετική[22].
❧
Με την μελέτη του Καβάφη τίθενται δύο από τα κεντρικά μελήματα του Ζέρβα: ο ελληνισμός και η ηδονή με τα δύο αυτά θέματα να συμπλέκονται με ποικίλους τρόπους. Το τέλος του ελληνισμού όπως τον ξέραμε –γεγονός που διέγνωσε ο Καβάφης– γεννά την ανάγκη να μιλήσουμε για έναν ελληνισμό εν ετέρα μορφή[23]. Ο Καβάφης έχει όμως και μίαν άλλη διάσταση· θέτει ριζικά το ζήτημα του ενήδονου βίου. Η ποιητική έκφραση «οι ανδρειωμένοι της ηδονής» συνοψίζει για τον Ζέρβα τη στάση του Καβάφη απέναντι στην ηδονή και συγχρόνως γίνεται εμβληματική του δικού του μεταγενέστερου έργου.
«Ἀντίθετα μὲ ὅλη τὴν παράδοση ποὺ ἀρχίζει ἀπὸ τὸν Πλάτωνα καὶ καταλήγει στὸν Κάντ, καὶ γιὰ πρώτη φορὰ στὴν «ἑλληνικὴ φρασιολογία», ἡ αἰσθητικὴ ἐμπειρία συνταυτίζεται μὲ τὴ σωματικὴ ἡδονή. Στὸ ὄνομα λοιπὸν τοῦ Ἑλληνισμοῦ πού, διεπτυγμένα ἢ συνεπτυγμένα, εἶναι ἡ ὀθόνη ὅλων σχεδὸν τῶν «ἡδονικῶν» ποιημάτων τοῦ Καβάφη, συντελεῖται μιὰ ἄνευ προηγουμένου ἀντιστροφὴ τῆς παραδοσιακῆς ἱεράρχησης τῶν ἀξιῶν. Μὲ ἀφετηρία τὴν κατάργηση τῆς παραδοσιακῆς διάκρισης μεταξὺ καθαρῶν ἢ ἀνώτερων καὶ κατώτερων ἡδονῶν, ὅ,τι γιὰ τὸν Πλάτωνα καὶ τὴν χριστιανικὴ ἀντίληψη θεωρεῖται κακό, ποταπὸ καὶ ἀναίσχυντο, στὴν ποίηση τοῦ Καβάφη μετατρέπεται σὲ θετικὴ ἀξία. Ὁ ἀναγνώστης διαπιστώνει ἔντρομος ὅτι οἱ καβαφικὲς λέξεις δὲν ἔχουν τὸ νόημα ποὺ γνωρίζει. Εἶναι ὅλες ὑβριστικὰ μεταμφιεσμένες. Τὸ Ὡραῖον, ἡ Ἰδέα, τὸ Ἀληθές, ὁ Νοῦς, ἡ Σοφία, ἡ Φρόνησις, τὸ Ἰδανικόν, ἡ Ἐνθύμησις, ἡ Ἀνδρεία, ἡ Μνήμη, ἡ Γνῶσις κ.λπ. ἐμφανίζονται μέ τήν ἐξωτερικὴ φορεσιὰ τῶν οἰκείων ἐννοιῶν μέσα σ’ ἕναν οἶκο ὀργίου»[24].
Τα έργα του Καβάφη και του Εμπειρίκου είναι δύο διαφορετικοί δρόμοι για τη σύλληψη ένός ελληνισμού που συνυφαίνεται με την ηδονή. Αυτός τους ο προσανατολισμός αποκαθιστά μία ενότητα και συνέχεια παραθεωρημένη[25]. Από την πλευρά του ο Εμπειρίκος, μολονότι στην εποχή του κυριαρχούσε «ο καημός της Ρωμηοσύνης» επέλεξε να μείνει πιστός στο πλάσιμο ενός κόσμου αληθείας και «ὁ λόγος τοῦ Ἐμπειρίκου εἶναι μιὰ ἐμπειρία στὴν ἐπικράτεια ἑνὸς ἀπωθημένου ἑλληνισμοῦ, τοῦ ἐκστασιακοῦ ἑλληνισμοῦ, τοῦ ἑλληνισμοῦ τῶν Μυστηρίων καὶ τῆς λατρευτικῆς, ὀργιαστικῆς κοινότητας»[26]. Ο Εμπειρίκος, όμως, σε αντίθεση προς τον Καβάφη, θα υποκύψει τελικά στην ιδεολογία: «μετὰ τὴν Ὀκτάνα κυρίως, ζεύεται τελικὰ στὴν ἰδεολογία, προκρίνοντας μιὰ καθορισμένη ἰδέα ὡς κανόνα τῶν πραγμάτων. Ἐνῶ ἡ ποίηση τῆς ἀριστερᾶς, μὲ πρῶτον πρῶτον τὸν Ρίτσο, ὠχριᾶ μπροστά του, ἐντούτοις στὴ ρίζα τοῦ ζητήματος δὲν διαφέρουν. Καὶ δὲν διαφέρουν διότι δὲν φαίνεται νὰ τρομάζουν μὲ τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό τους, δὲν φαίνεται νὰ ἀναρριγοῦν ἀπὸ τὴν καταστατικὴ ἀγωνία τοῦ ἀνθρώπου ποὺ θέτει σὲ κρίση καὶ ριζικὴ ἀμφισβήτηση κάθε ἀσφάλεια καὶ βεβαιότητα, ἰδίως ὅταν ἀντιμάχεται ἕνα εἶδος ἀσφάλειας καὶ βεβαιότητας, καὶ ἑπομένως τὴν ἴδια τὴ μεγάλη διάρκεια τῶν ἰδεῶν»[27].
❧
Επιλέγει έναν αμερικάνο ποιητή, τον Τζών Μπέρρυμαν, ο οποίος θα του επιτρέψει να διαγνώσει τα προβλήματα και τις ενδιάθετες αντινομίες της αμερικανικής δημοκρατικής κοινωνίας. Τα προβλήματα και οι αντινομίες αυτές μας αφορούν, αφού η αμερικανική κοινωνία προβάλλεται ως το εγελειανό τέλος της οικουμένης. Η φωνή του Μπέρρυμαν έρχεται να συνδράμει όσους «ἀντιλήφθηκαν ἀπὸ νωρὶς ὅτι ὁ τεχνοεπιστημονικὸς προσανατολισμὸς τῆς ἐλεύθερης ἀγορᾶς θὰ μετέτρεπε τὰ πάντα σὲ ἐμπόρευμα, προάγοντας τὴν ἰσότητα εἰς βάρος τῆς ἐλευθερίας καὶ ἀπενοχοποιώντας τὴν ἐλευθερία μπροστὰ στὶς ἀνισότητες»[28]. Απέναντι σε όλα αυτά, η ποιητική συνείδηση στέκεται σε απόσταση από τις τρέχουσες αξίες του ανενδοίαστου, φιλόδοξου ατόμου, αξίες που οδηγούν εν τέλει στον κομφορμισμό της υπάκουης πλειοψηφίας[29]. Η απόσταση αυτή όμως έχει σαν αντίτιμο τη δυστυχισμένη συνείδηση εκείνου που δεν θέλει να ταυτιστεί με τις κυριάρχες αξίες με αποτέλεσμα να οδηγηθεί στην απελπισία[30].
Οι αιχμηρότερες εκφράσεις κατά του ωφελιμιστικού λόγου θα διατυπωθούν στο δοκίμιό του για τον Μπατάιγ. Ο αντιωφελιμιστικός λόγος καθίσταται τέτοιος από τον προσανατολισμό στον άνθρωπο που ανώφελα δαπανάται:
«Ὁ ἄνθρωπος τῆς ἐσωτερικῆς ἐμπειρίας εἶναι ὁ ἄνθρωπος ποὺ ζεῖ χωρὶς ἀναβολές. Ἐὰν λοιπὸν ἡ οὐσία τῆς κυριαρχικότητας ἔγκειται στὴν παροῦσα στιγμή, τότε κυριαρχικότητα ἢ ἀνθρώπινη ἐλευθερία εἶναι ἡ ἀποδοχὴ τοῦ τίποτε. Τὸ νὰ μὴν περιμένης τίποτε ἀλλὰ νὰ ἀφήνεσαι στὶς διαχύσεις τοῦ σώματός σου χωρὶς νὰ ἐπιδιώκης νὰ τοὺς δώσης νόημα ἐκ τῶν ὑστέρων. Καὶ ἀκριβῶς, τὸ ζητούμενο, γιὰ τὸν Μπατάιγ, εἶναι ἡ ἔνταση, ἡ παρόξυνση τῶν δυνάμεων, ἡ ὑπερβολὴ τῆς δαπάνης καὶ τῆς ἀπώλειας»[31].
Η ηδονή δεν αντιμετωπίζεται μονοσήμαντα, ούτε αυτονομείται από την τραγικότητα της ανθρώπινης συνθήκης ώστε να αποτελέσει ένα νέο καταφύγιο της ύπαρξης[32]. Επισημαίνει ο Ζέρβας: «Κατὰ πολὺ βαθύτερος, ἂν καὶ κατώτερος ποιητὴς τοῦ Ἐμπειρίκου, ὁ ἑγελειανὸς Μπατάιγ ἤξερε ὅτι οἱ ἀπαγορεύσεις αἴρονται μόνο καὶ μόνο γιὰ νὰ τεθοῦν καὶ πάλι σὲ ἰσχύ. Αὐτὸ λέγεται τραγικὸ πνεῦμα καὶ αὐτὸ λείπει ἀπὸ τὸν ἐξίσου ἑγελειανὸ Ἐμπειρίκο. Ὁ ἐρωτισμὸς δὲν εἶναι ἁπλῶς ἡδονή, οὔτε χαρὰ ἡδονῆς, εἶναι συνθήκη τραγικὴ καὶ μόνο ὡς τέτοια μᾶς ξανοίγει στὴν ἀλήθεια»[33].
❧
Μπορεί η κριτική απέναντι στην μελλοντοπάθεια να μην οδηγεί στην ανάδειξη του παρελθόντος σε κριτήριο αλλά ο διάλογος με το παρελθόν είναι αναγκαίος για την Ευρωπαϊκή Ένωση όπως και για την Ελλάδα[34]. Η πνευματική στάση του Ζέρβα εμφορείται από την ανάδειξη του έκθεσμου αλλά συγχρόνως, ως συγγραφέας που αναγνωρίζει την αναγκαιότητα των θεσμών και των προταγμάτων που τους πλαισιώνουν, θα μας δώσει, με αφορμή την κρίση, το περίγραμμα ενός ολοκληρωμένου ιδεολογικού προσανατολισμού. Έτσι, η πρόταξη μιας ορισμένης ιδεολογίας δεν θα πρέπει να ιδωθεί ως αντίφαση με τα όσα ειπώθηκαν στα παραπάνω.
Για το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης στις δυτικές χώρες υπεύθυνοι είναι άπαντες. Οι μεγαλοχρηματιστές και οι τραπεζίτες, ο κοσμάκης που πίστεψε στο σύστημα και ανέμενε το δικό του μερίδιο, κάθε λογής διανοούμενοι που ασπάστηκαν τις αρχές της ελεύθερης και ανταγωνιστικής οικονομίας, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή που σχεδίασε έναν εξαμερικανισμένο μέσο πολίτη[35]. Μετασχηματίζει ένας γεγονός που εμφανίζεται στον δημόσιο διάλογο ως ακραιφνώς οικονομικό ζήτημα σε υπαρξιακό και πνευματικό: «τὸ Μνημόνιο ἀποτελεῖ ἀκριβῶς μιὰ αὐστηρὴ ὑπόμνηση πρὸς ὅλους ὅσοι δὲν ἐννοοῦν νὰ εὐθυγραμμισθοῦν μὲ τὶς ἀπαιτήσεις τοῦ τεχνολογικοῦ καπιταλισμοῦ γιὰ ἀσφάλεια καὶ εὐτυχία»[36]. Η κατάρρευση του ελλληνικού κράτους δεν εξηγείται μονάχα από την αδυναμία συμμόρφωσης προς τις απαιτήσεις του τεχνολογικού καπιταλισμού. Υπάρχουν και ενδογενείς λόγοι: «Τὸ ἑλληνικὸ κράτος καταρρέει δημοκρατικότατα, ἐλλείψει συνεκτικῆς ἰδέας καὶ ἄφρονος ἐκσυγχρονισμοῦ»[37]. Ένας νέος εθνικός προορισμός ικανός να κινητοποιήσει τον λαό και μία εκ νέου ανεύρεση της αρετής μπορούν να δώσουν διέξοδο στο ελληνικό πρόβλημα[38]. Ο ίδιος αυτός προσανατολισμός θα ζωογονήσει και την έννοια του πολίτη[39]. Ο γενικός προσανατολισμός της νέας εθνικής ιδέας συνυφαίνεται με ένα συγκεκριμένο αίτημα: η Ελλάδα όφειλε να οδηγηθεί στην πτώχευση και κατόπιν στην εργώδη προσπάθεια του σύσσωμου έθνους για την εθνική ανασυγκρότηση[40]. Οι ορθολογικές ρυθμίσεις του τεχνοκρατικού εκσυγχρονισμού δεν επαρκούν, χρειάζεται εθνική στοιχείωση, ο θεμελιώδης εθνικός σκοπός που θα προσδώσει νόημα στις αλλαγές και θα κινητοποιήσει τον λαό[41]. Εδώ πρέπει να επισημανθεί ότι ο συγγραφέας χρησιμοποιεί μία ορολογία περί εθνικής ιδέας, αποστολής ή χρέους που είχε εξοβελιστεί από τη μεταπολιτευτική συλλογική μνήμη.
Ο Ζέρβας έχει πλήρη συνείδηση του νομιμοποιητικού εγχειρήματος των νεοφιλελεύθερων αλλαγών στην Ευρώπη. Όμως, η απόπειρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης να καταστεί ανταγωνιστική γεννούσε και γεννά συνέπειες καταλυτικές στον χώρο της οικονομίας, της πολιτικής, του πνεύματος. Η λατρεία της τεχνολογίας, του ανταγωνισμού και της αποδοτικότητας, η εργαλειοποίηση της γλώσσας, η περιθωριοποίηση του πνευματικού διαλόγου δημιουργούν μία ρήξη με την πνευματική παράδοση της ίδιας της Ευρώπης[42]. Η Ελλάδα από την πλευρά της υιοθετούσε άκριτα κάθε καινοτομία κι αντί να προσανατολιστεί σε ένα «φρόνιμο εκσυγχρονισμό», δηλαδή την υιοθέτηση πολιτικών με γνώμονα τι αρμόζει στον τόπο, με γνώμονα το εθνικό συμφέρον. Ο παραγκωνισμός της πάτριας γλώσσας είχε ολέθριες συνέπειες στην αφομοιωτική δύναμη της ελληνικής κοινωνίας· «ἔτσι, πολιτικοὶ ἡγέτες καὶ ἰθύνουσες τάξεις κατάντησαν ἀνιστόρητες καὶ ὁ λαὸς ἐκβαρβαρώθηκε»[43]. Αυτό που ο τόπος χρειάζεται είναι «μιὰ νέα κινητήρια ἰδέα ἀνάπτυξης ποὺ θὰ συμφιλιώνη τὴ συνείδηση τῆς ἐθνικῆς διάρκειας μὲ τὸ αἴτημα τῆς κοινωνικῆς δικαιοσύνης»[44].
Η Ελλάδα καλείται να συνομιλήσει εκ νέου με το παρελθόν της ώστε να προκρίνει εκείνα τα στοιχεία που έχουν σημασία γι’ αυτήν. Η απόπειρα εξοβελισμού του παρελθόντος θέλοντας να εκκινήσει από το μηδέν είναι ο σίγουρος τρόπος για να μας οδηγήσει σε νέους κινδύνους[45]. Πρέπει δηλαδή να ανακαλύψει εκ νέου τον εαυτό της. Η χώρα, δέσμια των δανεικών κεφαλαίων και των δανεικών πολιτικών, για άλλη μία φορά υπολείπεται των ευρωπαϊκών εξελίξεων, δεδομένου ότι μερίδα της Ευρώπης ήδη θέτει σε ριζική αμφισβήτηση τους έως σήμερα προσανατολισμούς της. Ιδέες όπως η απο-παγκοσμιοποίηση, η επιστροφή στον ευρωπαϊκό προστατευτισμό, η άρση του καθεστώτος των ελεύθερων συναλλαγών τίθενται επί τάπητος με την Ελλάδα να θεοποιεί έναν πραγματισμό τον οποίο, αν μη τι άλλο, στο επίπεδο του δημόσιου διαλόγου όφειλε να σχετικεύσει[46].
Η τεχνοκρατία είναι η μοίρα των σύγχρονων κοινωνιών ανεξάρτητα από την πολιτική οπτική του φιλελευθερισμού ή της Αριστεράς. Το κράτος καθίσταται ολοένα και περισσότερο «ἕνας ἀπρόσωπος γραφειοκρατικὸς μηχανισμὸς ποὺ θὰ λειτουργῆ ἀπρόσκοπτα βάσει μιᾶς προσυνειλημμένης λογικῆς, ἀνεξαρτήτως περιεχομένου»[47].
❧
Τα παραπάνω, περιγραφικά του προσφάτως δημοσιευθέντος βιβλίου του, θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν ως στοιχεία μίας γενικότερης εισαγωγής ακόμη και στον ποιητικό στοχασμό του Αντώνη Ζέρβα. Τα ίδια τα δοκίμια και τα άρθρα του συναρμόζονται σφιχτά με την ποιητική του δημιουργία. Από μία τέτοια στοιχείωση θα εξέλιπε η σκέψη του στο πέρασμα των χρόνων. Γιατί ο Ζέρβας εκκινεί ως συνοδοιπόρος του πνευματικού μορφώματος που αποκλήθηκε νεοορθοδοξία και το οποίο έθεσε σε νέες βάσεις τη συνομιλία με την ελληνική ορθόδοξη παράδοση. Εδώ δεν θα επεκταθούμε στη θεωρηση αυτής του της σχέσης παρά θα δώσουμε ορισμένες νύξεις για την πνευματική πορεία μέσα από τον παρόντα τόμο.
Ο Ζέρβας δεν προσέγγισε την ορθοδοξία με ιδεολογικό ή πλήρως εκπνευματωμένο τρόπο. Την είδε στις ιστορικές του διαστάσεις. Ο ενοφθαλμισμός της ελληνικής πνευματικής παράδοσης στην ίδια της την ιστορία υπήρξε προϋπόθεση για τη κατοπινή σχετίκευση της ίδιας της αξίας της ελληνικής πνευματικότητας. Υπό την έποψη αυτή δεν είναι τυχαίο ότι ο Λορεντζάτος, διαπρύσιος κήρυκας των πατροπαράδοτων αξιών, αντιμετώπισε τα Άκτα ως ένα έργο απαισιόδοξο[48]. Η ιστορική διάσταση όμως συμπορεύεται και με την κατάφαση του κακού, της διαμονικής διάστασης του ανθρώπου ή της αγωνίας ενώπιον του μηδενός[49]· «Χωρὶς τὴ σκοτεινὴ πλευρὰ τῶν πραγμάτων, ἡ λογοτεχνία ψευτίζει καὶ ἡ σκέψη μετατρέπεται σὲ παραγωγὸ ἰδεολογημάτων»[50], θα μας πει ο Ζέρβας.
Οριοθετώντας ο ίδιος τον πνευματικό του βίο μας λέγει ότι μετά τα σαράντα του έτη ο συγγραφέας που προκάλεσε τη ριζικότερη πνευματική κρίση στη ζωή του υπήρξε ο Georges Bataille [51]. Αυτή του η κρίση όμως δεν σήμανε την ολοκληρωτική απόρριψη του παρελθόντος. Γράφει ο Ζέρβας: «Δὲν ὑπάρχει κανένα παράδοξο, καμμία ἀντίφαση στὸν μοναδικὸ ἔπαινο ποὺ πλέκει ὁ Μπατάιγ γιὰ τὸ Εὐαγγέλιο, τὸ ὑπεροχικὸ βιβλίο τῆς ἀνθρωπότητας. Εἶναι τὸ βιβλίο ποὺ ἀπορρίπτει βίαια τὴ μέριμνα τοῦ μέλλοντος καὶ συνεπῶς τὸ βιβλίο ποὺ ὁρίζει τὸ παρὸν ὡς οὐσία τοῦ ἀνθρώπου»[52]. Χαρακτηριστική της συμπλησίασης μεταξύ του προγενέστερου νεορθόδοξου πλαισίου με την ηδονιστική στάση είναι οι ακόλουθες φράσεις: «Ἡ ἐμπειρία τῆς ἡδονικῆς καταδαπάνησης, ὅπως ἡ ἐμπειρία τῆς ἀσκητικῆς ἀποχῆς στὸ ἄλλο ἄκρο, βγάζει στὸ φῶς τοὺς πειθαναγκασμοὺς καὶ τὶς ψευδαπάτες τῆς θεσμικῆς τάξης πραγμάτων… Καὶ ὄντως, ἂν ἀφαιρέση κανεὶς τὴ βασιλεία τῶν Οὐρανῶν καὶ τὴν πίστη στὴν αἰώνια ζωή, στὸ ὑπερβολικὸ σχῆμα τοῦ Ἐμπειρίκου θὰ ἀναγνωρίση ἔκπληκτος πολλὰ κοινὰ γνωρίσματα μὲ τοὺς λόγους τοῦ Χριστοῦ κατὰ πάσης βιοτικῆς μέριμνας»[53]. Άλλωστε, όποιο μονοπάτι κι αν ακολουθήσει κανείς, είτε αυτό της ασκητικής είτε της ακολασίας θα οδηγηθεί στην άρνηση της πόλης[54]. Η μετάθεση των ελπίδων του βίου στο μέλλον, που συνοδεύεται από την πεποίθηση για τις δυνατότητες της προόδου, είναι ο βέβαιος δρόμος για τη δυστυχία[55].
Η προσήλωση στο παρόν, η κριτική στον ωφελιμισμό, την τεχνοκρατία, την ιδεολογία της προόδου είναι οι αρμοί που συνδέουν την προηγούμενη και μεταγενέστερη φάση της σκέψης του. Το ίδιο συμβαίνει και με την ελληνικότητα. Μολονότι θα διαγνώσει, από κοινού με τον Καβάφη, το τέλος μίας ορισμένης ιδέας του ελληνισμού και θα εκφράσει την ανάγκη για την ανεύρεση ενός ελληνισμού εν ετέρα μορφή μέσα από τις αναγνώσεις του Καβάφη και του Εμπειρίκου, θα οδηγηθεί στην επανεύρεση μίας νέας συνέχειας. Εν τέλει «Κοινὸ καὶ μόνιμο στοιχεῖο τοῦ ἑλληνικοῦ λόγου καθ᾿ ὅλη τὴν ἀνέλιξή του εἶναι ὁ ἀντιωφελιμιστικὸς καὶ κοινοτικός του χαρακτήρας»[56].
Εν τέλει το έργο του Ζέρβα στέκεται για να μας θυμίζει ότι «Ἐκτὸς τῆς Εὐρώπης τῶν ἀγορῶν καὶ τῆς ἐπικοινωνίας, ὑπάρχει πάντα ἡ μέσα Εὐρώπη τοῦ στοχασμοῦ καὶ τῆς συγγραφῆς»[57].
[1] Αντώνης Ζέρβας, Μονοὶ Λόγοι. Δοκίμια, άρθρα, συνομιλίες, εκδ. Περισπωμένη, εν Αθήναις 2017, σ. 7.
[2] «Πνευματικὴ εἰλικρίνεια σημαίνει νὰ λαμβάνης σοβαρὰ ὑπόψη τὸν κρυφὸ καὶ ἄγριο ἀντίλογο παλαιοῦ καὶ νέου», Του ιδίου, Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 9.
[3] Του ιδίου, Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 7.
[4] «Ἡ λογοτεχνία καὶ ἡ τέχνη γενικότερα πρέπει νὰ ἐναντιώνωνται πρός, ἢ τουλάχιστον νὰ κρατοῦν ἀπόσταση ἀπὸ τὰ ἤθη τοῦ ἑκάστοτε πολιτιστικοῦ περιβάλλοντος» Του ιδίου, «Μελανθώ: Μιὰ σύγχρονη νουβέλλα ἢ περὶ γυναικείου λόγου»», Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 179.
[5] «Πνευματικὴ ζωὴ εἶναι ἡ προσωπικὴ ἀναρώτηση πάνω στὶς πρωτογενεῖς βάσεις τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου καὶ τῶν ἀξιῶν του σὲ ἕνα καθορισμένο κοινωνικὸ πλαίσιο», Του ιδίου, «Μελανθώ: Μιὰ σύγχρονη νουβέλλα ἢ περὶ γυναικείου λόγου»», Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 187-188.
[6] «Ἀλλὰ πῶς ὁρίζεται τὸ αὐθεντικό; Αὐθεντικό, θὰ ἔλεγα, εἶναι τὸ πρωτότυπο ἐρώτημα σὲ πρωτότυπη μορφή. Ὄχι τὸ ἀνεπεξέργαστο, ὅπως νομίζεται συχνά, ὄχι ἡ ἄμεση ἐντύπωση τῆς ἐμπνεύσεως, οὔτε ἁπλῶς τὸ γλαφυρὸν τῆς ἀπεικόνισης. Αὐθεντικότης εἶναι ἡ προσωπικὴ ἐπεξεργασία ἑνὸς προσωπικοῦ μὰ κρίσιμου ἐρωτήματος, ποὺ μᾶς κάνει νὰ ξεχνοῦμε τὸν ἀτομικό του χαρακτήρα» Αντώνης Ζέρβας, «Μελανθώ: Μιὰ σύγχρονη νουβέλλα ἢ περὶ γυναικείου λόγου»», Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 189.
[7] Κατά την έκφραση του Hans Freyer, Τεχνοκρατία και ουτοπία. Θεωρία της σύγχρονης εποχής στη Δύση, μεταφρ. Κώστας Κουτσουρέλης, εκδ. Νεφέλη, Αθήνα 1998, σ. 131.
[8]«Μὲ τὴν πατερίτσα τοῦ εὐρωπαϊκοῦ κανόνα, ἡ κριτικὴ ἀναζητεῖ συνήθως τὸ γνώριμο, αὐτὸ ποὺ ἔχει δοκιμασθεῖ πάνω σὲ ἄλλα ἔργα, τὸ φιλολογικῶς ἀποδεκτὸ καὶ συγκρίσιμο. Καὶ ἐνῶ διατυμπανίζει τὴ μεγαλοσύνη τῆς ἑλληνικῆς ποίησης, σπανίως εἶναι σὲ θέση νὰ ἐξηγήση γιατί καὶ πότε εἶναι ἄξιο ἕνα ἑλληνικὸ ποίημα. Ἀρκεῖ νὰ θυμίζη ἕνα ξένο πρότυπο καὶ νὰ μὴν ἀντιδρᾶ πολὺ στὶς γενικὲς ἐφαρμογές. Εἶναι δύσκολο ὅμως, ἂν ὄχι ἀδύνατο, νὰ διαμορφωθῆ ἔτσι κριτικὴ σκέψη ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ συνομιλήση ἐπὶ ἴσοις ὅροις μὲ τὴν εὐρωπαϊκὴ κριτικὴ καὶ τὰ ἔργα της», Του ιδίου, «Ὁ Ἐμπειρίκος τῆς ἡδονῆς καὶ ἡ ἡδονὴ τῆς ἐμπειρίας», Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 169.
[9] Αντώνης Ζέρβας, «Tζὼν Μπέρρυμαν. Τὰ Ὀνειρικὰ Τραγούδια», Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 28.
[10] «Μὴ φαντασθῆ κανεὶς ὅτι στιγματίζω τὴ σύγχρονη ἐποχή, γιὰ νὰ διατρανώσω προτιμήσεις καὶ κλίσεις πρὸς τὸ παρελθόν. Τὸ παρελθόν, ἔστω καὶ μὲ μεγαλύτερα ξέφωτα, ἔκλεινε στοὺς κόλπους του πολλὲς ψευδαισθήσεις, πολλὲς ἐλπίδες καὶ συνεπῶς ἦταν μᾶλλον σὰν ἕνα μυρωδάτο τυφλοπάνι», του ιδίου, «Ζὼρζ Μπατάιγ “Ἕνας ἄθεος ποὺ μόνη του μέριμνα εἶναι ὁ Θεός”», Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 89. Εκτενέστερη πραγμάτευση του ζητήματος της σχέσης παρελθόντος, παρόντος και μέλλοντος έχουμε στο παρακάτω απόσπασμα: «Τὸ παρελθὸν δὲν καθορίζει τὸ παρὸν μηχανιστικά, τὸ καθορίζει μὲ τὰ προβλήματα ποὺ μεταφέρει καὶ τὰ ὁποῖα ἐπιζητοῦν λύση. Καὶ ἐπειδὴ κάθε ἀνθρώπινη πράξη εἶναι οὐσιαστικὰ στραμμένη πρὸς τὸ μέλλον, τὰ ἱστορικὰ φαινόμενα ἔχουν νόημα μόνον ὅταν γίνονται κατανοητὰ σὲ σχέση μὲ τὸ παρὸν τὸ ὁποῖο καὶ θὰ καθορίση τὸ μέλλον. Μὲ ἄλλα λόγια, τὸ νόημα τοῦ παρελθόντος ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸ μέλλον ποὺ διανοίγουν οἱ πράξεις μας γιὰ τὴν ἐπίλυση ἢ περαιτέρω ἐπεξεργασία τῶν προβλημάτων ποὺ κληρονομήσαμε. Ἄρα κάθε ἐπιλογὴ ἀπὸ τὸ παρελθὸν προσχηματίζει τὴν εἰκόνα τοῦ μέλλοντος. Καὶ γι’ αὐτό, ἄλλωστε, ὅσο πιὸ προσωπικὸ εἶναι τὸ ἐνδιαφέρον γιὰ τὸ παρελθόν, ὅσο πιὸ καλλιεργημένη ἡ εὐαισθησία τοῦ ἀτόμου, τόσο περισσότερο κατανοεῖ τὸν ἑαυτό του ἀλλὰ καὶ τὴν ἐποχή του. Τὸ παρὸν δὲν εἶναι ἁπλῶς τὸ ἐνδιάμεσο καὶ φευγαλέο σκαλὶ μιᾶς ἀνέλιξης, ἀλλὰ ἡ κρίσιμη στιγμὴ τῆς προσωπικῆς ἀπόφασης. Ἡ ἱστορικότητα συνεπῶς εἶναι συνειδητοποίηση τῆς προσωπικῆς εὐθύνης ἔναντι τοῦ μέλλοντος», Αντώνης Ζέρβας, «Η παουντική αφήγηση», Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 144-145.
[11] «Ὅποιος ἐπιχειρεῖ νὰ ἐκφράση τὴν ἐποχή του καὶ ὄχι τὸν ἑαυτό του εἶναι καταδικασμένος», γράφει ὁ Πάουντ. Δηλαδή, ὅποιος ἀποφεύγει νὰ ἀναλάβη τὴν εὐθύνη τοῦ παρόντος, χάθηκε», του ιδίου, «Η παουντική αφήγηση», Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 145.
[12] Αντώνης Ζέρβας, «Ο μοναχικός αναγνώστης και η τρύπα του Νίκου Φωκά», περ. Μανδραγόρας, τχ. 56 (Άνοιξη – Καλοκαίρι 2017), σ. 63.
[13] Αντώνης Ζέρβας, Καυσοκαλύβης, εκδ. Νεφέλη, Αθήνα 2013, σ. 33.
[14] Του ιδίου, «Δάλκος – Βέλτσος: Δύο ἄτυπα παραδείγματα σύγχρονης ποιητικῆς», Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 71-72.
[15] Του ιδίου, «Δάλκος – Βέλτσος: Δύο ἄτυπα παραδείγματα σύγχρονης ποιητικῆς», Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 74.
[16] «Σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν ποίηση τοῦ προσωπικοῦ βιώματος, μὲ ἐνδιαφέρει ἡ ποίηση τοῦ ἐκβιώματος, γιὰ νὰ χρησιμοποιήσω ἕναν δικό μου νεολογισμό, δηλ. ἡ ποίηση ποὺ πλάθει ἕναν κόσμο πέραν τοῦ κόσμου τῆς ἀνάγκης, τῆς ἐπιβίωσης καὶ τοῦ ὠφελιμισμοῦ, πολιτικοῦ, συνοδικοῦ, πολιτιστικοῦ ἡ ἄλλου», Αντώνης Ζέρβας, «Ὁ Ἐμπειρίκος τῆς ἡδονῆς καὶ ἡ ἡδονὴ τῆς ἐμπειρίας», Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 166.
[17] Αντώνης Ζέρβας, «Ὁ Ἐμπειρίκος τῆς ἡδονῆς καὶ ἡ ἡδονὴ τῆς ἐμπειρίας», Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 167.
[18] «“Ὁ κόσμος τῶν ἐραστῶν, ἔγραφε τὴν ἴδια ἐποχὴ ὁ Μπατάιγ, δὲν εἶναι λιγότερο ἀληθινὸς ἀπὸ τὸν κόσμο τῆς πολιτικῆς. Μπορεῖ μάλιστα νὰ ἀπορροφήση τὴν ὁλότητα τῆς ὕπαρξης, πράγμα ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ τὸ κάνη ἡ πολιτική”. Ὁ Καβάφης δὲν θὰ εἶχε ἀντίρρηση ἐπ’ αὐτοῦ. Καὶ οἱ τρεῖς, καθένας μὲ τὸν τρόπο του, ἀπεχθάνονταν τοὺς ἀναμορφωτές», Αντώνης Ζέρβας, «Πικρὲς σκέψεις σὲ πικρὲς ἐποχές», Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 322.
[19] Αντώνης Ζέρβας, «Ὁ 20ὸς αἰώνας: Τί πρὸς ἡμᾶς; Alain Badiou, Le siecle, Seuil 2005», Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 200.
[20] «Μὲ ἄλλα λόγια, τίθεται τὸ ἐρώτημα τῆς ἐπιτυχίας. Ἔ, λοιπόν, ἐπιτυχημένος εἶναι ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἔχει τὴ δουλειά του, τὴν οἰκογένειά του, τοὺς φίλους, τὶς ἀγαπημένες του ἀσχολίες. Ἐπιτυχημένος εἶναι ἐκεῖνος ποὺ νοιάζεται γιὰ τὰ κοινὰ στὴ μικρὴ κλίμακα τοῦ δήμου του καὶ ἀναζητεῖ τὴν πληρότητα στὸ στενό του περιβάλλον, χωρὶς νὰ ἀγωνιᾶ πῶς θὰ τὸ διευρύνη κάθε μέρα περισσότερο. Ἀποτυχημένος εἶναι ὅποιος κοιτάζει τὰ πάντα ἀπὸ τὴν ἄποψη τοῦ κέρδους. Μόλις τὸ κέρδος γίνη κανόνας, τὸ ὅποιο μέλημα διαστρέφεται» στο «Χωρὶς ἄκρα οἱ δημοκρατίες γίνονται σούπα …», Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 352. Πρόκειται για συνομιλία με τον Σταμάτη Μαυροειδή για τον Δρόμο της Αριστεράς.
[21] «Ὁ πολιτικός, ἔστω κι ἂν κατὰ Πλάτωνα εἶναι ὁ ἄνθρωπος ποὺ φέρεται σὰν νὰ μὴν ἔχη σώας τὰς φρένας, ξέρει τὴν ἀναγούλα ποὺ φέρνει τὸ κοινωνικὸ παρὸν καὶ φιλοδοξεῖ νὰ τὸ βελτιώση ἢ καὶ νὰ τὸ ἀλλάξη. Γι’ αὐτὸ καὶ δὲν μπορεῖ παρὰ νὰ εἶναι αἰσιόδοξος. Ὁ αὐθεντικὸς καλλιτέχνης ξέρει ὅτι αὐτὸ ποὺ προκαλεῖ τὴν ἀναγούλα δὲν πρόκειται ποτὲ νὰ ἐκλείψη. Τροποποιήσεις καὶ βελτιώσεις τῆς ἀνθρώπινης συνθήκης θὰ ἐπιχειροῦνται πάντα. Τὸ πρόβλημα εἶναι ἡ ἴδια ἡ ἀνθρώπινη κοινωνία», Αντώνης Ζέρβας, «Ἡ καλὴ ἐλπίδα τοῦ Ζήσιμου Λορεντζάτου. Μιὰ αὐτοβιογραφικὴ κρίση», Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 39.
[22] Δὲν σᾶς κρύβω ὅτι ἡ ἰδεολογία τῆς Προόδου, ἐδῶ καὶ ἔξω, μοῦ προκαλοῦσε ἀνέκαθεν ἀλλεργία. Προσοχή, δὲν μιλῶ γιὰ τὶς μικρὲς ὑλικὲς βελτιώσεις, ἀλλὰ γιὰ τὴ γενοκτόνο ἰδεολογία τῆς Προόδου σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία εἶναι καλύτερο τὸ σήμερα ἀπὸ ὅ,τι ἤτανε προπολεμικὰ στὸ χωριὸ τοῦ πατέρα μου ἢ μεταπολεμικὰ στὴ γειτονιά μου. Τίποτε δὲν εἶναι καλύτερο ἢ χειρότερο, ἁπλῶς εἶναι διαφορετικό, ἔστω κι ἂν τὶς περισσότερες φορὲς τὸ σημερινὸ διαφορετικὸ μοῦ φαίνεται κατώτερο» του ιδίου, «Χωρὶς ἄκρα οἱ δημοκρατίες γίνονται σούπα …», Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 353.
[23] «Τὸ ζητούμενο πλέον εἶναι μιὰ Ἑλλάδα ἐν ἑτέρᾳ μορφῇ. Ὁ πρῶτος νεοέλληνας ποὺ εἶδε τὸ τέλος καὶ μαρτύρησε περὶ αὐτοῦ εἶναι ὁ Καβάφης. Ἡ ὀμορφιὰ τοῦ ἀντιωφελιμιστικοῦ Ἑλληνισμοῦ μπορεῖ νὰ βρίσκεται κάλλιστα στοὺς ἀντίποδες τῆς ἠθικολογικῆς παράδοσης», στο «Χωρὶς ἄκρα οἱ δημοκρατίες γίνονται σούπα …», Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 351. Το γεγονός ότι ο Καβάφης είναι ο συγγραφέας που διαγιγνώσκει το τέλος του ελληνισμού αναπτύσσεται στο δοκίμιο για τον Πέτρο Κολακλίδη: «Κατὰ τὴ γνώμη μου, ὁ Καβάφης θέτει ἐντὸς παρενθέσως ὅλη τὴ νεοελληνικὴ ποιητικὴ παράδοση, τεχνουργώντας ἕναν ἀνιστορικὸ Ἑλληνισμὸ μὲ τὰ διάφορα σπαράγματα τῆς Ἑλληνικῆς Ἱστορίας. Παρὰ τὶς χρησιμότατες ἱστορικὲς καὶ βιογραφικὲς τεκμηριώσεις, ἐξακολουθῶ νὰ πιστεύω ὅτι ὁ Ἑλληνισμός, γιὰ τὸν Καβάφη, ἔχει ὁλοκληρωθεῖ, ἔχει πεθάνει. Δὲν ἀπομένει παρὰ μιὰ χρηστικὴ γλώσσα κατάφορτη ἀπὸ μνῆμες καὶ μεγαλεῖα, μὲ τὴν ὁποία τὸ μυαλὸ δουλεύει ὅπως μπορεῖ πιά. Μέσα σ᾿ αὐτὸ τὸ μεγαλειῶδες γλωσσικὸ σύμπαν, ὁ καθένας εἶναι ἐλεύθερος νὰ κάνη τὶς ἐπιλογές του, χωρὶς καμμία βαθύτερη δέσμευση. Ἂν οἱ Ἑλληνιστικοὶ χρόνοι εἶναι ἡ ἱστορικὴ περίοδος τῆς ἀνάδυσης τοῦ ἀτόμου, στὸν Καβάφη προτυπώνεται ἡ σύγχρονη πολυπολιτισμικὴ καὶ ἐξατομικευμένη κοινωνία, ἡ ὁποία, παραδομένη στὸν κομφορμισμό, ξέρει νὰ ἀναμασάη ἢ νὰ ἐφευρίσκη μεγάλες καὶ ἠχηρὲς ἰδέες, ὅπως ἡ Ἑνωμένη Εὐρώπη τῶν ἡμερῶν μας. Ἀπὸ τὴν ἄποψη αὐτή, ὁ Καβάφης εἶναι ὁ πιὸ σύγχρονος ποιητὴς τοῦ πιὸ ἀναχρονιστικοῦ πνευματικοῦ μαθήματος ποὺ εἶναι ἡ Ποίηση», Αντώνης Ζέρβας, «Πέτρος Κολακλίδης. Ο κανόνας του γνωστού και ο Καβάφης», Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 53-54.
[24] Του ιδίου, «Πέτρος Κολακλίδης. Ὁ κανόνας τοῦ γνωστοῦ καὶ ὁ Καβάφης», Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 56-57. Σε άλλο δοκίμιο διαβάζουμε: «Ἀποκτᾶ λοιπὸν ἀπροσμέτρητη σημασία, πιστεύω, ἡ στιγμὴ κατὰ τὴν ὁποία ὁ Καβάφης ἐκφέρει τὸν λόγο “Ἀνδρεῖοι τῆς Ἡδονῆς”. Δὲν πρόκειται γιὰ ἕνα εὐφυὲς σχῆμα λόγου, ἀλλὰ γιὰ τὸν ποιητικὸ ἄξονα μιᾶς ριζικῆς ἀνατροπῆς, γιὰ ἕναν πρωτόφαντο ἀντιπλατωνισμὸ ποὺ ἀντιστρέφει μὲ τρόπο ἀνεπαίσθητο ὅμως ὅλη τὴν ἑλληνοχριστιανικὴ παράδοση. Ἕνας ἀλλότριος, ξεχασμένος καὶ καταδιωγμένος ἑλληνισμὸς ἀναδύεται στὰ γράμματά μας», Αντώνης Ζέρβας, «Ὁ Ἐμπειρίκος τῆς ἡδονῆς καὶ ἡ ἡδονὴ τῆς ἐμπειρίας», Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 170.
[25] Με τη διευκρίνιση βέβαια ότι η «συνέχεια βεβαίως δὲν εἶναι μία καὶ μόνη, ἀλλὰ ζήτημα ἐπιλογῆς. Ὁ Καβάφης π.χ. μᾶς ἔδειξε μιὰ ἄλλη συνέχεια τοῦ Ἑλληνισμοῦ ποὺ κανένας δὲν θέλει νὰ τὴ δῆ», του ιδίου, «Χωρὶς ἄκρα οἱ δημοκρατίες γίνονται σούπα …», Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 348.
[26] Του ιδίου, «Ὁ Ἐμπειρίκος τῆς ἡδονῆς καὶ ἡ ἡδονὴ τῆς ἐμπειρίας», Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 168.
[27] Του ιδίου, «Ὁ Ἐμπειρίκος τῆς ἡδονῆς καὶ ἡ ἡδονὴ τῆς ἐμπειρίας», Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 174.
[28] Αντώνης Ζέρβας, «Tζὼν Μπέρρυμαν, Τὰ Ὀνειρικὰ Τραγούδια», Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 26.
[29] «Ἡ ἰσχὺς καὶ ἡ δύναμη θὰ τὸν προσπερνοῦν πάντα, τάσσοντας διαρκῶς σκοποὺς μέσω τῶν ὁποίων ἀναγεννῶνται αἰωνίως. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἡ ἀρχὴ τῆς ἀτομικότητας γίνεται σεβαστὴ μόνο κατὰ τὸ ἥμισυ. Εὐνοεῖται τὸ ἀνενδοίαστο ἄτομο, τὸ φιλόδοξο, τὸ ἀπροβλημάτιστο. Καὶ μαζί του, εὐνοεῖται ἡ ὑπάκουη πλειοψηφία» του ιδίου, «Tζὼν Μπέρρυμαν, Τὰ Ὀνειρικὰ Τραγούδια», Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 30.
[30] «Δὲν πρόκειται ὅμως ἁπλὰ καὶ μόνο γιὰ μιὰ συνείδηση ποὺ θέλει νὰ ἀσκήση κριτικὴ στὸν ἤπιο ὁλοκληρωτισμὸ τῆς σύγχρονης δημοκρατίας, ἀλλὰ γιὰ μιὰ συνείδηση ποὺ κατ᾿ ἀρχὰς αἰσθάνεται δυστυχισμένη, ἐπειδὴ δὲν μπορεῖ νὰ ταυτιστῆ μὲ τὴν πλειοψηφία. Ἰδού, κατὰ τὴ γνώμη μου, ἡ ἐνδιάθετη ἀντινομία τῆς αὐθεντικῆς ποίησης, ποὺ στὰ χέρια τοῦ Μπέρρυμαν γίνεται σπαρακτική. Ἀπὸ τὴ μία ἡ συνείδηση τοῦ θεωρητικοῦ μεγαλείου τῶν θεσμῶν, ἀπὸ τὴν ἄλλη ἡ ἀδυσώπητη σύγκρουση καὶ ἡ ἀπελπισία. Γιὰ τὸν ἥρωα τοῦ Μπέρρυμαν, δὲν φαίνεται νὰ ὑπάρχη ἐλπίδα. Ἡ ἀμερικανικὴ κοινωνία δίδεται ὡς ἕνα νέο ἑγελειανὸ τέλος. Ὅποιος δὲν καταφέρνει νὰ γιατρευτῆ καὶ νὰ ἐνταχθῆ, χάνεται. Μένει ἡ φήμη, δηλαδὴ ἡ ὁλοκλήρωση ἑνὸς ἔργου, ὅπου θὰ καταγραφῆ ἡ ἡρωϊκὴ ζωὴ ἐκείνου ποὺ ἔλαβε συνείδηση τῆς ἀλήθειας αὐτῆς καὶ τὴν βίωσε μέχρι τέλους. Τὸ ἀντίτιμο τῆς δημόσιας ἐπιτυχίας εἶναι ἀκριβῶς ἡ ἀτομικὴ ἥττα, ἡ προσωπικὴ συμφορά. Δὲν ὑφίσταται ἄλλο εἶδος ἐξαγορᾶς, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν κοινωνικὴ ἔνταξη. Καὶ συνεπῶς, τίποτε ἄλλο, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἀτομική, ἀπελπισμένη ἐξέγερση καὶ τὸν θρῆνο», του ιδίου, «Tζὼν Μπέρρυμαν, Τὰ Ὀνειρικὰ Τραγούδια», Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 30.
[31] Αντώνης Ζέρβας, «Ζὼρζ Μπατάιγ “Ἕνας ἄθεος ποὺ μόνη του μέριμνα εἶναι ὁ Θεός”», Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 102.
[32] «ὅπως ὁ σοσιαλισμὸς καὶ ἡ κοινωνικὴ δικαιοσύνη δὲν ἐξαντλοῦν τὸ ἀνθρώπινο πρόβλημα, ἔτσι καὶ ἡ ἡδονὴ δὲν ἐπαρκεῖ ἀφ᾿ ἑαυτῆς γιὰ νὰ καταστῆ ἀγωγὸς φωτὸς καὶ ἀλήθειας», του ιδίου, «Ὁ Ἐμπειρίκος τῆς ἡδονῆς καὶ ἡ ἡδονὴ τῆς ἐμπειρίας», Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 175.
[33] Του ιδίου, « Ὁ Ἐμπειρίκος τῆς ἡδονῆς καὶ ἡ ἡδονὴ τῆς ἐμπειρίας», Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 175.
[34] «Καὶ ὅμως, ἡ Ἑλλάδα, τόπος μικρὸς καὶ περιφερειακός, θὰ μποροῦσε νὰ ἔχη ἀποφύγει πολλὰ ντράβαλα, ἂν οἱ σύγχρονοι διαχειριστές της ἀντιλαμβάνονταν ὅτι ὕψιστο χρέος τοῦ πολιτικοῦ ἄνδρα δὲν εἶναι ἁπλῶς ἡ εὐθύνη του γιὰ τὸ μέλλον, ἀλλὰ πρωτίστως ἡ εὐθύνη ἔναντι τοῦ παρελθόντος. Αὐτὸ ἀκριβῶς ἄλλωστε λησμόνησε καὶ ἡ Εὐρώπη καὶ αὐτὸ μέλλεται νὰ πληρώση», Αντώνης Ζέρβας, «Πρῶτες σκέψεις πάνω στὴ Δεκεμβριανὴ βία», Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 220.
[35] «Εἶναι καταπληκτικό, μὰ καὶ ἐξοργιστικό, τὸ γεγονὸς ὅτι ὅλοι στὴν Εὐρώπη τώρα στιγματίζουν τὸ σύστημα ποὺ οἱ ἴδιοι ὑπέθαλψαν, καὶ ὅλοι ἀναζητοῦν τοὺς ὑπεύθυνους. Πλὴν ὅμως ὑπεύθυνοι δὲν εἶναι ἁπλῶς οἱ μεγαλοχρηματιστὲς καὶ τραπεζίτες μὲ τὶς ἀστρονομικὲς ἀμοιβές, ἀλλὰ κι ὁ ἴδιος ὁ κοσμάκης ποὺ πίστεψε τελικῶς στὸ σύστημα, τὸ ἐμπιστεύθηκε καὶ κάθησε στὴν ἄκρη, περιμένοντας τὸ δικό του μερίδιο. Ὑπεύθυνοι εἶναι προπαντὸς οἱ λογῆς λογῆς διανοούμενοι, πρώην ἀριστεροὶ κατὰ κανόνα, ποὺ ἀφοῦ εἶδαν καὶ ἀπόδαν, ἀσπάσθηκαν ἀσμένως τὶς ἀρχὲς τῆς ἐλεύθερης καὶ ἀνταγωνιστικῆς οἰκονομίας, θέτοντας τὴν εὐφυία καὶ τὸ ταλέντο τους στὴ μακροημέρευσή της –ἀλλά, χωρὶς ἀληθινὴ παιδεία, ἀκόμη καὶ οἱ εὐφυέστερες ψυχὲς γίνονται πρῶτες στὴν κακία. Καὶ ἀρχιυπεύθυνο, τὸ πνεῦμα τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἐπιτροπῆς, πού, μὲ τὴ συμπαράσταση τῶν κρατῶν μελῶν, σχεδίασε ἕναν εὐρωπαῖο πολίτη κομμένο καὶ ραμμένο στὰ μέτρα τοῦ πάλαι θριαμβεύοντος μέσου Ἀμερικανοῦ», Αντώνης Ζέρβας, «Τὸ ἀεὶ τιμώμενον καὶ τὸ ἀεὶ ἀτιμαζόμενον», Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 107.
[36] Του ιδίου, «Ἐπίλογος. Κρίσις 2014», Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 359.
[37] Αντώνης Ζέρβας, «Μὲ ἀφορμὴ τὶς βαρεῖες τοῦ Γιάννη Πατίλη», Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 118-119.
[38] «Χρειάζεται ἐπειγόντως μιὰ νέα Εὐρώπη, μιὰ Εὐρώπη ποὺ θὰ ἀποκηρύξη τοὺς ἐμποροκράτες πατέρες καὶ θεμελιωτές της. Καὶ χρειαζόμαστε μιὰ νέα ἑλληνικὴ δημοκρατία ἱστορικῆς καὶ πνευματικῆς συνοχῆς», του ιδίου, «Πρῶτες σκέψεις πάνω στὴ Δεκεμβριανὴ βία», Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 221.
[39] «Ἀλλὰ μὲ μιὰ παιδεία χωρὶς ἐθνικὴ στοιχείωση, καὶ κατὰ συνέπεια χωρὶς καλλιέργεια τῆς ἰδέας τοῦ προορισμοῦ καὶ τοῦ χρέους, ὁ πολίτης τῆς συμμετοχικῆς δημοκρατίας θὰ παραμείνη ἕνας ἀπὸ τοὺς πολλοὺς εὐφημισμοὺς τοῦ πελάτη-χρήστη», του ιδίου, «Ὁ ὑπαρκτὸς εὐρωπαϊσμός», Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 227, και «στὸ ὄνομα τῆς εὐρωπαϊκῆς ταυτότητας ποὺ δὲν ἦταν κατὰ βάθος παρὰ μιὰ πιστωτικὴ κάρτα, ἀπωλέσαμε τὴν ἰδέα τοῦ ἔθνους, τῆς πατρίδας, τοῦ χρέους. Ἀπωλέσαμε τὴν ἰδέα τῆς πολιτικῆς ποὺ ἦταν ἀνέκαθεν σύγκρουση ἰδεῶν καὶ ὄχι ἁπλῶς συμμετοχικὴ συναίνεση», Αντώνης Ζέρβας, «Ὁ ὑπαρκτὸς εὐρωπαϊσμὸς στὸν τόπο μας», Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 230.
[40] «Τὸ τραγικὸ ὅμως εἶναι ὅτι, ἀντίθετα μὲ τὶς λοιπὲς χῶρες ποὺ ἔμειναν μετεξεταστέες, ἡ σημερινὴ Ἑλλάδα δὲν διαθέτει ἐσωτερικὴ κατευθυντήρια δύναμη. Ἐὰν διέθετε, θὰ εἶχε προτιμήσει τὴν πτώχευση, δηλαδὴ τὴ συμμετοχὴ σύσσωμου τοῦ ἔθνους στὴν ἀνοικοδόμηση», Αντώνης Ζέρβας, «Στὴ λιακάδα τῶν Βρυξελλῶν», Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 236, και «Σὲ περιόδους μεγάλων κρίσεων, εἶναι λογικὸ νὰ ἐπανενεργοποιοῦνται τὰ ἐρωτήματα τῆς συλλογικότητας καὶ νὰ ξανανοίγουν οἱ σελίδες τῆς ὑπερβατικῆς φιλολογίας τους. Κι ἂν ἡ μόνη συνετὴ λύση θὰ ἦταν εὐθὺς ἐξαρχῆς μιὰ ἐθνικὴ ἀπόφαση ἔκτακτης ἀνάγκης; Νὰ καταρτιζόταν, δηλαδή, ἕνα ἐθνικὸ μνημόνιο λιτότητας καὶ αὐστηρῆς πειθαρχίας γιὰ τὴν ἀνόρθωση τοῦ τόπου, μὲ τὴ συμμετοχὴ τοῦ λαοῦ σύσσωμου ἐπὶ ἴσοις ὅροις; Μιὰ παρόμοια πολιτικὴ ἀπόφαση θὰ προϋπέθετε σοβαρὴ ἐθνικὴ ἡγεσία, πολιτικοὺς μὲ βαθιὰ ἱστορικὴ συνείδηση τοῦ κινδύνου. Θὰ προϋπέθετε δηλαδὴ συγκεκριμένο ἑλληνικὸ νόημα καὶ ἀνάλογη κινητοποίηση. Θὰ ἦταν μιὰ ἀπάντηση στὸ κρισιμότατο ἐρώτημα γιατί ὑπάρχει τὸ ἑλληνικὸ κράτος, γιατί χρειάζεται ἡ ἐθνικὴ ἀνεξαρτησία, γιατί τέλος πάντων πρέπει νὰ μιλᾶμε ἑλληνικά. Χωρὶς τοπικὸ νόημα, καμμία καθολικότητα δὲν ἐνδιαφέρει. Χωρὶς αἷμα καὶ σάρκα, οἱ ἰδέες δὲν ἔχουν κανένα ἀντίκρισμα», του ιδίου, «Πικρὲς σκέψεις σὲ πικρὲς ἐποχές», Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 322-323.
[41] «Ὅλοι προσπαθοῦν νὰ μᾶς πείσουν καὶ νὰ πεισθοῦν μαζὶ ὅτι τὸ ζητούμενο εἶναι οἱ δέουσες διαρθρωτικὲς ἀλλαγὲς καὶ ἡ χρηστὴ διαχείριση. Παραθεωροῦν τὴν ἀρχαία ἀλήθεια ὅτι, χωρὶς ἐκφορὰ πάτριου λόγου ὑπάρξεως, κανένα εἶδος διαχείρισης δὲν μπορεῖ νὰ ἀποδώση, ἔστω κι ἂν στηρίζεται στὶς ὀρθολογικότερες μεθόδους. Λὲς καὶ μπορεῖ νὰ ἀποδώση ἡ διπλωματία, χωρὶς νὰ διαθέτη ἑτοιμοπόλεμα στατεύματα», του ιδίου, «Ἡμερολόγιο Βρυξελλῶν, Μάρτιος – Μάιος 2010», Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 276.
[42] «Ρωτοῦσα γιατί ὑπάρχει ἡ Εὐρώπη καὶ πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ ἐξαίρεται ὡς ὕπατη ἀξία ἡ ἀρχὴ τοῦ ἀνταγωνισμοῦ καὶ τῆς ἀποδοτικότητας, ἡ λατρεία τῆς τεχνολογίας, ἡ ἀναγωγὴ τῶν πάντων σὲ ἀγορὰ ὑπὸ τὸ θριαμβεῦον πρότυπο τοῦ ἐπιχειρηματία, ἡ συρρίκνωση τοῦ κοινωνικοῦ κράτους μέσω τῆς ἐλευθέρωσης τῶν ὑπηρεσιῶν, ἡ ἀσύλληπτη ἐργαλειοποίηση τῆς γλώσσας μὲ τὴν πρωτοφανῆ νηπιότητα τῶν θεαμάτων καὶ τὴν περιθωριοποίηση τοῦ πνευματικοῦ ἀντιλόγου. Μὲ λίγα λόγια, ἡ ἀπόλυτη ἐγκαθίδρυση τοῦ παγκοσμιοποιημένου οἰκονομικοῦ ἀνθρώπου. Μοῦ ἀπαντοῦσαν ὅτι ἡ Εὐρώπη ὀφείλει νὰ εἶναι ἀνταγωνιστικὴ γιὰ νὰ διασώση τὸ κοινωνικό της μοντέλο. Ὅλες ὅμως οἱ ἀποφάσεις της, ὅπως ἡ βαθμιαία μεταβολὴ τῆς οἰκονομίας σὲ χρηματοπιστωτικὴ καὶ ἀφηρημένη δραστηριότητα μὲ συνέπεια τὴν ἀποβιομηχάνιση καὶ τὶς μετεγκαταστάσεις, γεννοῦσαν τρομακτικὲς ἀνισότητες καὶ διαρκῶς αὐξανόμενη φτώχεια. Παράλληλα, ὁ δημόσιος χῶρος τῆς ἀνοικτῆς κοινωνίας καταντοῦσε τόσο ἐχθρικὸς πρὸς τὸν κοινὸ πολίτη, ὥστε νὰ διερωτᾶται κανεὶς ἂν ὄντως ζεῖ στὴν τόσο λαοπρόβλητη κοινωνία τῆς Εἰρήνης», Αντώνης Ζέρβας, «Ἀπὸ τὸ εὐρωπαϊκὸ πνεῦμα στὴν Εὐρώπη τῶν Βρυξελλῶν», Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 281-282.
[43] «Ἀντὶ νὰ μελετοῦμε καὶ νὰ κρίνουμε τί εἶναι προσφυὲς γιὰ τὸν τόπο μὲ γνώμονα τὸ ἐθνικὸ συμφέρον, υἱοθετούσαμε κάθε λογῆς καινοτομία, χωρὶς τὴν προετοιμασία ποὺ ἀπαιτεῖται γιὰ τὴ λήψη καίριων ἀποφάσεων. Ταυτοχρόνως, ἀδιαφορούσαμε γιὰ τὰ εὐρωπαϊκὰ μέτρα ποὺ θὰ μποροῦσαν ὄντως νὰ βοηθήσουν στὸν φρόνιμο ἐκσυγχρονισμὸ τοῦ τόπου. Στὸ ὄνομα τῆς ἐπερχόμενης πλὴν συνεχῶς ἀπερχόμενης Εὐρωπαϊκῆς Ἕνωσης, βιαστήκαμε νὰ διαρρήξουμε τὸν χθόνιο πυρήνα τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας πού, ἐνστιγματικῶς, ἤξερε ἀνέκαθεν, χάρη στὴν πνευματική της παράδοση, νὰ ἐξελληνίζη καὶ νὰ ἐντάσση στὴν κοινωνία. Καὶ ἔτσι, πολιτικοὶ ἡγέτες καὶ ἰθύνουσες τάξεις κατάντησαν ἀνιστόρητες καὶ ὁ λαὸς ἐκβαρβαρώθηκε» Αντώνης Ζέρβας, «Ἀπὸ τὸ εὐρωπαϊκὸ πνεῦμα στὴν Εὐρώπη τῶν Βρυξελλῶν», Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 282, και ««Ἂν ἐπιβιώσαμε μέχρι σήμερα, τὸ ὀφείλουμε στὴν ἑλληνικὴ γλώσσα καὶ σὲ ὅσους ἐπέμειναν νὰ τὴν θέτουν στὸ κέντρο τῶν μελημάτων τους. Μόνο ἡ ἀναζωπύρωση τοῦ πάτριου λόγου μπορεῖ νὰ σώση καὶ πάλι τὸν τόπο. Αὐτὸς ὁ λόγος ἐπιτελοῦσε ἀνέκαθεν τὸ ἀθέατο καὶ ποσοτικῶς ἀπροσδιόριστο μέν, πλὴν παραγωγικότατο ἔργο τῶν ἀνθρώπινων σχέσεων καὶ τοῦ συγκεκριμένου τρόπου ζωῆς ποὺ προσέλκυαν πάντα τὸν ξένο. Ὅποτε τὸ γλωσσικὸ φρόνημα παρουσίαζε κάμψη, τότε ἐμφανιζόταν ἡ ἀσχήμια καὶ τὸ ὑπέρμετρο. Ὅποτε ὁ πάτριος λόγος στόμωνε, ἀκολουθοῦσε τὸ δράμα», Αντώνης Ζέρβας, «Ἀπὸ τὸ εὐρωπαϊκὸ πνεῦμα στὴν Εὐρώπη τῶν Βρυξελλῶν», Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 282-283.
[44] Αντώνης Ζέρβας, «Ἡ Κικὴ Δημουλᾶ στὴ σειρὰ Ποίηση – Γκαλλιμάρ, 2010», Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 239.
[45] «ἡ διαμόρφωση τοῦ μέλλοντος βασίζεται στὰ προβλήματα καὶ τὰ ἐρωτήματα ποὺ μᾶς κληροδοτεῖ τὸ παρελθόν. Περὶ αὐτοῦ πρέπει νὰ ἀνησυχοῦμε καὶ ὄχι νὰ τὸ ἐξαλείψουμε. Νὰ σκεπτώμαστε δηλαδὴ ποιά πράγματα τοῦ παρελθόντος ἔχουν σημασία καὶ ποιά δὲν ἔχουν. Ἐδῶ ἔγκειται ἡ μέγιστη εὐθύνη τοῦ παρόντος. Ἡ ἐμμονὴ στὴ διαμόρφωση μέλλοντος ἐκ τοῦ μηδενὸς θὰ μποροῦσε νὰ μᾶς χώση σὲ νέους καὶ κατὰ πολὺ πιὸ ἀπαίσιους κύκλους κολάσεως. Ὅσοι πιστεύουν πὼς διαγράφοντας τὸ παρελθόν θὰ ἐξαφανίσουν διὰ μαγείας τὶς ἐθνικὲς κακοδαιμονίες, εἶναι κατὰ τὴ γνώμη μου μικροὶ προφῆτες», του ιδίου, «Α΄ – Μεγάλοι καὶ μικροὶ προφῆτες», Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 305.
[46] «Τὴν ὥρα ὅμως ποὺ σ᾿ ἐμᾶς ἐπιβάλλονται τὰ σκληρότερα δυνατὰ μέτρα τῆς νεοφιλελεύθερης λογικῆς, ἡ σκεπτόμενη Εὐρώπη θέτει σὲ ριζικὴ ἀμφισβήτηση τοὺς προσανατολισμοὺς τοῦ οἰκοδομήματός της. Ὄχι μόνο δὲν εἶναι ἐπιλήψιμες, ἀλλὰ καὶ τίθενται ἐπὶ τάπητος οἱ ἰδέες τῆς ἀπο-παγκοσμιοποίησης, τῆς ἄρσης τοῦ καθεστῶτος τῶν ἐλεύθερων συναλλαγῶν, τῆς ἐπιστροφῆς στὸν εὐρωπαϊκὸ προστατευτισμό, τῆς ἐθνικοποίησης τῶν τραπεζῶν, τῆς ἀποφασιστικῆς ἀναθεώρησης τῶν δεδομένων τῆς εὐρωζώνης. Ἔτσι, γιὰ μία ἀκόμη φορά, ὁ εὐρωπαϊκὸς διάλογος θὰ διεξαχθῆ ἐρήμην τῆς μωροφιλόδοξης Ἑλλάδος μὲ τὰ δανεικὰ κεφάλαια καὶ τὶς δανεικὲς πολιτικές», Αντώνης Ζέρβας, «Περὶ σωτηρίας», Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 287, και «Ὀφείλουμε νὰ εἴμαστε πραγματιστὲς γιὰ νὰ μὴν εἴμαστε βλάκες, ἀλλὰ δὲν ὑπάρχει μεγαλύτερη βλακεία ἀπὸ τὴ θεοποίηση τοῦ πραγματισμοῦ καὶ τῶν συναφῶν ἀντιλήψεων ποὺ κοντεύουν νὰ μᾶς πνίξουν τὰ τελευταῖα χρόνια», του ιδίου, «Α΄ – Μεγάλοι καὶ μικροὶ προφῆτες», Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 304.
[47] «[Τ]ὸ σύγχρονο κράτος θὰ καταντήση ἕνα εἶδος ὑπερεπιχείρησης, ὅπου δὲν θὰ ὑπάρχη καμμία ἀνάγκη πολιτικῆς ἀπόφασης. Θὰ εἶναι ἁπλῶς ἕνας ἀπρόσωπος γραφειοκρατικὸς μηχανισμὸς ποὺ θὰ λειτουργῆ ἀπρόσκοπτα βάσει μιᾶς προσυνειλημμένης λογικῆς, ἀνεξαρτήτως περιεχομένου. Καὶ πράγματι, εἴτε ἀπὸ ἀριστερή, εἴτε ἀπὸ φιλελεύθερη γωνιὰ καὶ νὰ κοιτάξης, ἡ προβολὴ τοῦ πράγματος δὲν παρουσιάζει καὶ μεγάλες διαφορές. Ὅλα τείνουν πρὸς μιὰ τεχνοκρατικὴ κοινωνία ποὺ λειτουργεῖ ἐρήμην τῶν προσώπων, στὴ βάση τῆς παραγωγῆς καὶ τῆς κατανάλωσης. Ὁ ὑπαρκτὸς σοσιαλισμὸς κατέρρευσε λόγω ἀδυναμίας κατανάλωσης· ὁ φιλελευθερισμὸς καθιστᾶ τὰ πάντα κατανάλωση», Αντώνης Ζέρβας, «Πικρὲς σκέψεις σὲ πικρὲς ἐποχές», Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 321.
[48] «Ἐξέλαβα τοὺς Διόσκουρους (1997) ὡς ἀπάντηση πρὸς τὰ Ἄκτα (1996), θέμα τῶν ὁποίων εἶναι ἡ περιπέτεια καὶ ἡ λύση τῆς ἑλληνικῆς «Ὁμιλίας» μας. Ἤδη ἀπὸ τὶς πρῶτες σελίδες, ὁ Ζ.Λ. δηλώνει ὅτι «πνευματικὸς προορισμὸς εἶναι: νὰ μετουσιώσουμε τὸν ἑαυτό μας σὲ “ὁμιλία”». Ἀκολουθεῖ ἡ σημαδιακὴ διευκρίνιση: μόνο ἡ Ἑλλάδα μπορεῖ νὰ κρίνη τὴν Εὐρώπη, ὑπὸ τὸν ὅρο βεβαίως ὅτι ἡ ἑλληνικὴ πνευματικότητα δὲν συγχέεται μὲ τὴν ἱστορία της (πνευματική –καὶ ὄχι ἱστορικὴ παράδοση τῶν πατέρων σου). Μοῦ μήνυε μὲ ἄλλα λόγια ποιά ἦταν, κατὰ τὴ γνώμη του, ἡ πνευματικὴ πλάνη τῶν Ἄκτων. Ἑνὸς βιβλίου ἀπαισιόδοξου καὶ ἄρα πνευματικῶς παραστρατημένου, γιὰ τὸν ἁπλούστατο λόγο ὅτι συγχέει τὴν ἑλληνικὴ ἱστορία μὲ τὴν ἑλληνικὴ πνευματικότητα», Αντώνης Ζέρβας, «Ἡ καλὴ ἐλπίδα τοῦ Ζήσιμου Λορεντζάτου. Μιὰ αὐτοβιογραφικὴ κρίση», Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 42.
[49] «Ὁ Λορεντζάτος δὲν θὰ συμφωνοῦσε ποτὲ μὲ τὴ νεώτερη ἄποψη ὅτι ἡ τέχνη πιστοποιεῖ “τὸ μὴ ἀνθρώπινο στοιχεῖο τοῦ ἀνθρώπου”. Τὸ κακὸ γι’ αὐτὸν δὲν ὑπῆρχε. Ἡ ἄβυσσος τῆς ψυχῆς τοῦ ἦταν ξένη, ὅπως καὶ τὰ ἀποκαλυπτικὰ ξελιγώματα τῆς σάρκας ἢ ἡ ἀγωνία μπροστὰ στὸ μηδὲν ἑνὸς Bataille», του ιδίου, «Ἡ καλὴ ἐλπίδα τοῦ Ζήσιμου Λορεντζάτου. Μιὰ αὐτοβιογραφικὴ κρίση», Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 46.
[50] Του ιδίου, «Ζὼρζ Μπατάιγ “Ἕνας ἄθεος ποὺ μόνη του μέριμνα εἶναι ὁ Θεός”», Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 93.
[51] «Μετὰ τὰ σαράντα ὅμως, ἐκεῖνος ποὺ προκάλεσε τὴ ριζικότερη πνευματικὴ κρίση στὴ ζωή μου ὀνομάζεται πάντα Georges Bataille», στο «Ἀντιστάθμισμα πρὸς τὴν αἰσθητικὴ μουγγαμάρα», Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 338. Πρόκειται για συνομιλία με την Έλενα Σταγκουράκη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Κουκούτσι.
[52] Του ιδίου, «Ζὼρζ Μπατάιγ “Ἕνας ἄθεος ποὺ μόνη του μέριμνα εἶναι ὁ Θεός”», Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 103.
[53] Του ιδίου, «Ὁ Ἐμπειρίκος τῆς ἡδονῆς καὶ ἡ ἡδονὴ τῆς ἐμπειρίας», Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 172.
[54] Αντώνης Ζέρβας, «Ὁ Ἐμπειρίκος τῆς ἡδονῆς καὶ ἡ ἡδονὴ τῆς ἐμπειρίας», Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 172.
[55] «Ἀνάσταση, σκεπτόμουν, ἕνα πράγμα μπορεῖ νὰ σημαίνη σήμερα: ὅτι δὲν πρέπει νὰ ἀποδίδουμε καὶ μεγάλη ἀξία στὴ ζωὴ καὶ τὶς ὑποσχέσεις της, ἂν θέλουμε νὰ ζήσουμε καλά, ὅσο θὰ ζήσουμε. Ὅτι ἡ πιὸ θανάσιμη ἀρρώστια εἶναι ἡ σύγχρονη “μελλοντοπάθεια” καὶ ὅτι τὸ μέλλον, πηγὴ κάθε δυστυχίας κατὰ τὴν πανάρχαια σοφία, εἶναι κατάρα ὡς σύστημα προόδου, κυρίως ὅταν ἀφηνώμαστε νὰ πιστέψουμε πὼς θὰ εὐτυχήσουμε, ἀλλάζοντας τὰ πάντα», Του ιδίου, «Εὐπάλιον Δωρίδος, Μ. Παρασκευὴ 2013», Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 316.
[56] «Χωρὶς ἄκρα οἱ δημοκρατίες γίνονται σούπα …», Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 350.
[57] Του ιδίου, «Ὁ συγγραφέας Jacques Chessex (1934-2009)», Μονοί Λόγοι…, ό.π., σ. 123.