Πίνακας: Ελένη Ζούνη

Διονύσιος Σκλήρης

Απο-αποικιακός φεμινισμός και διαθεματικότητα. Η σκέψη της Φρανσουάζ Βερζές

Η Φρανσουάζ Βερζές [Françoise Vergès, γ. το 1952], πολιτική επιστήμονας, ιστορικός, επιμελήτρια τέχνης, λογοτέχνης, έχει συγγράψει μια σειρά από έργα γύρω από τον απο-αποικιακό φεμινισμό (féminisme décolonal), στα οποία εκφράζει μία πολύ ιδιαίτερη προβληματική: Το γεγονός ότι κατ’ αυτήν ο φεμινισμός δεν μπορεί να απομονωθεί από άλλες βίες και να καταστεί ταυτοτικός και απομονωμένος. Τονίζει, όμως, περισσότερο τη βία του κράτους, το οποίο χρησιμοποιεί ένα είδος «λευκού οικουμενισμού» ενάντια σε πρόσφυγες και μετανάστες. Επικρίνει αυτό που ονομάζει «εκπολιτιστικός φεμινισμός», δηλαδή τη χρήση του φεμινισμού ως ενός είδους νεο-αποικιακώς θεωρούμενης ανωτερότητας έναντι του παγκόσμιου νότου. Παρατηρεί μάλιστα ότι κατά την ιστορία της αποικιοκρατίας, ο κυρίαρχος δυτικός λόγος κατασκεύασε και επέβαλε πολλές κατηγορίες, όπως ο «ομοφυλόφιλος» ή και μια ορισμένη έμφυλη κατανόηση για τη θέση των γυναικών, αλλάζοντας μορφές ανεκτικότητας που υπήρχαν σε πολλές μη δυτικές κοινωνίες, ενώ στη συνέχεια προβάλλει μια καινούργια κατανόηση ως νέο «εκπολιτισμό». Στα βιβλία της η Βερζές αναφέρεται ενίοτε στο πολύπλοκο φυλετικό προφίλ της οικογένειάς της και στη συμπλοκή του με διαφορετικές θέσεις στο γαλλικό αποικιακό σύστημα, αλλά και με τον πολιτικό ακτιβισμό.

Στο έργο Μια φεμινιστική θεωρία της βίας. Για μια αντιρατσιστική πολιτική της προστασίας (Εκτός Γραμμής, Αθήνα 2025, μετάφραση: Αριάδνη Μοσχονά, τίτλος του πρωτοτύπου: Une théorie féministe de la violence. Pour une politique antiraciste de la protection, La Fabrique, Παρίσι 2020) επιχειρεί να συναρμόσει μία επίκαιρη φεμινιστική θεωρία, όπου να θίγονται το ζήτημα του πολέμου, της οικολογικής κατάρρευσης, αλλά και των ρατσιστικών και φυλετικών χαρακτηριστικών της πατριαρχίας. Μελετά τη στρατιωτικοποίηση του δημόσιου χώρου, αλλά αντιστέκεται σε μια εύκολη θυματοποίηση των γυναικών, ιδίως των μη λευκών. Υπό αυτήν την έννοια ασκεί κριτική στην έννοια της «προστασίας των αδυνάμων», η οποία εντείνει την ανισότητα. Σκοπός της Βερζές είναι η αποδόμηση του διπόλου γυναίκες-θύματα / άνδρες δήμιοι, ακόμη κι αν εμπειρικώς συχνότατα ισχύει. Ο σκοπός της είναι η αποφυγή της ποινικοποίησης των έμφυλων ζητημάτων με την έννοια της αναγόρευσης του δικαστικού συστήματος ως έσχατου κριτή. Το κύριο πρόβλημά της είναι η δημιουργία τειχών που αποκλείουν τους θεωρούμενους ως μη λευκούς και που κατακερματίζουν το πολιτικό σώμα. Με αυτήν την έννοια στρέφεται εναντίον του «τιμωρητικού φεμινισμού». Αυτό που αντιπροτείνει είναι η αποκρατικοποίηση και απογραφειοκρατικοποίηση της προστασίας

Για την Φρανσουάζ Βερζές αποτελεί κατεξοχήν φεμινιστικό θέμα λ.χ. η αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη, η οποία φέρνει λιώσιμο των πάγων, καθώς και οι αποψιλώσεις των τροπικών δασών, οι οποίες αποτελούν την αιτία των πανδημιών από ιούς που διαπερνούν το φράγμα των ζωϊκών ειδών. Με παρόμοιους τρόπους, ο φεμινισμός στη σκέψη της Βερζές δεν είναι ένα ταυτοτικό ζήτημα, αλλά διαθέτει διαθεματικότητα και δείχνει προς την κατεύθυνση μιας ανθρώπινης καθολικότητας, αλλά χωρίς έναν οικουμενισμό με οριενταλιστικό βλέμμα. Για τη Βερζές, ο αναυθεντικός φεμινισμός θα ήταν μια επέκταση της λευκότητας σε όλον τον πλανήτη, να εσωτερικευθεί δηλαδή η κατάσταση της λευκής γυναίκας ως μία παγκόσμια νόρμα. Υπό αυτήν την έννοια, ασκεί κριτική και στην πληθωριστική χρήση της ρητορικής περί «προστασίας των αδυνάμων», την οποία θεωρεί λευκοκεντρική, ενώ αναζητεί μία περισσότερο γνήσια ενδυνάμωση, η οποία δεν θα χρειάζεται καν να περνάει μέσα από το δίπολο δυνατός/ή και αδύναμος/η. Ο φεμινιστικός αγώνας δεν νοείται, αν δεν είναι πολυθεματικός, διατέμνων, διασυνοριακός και διεθνιστικός.

Το βιβλίο αναπτύσσει ιδιαιτέρως το ζήτημα του τράφικινγκ ως μιας σύγχρονης μορφής δουλείας. Επικεντρώνει πάντως στην εξάλειψη των υλικών προϋποθέσεων που οδηγούν στην εκμετάλλευση από κυκλώματα διακίνησης. Οι μαύρες γυναίκες, αλλά και τα θύματα τράφικινγκ από άλλες φυλετικές προελεύσεις, κατασκευάζονται ως ανθεκτικές στον πόνο, ως άσχετες με τη μητρότητα. Με τον όρο misogynoir, η Βερζές θίγει ιδιαίτερα τον μισογυνισμό που έχει φυλετικά ρατσιστικά χαρακτηριστικά ενάντια στις μαύρες γυναίκες. Συνδέει, εξάλλου, τον ταυτοτισμό, κυρίως τον άνωθεν εκπορευόμενο, με τις νέες τεχνολογίες της αναγνώρισης προσώπου και γεωεντοπισμού. Το βιβλίο αντιτίθεται σε μία κρατική οδό «σωφρονιστικού φεμινισμού», δηλαδή σε μία προσφυγή στην κρατική αρωγή και καταστολή, προκειμένου να προστατευθούν οι θηλυκότητες. Ως προς αυτό, θα λέγαμε ότι η σκέψη της έχει μια σχέση με αυτήν της Σοσάνα Ζούμποφ περί καπιταλισμού της επιτήρησης. Από μια μεταποικιακή σκοπιά, θεωρεί ότι ένας λευκοκεντρικός ταυτοτικός δικαιωματισμός, δηλαδή μια έμφαση σε επιμέρους ταυτότητες «αδυνάμων» συνάδει με ένα κράτος που γίνεται όλο και πιο ισχυρό, για να προστατεύσει τα θεωρούμενα ως αδύναμα άτομα. Η Βερζές λαμβάνει θέση ενάντια στην αυστηροποίηση των ποινών και της καταστολής, καθώς αυτές πολύ συχνά στρέφονται ενάντια σε πρόσφυγες και μετανάστες με ρατσιστικό τρόπο. Κατασκευάζεται η μη λευκότητα ως εγγενώς πατριαρχική και οιονεί «πρωτόγονη» και ανατίθεται σε ένα πεφωτισμένο κράτος να εφαρμόσει από τα πάνω τον φεμινισμό ως μία ταυτοτική ιδεολογία. Αυτός ο φεμινισμός είναι οικουμενοποιητικός με την έννοια της επέκτασης της εμπειρίας του λευκού ανθρώπου με τρόπο όπου οι μεν μη λευκοί άνδρες κατασκευάζονται ως ουσιωδώς πατριαρχικοί και βίαιοι, οι δε μη λευκές γυναίκες ως αιώνια θύματα που οιονεί στερούνται την εμπρόθετη δράση. Μήπως όμως στο όνομα της απόρριψης του «λευκού οικουμενισμού» αποσιωπάται η εμπειρία γυναικών που καταπιέζονται εντός στεγανών κοινωνιών; Η Φρανσουάζ Βερζές δεν πιστεύει στην ύπαρξη «ασφαλών χώρων» (safe spaces), αλλά στην ανίχνευση των ρωγμών του συστήματος όπου μπορούν να επιτελεσθούν πρακτικές που υπερβαίνουν τον υπολογισμό.

Αντ’ αυτού η Βερζές προκρίνει μια οργανωμένη αλληλεγγύη από τα κάτω. Κυρίως, όμως, θεματοποιείται ο πόλεμος ως μία βασική μορφή κανονικοποίησης της βίας προς τις γυναίκες, ως μια ετεροκανονική ανδροκρατική κυριαρχία, αλλά και συστηματικό οπλοστάσιο καταστολής. Η πλέον βάναυση μορφή βίας αναλύεται ως ένα καθεστώς ύπαρξης. Στο στόχαστρο της συγγραφέως βρίσκονται οι νέες μορφές «μάτσο» πατριαρχίας του τραμπισμού, αλλά και ορισμένες πιο ήπιες μορφές, οι οποίες συνδέονται κατά έναν πιο ύπουλο τρόπο με τον ρατσισμό. Μεταξύ άλλων, η συγγραφέας απορρίπτει την πληθωριστική χρήση των όρων «επισφάλεια» και «ευαλωτότητα» ως οδηγούσα σε μια νέα μορφή πατερναλισμού φιλανθρωπίας. Τα παραδείγματά της αντλούνται κυρίως από τις πρώην (αλλά με διαφορετικό τρόπο και νυν) αποικιοκρατούμενες χώρες στη Λατινική Αμερική και την Αφρική, αλλά φτάνουν μέχρι και την περίοδο της πρώτης προεδρίας του Ντόναλντ Τραμπ. Η θέση της Βερζές είναι ότι δεν αποτελεί λύση ο σωφρονιστικός φεμινισμός, ο οποίος αποδίδει στο κρατικό μονοπώλιο της βίας όλες τις λύσεις για την προστασία της γυναίκας, αλλά δίνεται προτεραιότητα στον κοινωνικό αγώνα. Προκύπτουν βεβαίως προβλήματα από τη σκέψη της Βερζές, όπως λ.χ. για το αν θα μπορούσε όντως να προστατευθεί με αποτελεσματικό τρόπο μια θηλυκότητα από τη βία μόνο με βάση μια κοινοτική αλληλέγγυη. Επίσης, θα αφορούσε η θεώρησή της την εμπρόθετη δράση και ενδυνάμωση των λευκών θηλυκοτήτων που χρειάζονται να δώσουν αγώνες ενάντια στην πατριαρχία χωρίς κατ’ ανάγκην να έχουν την εμπειρία των θηλυκοτήτων που προέρχονται από (πρώην ή νυν) αποικιοκρατούμενες χώρες. Σε κάθε περίπτωση η έντονη ματιά της Βερζές διεγείρει σημαντικά ερωτήματα για την ανάγκη διαθεματικότητας του φεμινισμού με τρόπο που για πολλούς μπορεί να φανεί ακραίος, αλλά είναι ωστόσο διατυπωμένος με συνέπεια και διεξοδικότητα.

Κύλιση στην κορυφή