Διάλογος με τους μεταφραστές του ομώνυμου βιβλίου του Thomas Ogden
Μαρία Κοκκώση, Ελίνα Κανελλοπούλου και Ιωάννη Μαλογιάννη
Γρηγόρης Βασλαματζής: Από τη θέση μου ως επιστημονικού επιμελητή της έκδοσης του βιβλίου Αυτή η τέχνη της ψυχανάλυσης (εκδ. Ίκαρος, 2023) γνωρίζω πόσο επενδύσατε στο έργο της απόδοσης στην ελληνική γλώσσα. Πόσο δύσκολη ήταν η εμπειρία αυτή;
Μαρία Κοκκώση: Η μετάφραση ενός ψυχαναλυτικού έργου σε μια άλλη γλώσσα από αυτήν του πρωτοτύπου, δεν μπορεί να θεωρηθεί αμιγώς ως πρωτογενής δημιουργία γιατί το έργο έχει ήδη αποκτήσει ταυτότητα μέσα από το γλωσσικό πλαίσιο του πρωτοτύπου, αλλά και πέρα από αυτό∙ το έργο έχει προκύψει εντός ενός ευρύτερου κοινωνικο-πολιτισμικού και ιστορικού περιβάλλοντος, το οποίο διαφαίνεται στο περιεχόμενο αλλά και στη γραφή του συγγραφέα.
Αυτή η «συνθήκη» θέτει υπό μια έννοια τη μετάφραση του πρωτοτύπου έργου στο σύνορο ανάμεσα σε ένα ήδη διαμορφωμένο έργο και σε μια νέα αναδυόμενη δημιουργία. Ορισμένες στιγμές, η αίσθηση και η επίγνωση των περιορισμών είναι ουσιώδης και δυσφορική, ενώ ταυτόχρονα συνυπάρχει η ένταση και η ζωντάνια της μεταφραστικής διαδικασίας ως δημιουργίας ενός «νέου» έργου. Η μετάφραση είναι ένας δημιουργικός χώρος μετασχηματισμών, ένας τόπος όπου τα νοήματα και οι λέξεις, η σύνταξη και το περιεχόμενο δοκιμάζονται επανειλημμένα ως προς την καλύτερη σύζευξη και τη συνάντησή τους έως την τελική μορφοποίηση της μετάφρασης.
Η γραφή του Όγκντεν αποτελεί πηγή ευχαρίστησης αλλά και πρόκληση για τον μεταφράζοντα, καθώς το ύφος μεταλλάσσεται μέσα στο έργο. Ο Όγκντεν είναι δεξιοτέχνης στο πλέξιμο της θεωρητικής ψυχαναλυτικής επιστήμης με τη λογοτεχνία αλλά και με τη μακρόχρονη ψυχαναλυτική εμπειρία στην ψυχαναλυτική διαδικασία. Στο έργο αυτό έχουμε μια σύνθεση τουλάχιστον τριών διαστάσεων που προσεγγίζουν με μοναδικό τρόπο την επιστημονική αλλά και τη λογοτεχνική αισθητική. Θα προσθέσω κάτι ακόμα για το έργο του Τόμας Όγκντεν Αυτή η τέχνη της ψυχανάλυσης: ίσως είναι αναπόδραστη η αναμέτρηση του μεταφραστή όχι μόνο με τη γλωσσική απόδοση του έργου, αλλά και με το πώς θα αναδειχθεί η «υπόρρητη παρέμβαση» που θέλει να διατυπώσει ο συγγραφέας, λαμβάνοντας υπόψη μεταξύ άλλων τον συγκεκριμένο τίτλο του έργου και τα επιμέρους περιεχόμενα στα κείμενά του.
Ιωάννης Μαλογιάννης: Θα ήθελα να μιλήσω για την μεταφραστική μου εμπειρία επικεντρώνοντας στις κλινικές περιγραφές του Όγκντεν. Καθώς διάβαζα και ξαναδιάβαζα το αγγλικό κείμενο και στη συνέχεια άρχισα να κάνω τις πρώτες μεταφραστικές απόπειρες, συνειδητοποιούσα σταδιακά ότι αυτό που μου συνέβαινε συνηχούσε με τις ιδέες του συγγραφέα για τη συνάντηση των δύο υποκειμένων της αναλυτικής διαδικασίας.
Στην εισαγωγή που γράψατε ως επιστημονικός επιμελητής της έκδοσης μιλάτε για την «επίδραση Όγκντεν». Πρόκειται για τον αναστοχασμό του αναγνώστη, ιδιαίτερα αν είναι κλινικός, πάνω στη συνεδρία που περιγράφει ο συγγραφέας, την οποία ο αναγνώστης/κλινικός φαντάζεται με τον δικό του τρόπο, ανακαλώντας παράλληλα εμπειρίες της δικής του πρακτικής. Ο μεταφραστής/κλινικός υφίσταται επίσης, και μάλιστα με δραστικό τρόπο, την ίδια επίδραση. Η ανάγνωση του κειμένου πράγματι προκάλεσε πολλές αντίστοιχες δικές μου ονειροπολήσεις. Φαντάζομαι ότι οι ονειροπολήσεις αυτές δημιουργούσαν έναν ψυχικό χώρο, ο οποίος επηρέαζε την ανάδυση των μεταφραστικών μου επιλογών. Έτσι το μεταφραστικό αποτέλεσμα προέκυπτε ως ένας αναλυτικός τρίτος από την αλληλεπίδραση δύο υποκειμένων. Το ένα ήταν το κείμενο του συγγραφέα και ο τρόπος με τον οποίο προσπαθεί να αποτυπώσει την αλήθεια της εμπειρίας της συνεδρίας. Το άλλο υποκείμενο ήμουν εγώ ως μεταφραστής, που έκανα μία συνειδητή προσπάθεια να αποδώσω το νόημα του πρωτότυπου κειμένου, η οποία θεωρώ ότι χρωματίστηκε από τις ονειροπολήσεις μου.
Ελίνα Κανελλοπούλου: Διαβάζοντας για πρώτη φορά το Αυτή η τέχνη της ψυχανάλυσης του Τόμας Όγκντεν μου έκανε εντύπωση η απλή, κατανοητή γλώσσα του. Όταν άρχισα να προσπαθώ να αποδώσω το κείμενο από τα αγγλικά στα ελληνικά ήρθα αντιμέτωπη με ένα ευρύ φάσμα νοημάτων που ανοίγονταν μπροστά μου σε κάθε φράση του κειμένου. Τι εννοεί ακριβώς; Ποια λέξη, έκφραση, σύνταξη αποδίδει καλύτερα αυτό που θέλει να εκφράσει, αλλά και τον άμεσο και ποιητικό τρόπο με τον οποίο το κάνει; Όταν ο Όγκντεν εισάγει την έννοια του dreaming ως μιας ψυχικής λειτουργίας μέσω της οποίας ο άνθρωπος επεξεργάζεται τη συναισθηματική εμπειρία του, όχι μόνο όταν κοιμάται αλλά και ενώ είναι ξύπνιος, τα διαθέσιμα γλωσσικά εργαλεία δεν επαρκούσαν. Έτσι γεννήθηκε η ανάγκη για έναν νέο όρο, αυτόν της ονειροποίησης (και συνακόλουθα, της ονειροποιητικής λειτουργίας), όρο συγγενή με την έννοια του ονειρεύεσθαι του Wilfred R. Bion, διαφοροποιημένο στον βαθμό που ο Όγκντεν τον εξελίσσει και τον διευρύνει. Η εμπειρία της απόδοσης ήταν μια κοπιώδης αλλά ιδιαίτερα εποικοδομητική άσκηση δημιουργικής κατανόησης που μου υπενθύμισε πως αυτό που νομίζω πως καταλαβαίνω σε μια πρώτη ανάγνωση (ή ακρόαση) δεν είναι παρά μια πρώτη, προσωπική εντύπωση αυτού που ο άλλος εκφράζει. Αυτό ισχύει και στην συνομιλία με τον άλλον, εντός και εκτός της ψυχαναλυτικής συνεδρίας.
Γ.Β.: Είστε κλινικοί, οπότε αναρωτιέμαι εάν και πώς σας επηρέασε η μετάφραση στην κλινική σας πρακτική;
Ε.Κ.: Η εμπειρία της μετάφρασης μου υπενθύμισε πως είμαστε στην κλινική μας δουλειά, κατά κάποιον τρόπο, μεταφραστές, από την ψυχική γλώσσα του άλλου στη δική μας. Για αυτόν τον λόγο βρίσκω συχνά χρήσιμο να εκφράζω στη δική μου γλώσσα αυτό που ακούω τον άλλον να λέει. Ακούγοντας τη δική μου απόδοση οι συνομιλητές μου μπορούν είτε να βεβαιωθούν πως έγιναν κατανοητοί είτε να διαπιστώσουν πως κάτι σημαντικό χάθηκε στη μετάφραση, και έτσι να τους δοθεί η ευκαιρία να το αναδείξουν και να συνεχιστεί ο δημιουργικός διάλογος. Επιπλέον, η επαφή μου με το κείμενο του Όγκντεν επηρέασε τη στάση μου απέναντι στις «άσχετες» προσωπικές σκέψεις που ανακύπτουν κατά τη διάρκεια μιας συνεδρίας. Προηγουμένως μπορεί να έβλεπα αυτές τις σκέψεις ως πράγματι άσχετες με αυτό που συνέβαινε στη συνεδρία εκείνη τη στιγμή, και να τις αισθανόμουν ως παρεμβολές. Αν έδειχνα κάποιο ενδιαφέρον για αυτές τις σκέψεις δεν θα εστίαζα τόσο στο νόημά τους όσο σε αυτό που αντιλαμβανόμουν ως τη δική μου «απόδραση» σε αυτές. Τώρα αντιμετωπίζω διαφορετικά τις «ονειροπολήσεις» μου μέσα στη συνεδρία.
Ι.Μ.: Η επαφή με τα κείμενα του Όγκντεν, ιδιαίτερα θα τονίσω και πάλι τις κλινικές του περιγραφές, με βοήθησε να επικεντρώσω περισσότερο σε όσα συμβαίνουν σε εμένα τον ίδιο κατά τη διάρκεια της συνεδρίας με τον ασθενή μου. Με βοήθησε να προσέξω και να καταλάβω καλύτερα αυτά τα βιώματα ως μοναδικές εμπειρίες που είναι το αποτέλεσμα της συνάντησής μου με τον ασθενή. Αντιλαμβάνομαι αυτές τις εμπειρίες ως μία παλλόμενη μάζα, μέσα από την οποία καθίσταται δυνατόν, μερικές φορές, να γεννηθούν τα λόγια που αποτυπώνουν την αλήθεια της αναλυτικής σχέσης σε μία συγκεκριμένη στιγμή, όπως ακριβώς το περιγράφει ο συγγραφέας. Αυτή η αντίληψη της αλληλεπίδρασης των δύο υποκειμένων και της στιγμιαίας αλήθειας που μπορεί να συλληφθεί σε μία διατύπωση, η οποία ζωντανεύει την ύπαρξη, αποτέλεσε για εμένα ένα από τα πιο γοητευτικά στοιχεία της σκέψης του Όγκντεν που εκπτύσσεται μέσα στις γραμμές και στις σελίδες αυτού του βιβλίου.
Γ.Β.: Θα ήθελα να θέσω ένα ερώτημα. Ποιο είναι το μήνυμα του συγγραφέα που απορρέει και από τον τίτλο του έργου του Αυτή η τέχνη της ψυχανάλυσης;
Μ.Κ.: Το παρόν έργο του Όγκντεν ως ψυχαναλυτική προσέγγιση στην ψυχοθεραπεία και την ψυχική ανάπτυξη του θεραπευόμενου, προσιδιάζει υπό μια έννοια στην ιδέα του Μπίον για την ανάδυση της αλήθειας του θεραπευόμενου, του αναλυτή αλλά και της ψυχαναλυτικής συνάντησης (το Ο της εμπειρίας). Η άγνωστη αλήθεια της ψυχαναλυτικής συνεδρίας αναδύεται και μετασχηματίζεται από τις υποκειμενικότητες θεραπευόμενου-ψυχαναλυτή. Στο παρόν έργο αναδεικνύεται η ικανότητα του Όγκντεν να «ονειροποιεί» μαζί με τον θεραπευόμενο την εμπειρία της ψυχαναλυτικής συνάντησης και ως αναλυτική δυάδα να της προσδίδουν νόημα. Η ψυχανάλυση, που με τόσο πλούσιο τρόπο παρουσιάζεται στο έργο αυτό, δεν αποτελεί αναθεωρητική πρόταση, αλλά ένα παράδειγμα ζωντάνιας, ενσυναίσθησης και δημιουργικότητας στην ψυχαναλυτική διαδικασία: ένα παράδειγμα για το δυναμικό στοιχείο στη σύζευξη κλινικής εμπειρίας, θεωρίας και τέχνης που μετασχηματίζουν και εμπλουτίζουν την ψυχαναλυτική γλώσσα και την πρακτική.
Γ.Β.: Ποια παρέμβαση λοιπόν ενδεχομένως θέλησε να προτείνει ο Τόμας Όγκντεν με το έργο του Αυτή η τέχνη της ψυχανάλυσης; Άραγε τι θέλει να μας πει για την Ψυχανάλυση στον 21ο αιώνα;
Ε.Κ.: Ο Όγκντεν στο βιβλίο εξηγεί γλαφυρά τον τρόπο με τον οποίο αξιοποιεί τις δικές του ονειροπολήσεις και προσωπικές σκέψεις στη διάρκεια των συνεδριών ως πηγή πληροφορίας σχετικά με αυτό που συμβαίνει στη συνεδρία εκείνη τη στιγμή. Χρησιμοποιώντας κλινικά παραδείγματα, αναδεικνύει τα νέα επίπεδα κατανόησης που μπορεί να αποκαλυφθούν στον θεραπευτή εάν δει αυτές τις σκέψεις όχι ως αποκλειστικά δικές του, αλλά ως προϊόντα ενός τρίτου υποκειμένου που συνδημιουργείται διαρκώς από το θεραπευτικό ζευγάρι (αναλυτικός τρίτος) και τα οποία αφορούν σε αυτό που διαμείβεται στη συνεδρία τη δεδομένη στιγμή. Αντλώντας από αυτήν την κατανόηση o θεραπευτής ίσως να είναι σε θέση να πει κάτι, το οποίο ο θεραπευόμενος θα μπορέσει να αξιοποιήσει, προκειμένου να επεξεργαστεί ψυχικά ή, κατά τον Όγκντεν, προκειμένου να ονειρευτεί την έως τότε ανονείρευτη εμπειρία του.
Μ.Κ.: Η ψυχανάλυση έστρεψε την προσοχή μας στην προσπάθεια αυτογνωσίας, στο πώς ο ήρωας, ο Οιδίπους, φθάνει μέσα από τη βιούμενη εμπειρία του στην Αλήθεια της δικής του οντολογικής και ανθρώπινης υπόστασης. «Δεν έδρασα, έπαθα» λέει ο Οιδίποδας και ίσως έτσι φέρνει στο φως μια δύσβατη ψυχική διαδικασία για να προσεγγίσει κανείς και να μορφοποιήσει τη βαθύτερη Αλήθεια του εαυτού του, την υπέρτατη ψυχική πραγματικότητα.
Επιπλέον, αναλογιζόμαστε τον Ορέστη ως τον ήρωα που καταδυναστεύεται από τη φονική αλληλοβορά του οίκου του Ατρέα, ο οποίος ήταν καταραμένος και κάθε μέλος του οίκου ήταν καταδικασμένο να πεθάνει πρόωρα. Ο Ορέστης ήταν αυτός που τελικά έβαλε τέλος στην κατάρα και έφερε ειρήνη στον οίκο. Άραγε πώς πραγματοποιείται η λυτρωτική διαδρομή, από τη σκοπιά της ψυχανάλυσης μια εσωτερική διαδρομή η οποία περιέχει την ανάδυση νέων καθορισμών, νέων παραστάσεων και αναπαραστάσεων του οντολογικού νοήματος; Ο Όγκντεν στο παρόν έργο του, προσφέρει μια απεικόνιση της ψυχαναλυτικής διαδικασίας, την οποία, αυθαίρετα βέβαια, φανταζόμαστε ότι ίσως και ο ίδιος ο Φρόυντ, αν είχε τη δυνατότητα να ζήσει πέρα από τα ανθρώπινα όρια της ζωής του, ενδεχομένως θα είχε φθάσει σε επινοήσεις παρόμοιες με αυτές που έφεραν αργότερα η Μ. Κλάιν, ο Γουίνικοτ, ο Μπίον, ή άλλοι της γαλλικής ή λατινοαμερικανικής ψυχαναλυτικής παράδοσης. Ίσως να έφθανε να πει για την ψυχανάλυση αυτό που υποφώσκει στον τίτλο του παρόντος έργου Αυτή η τέχνη της ψυχανάλυσης, η οποία φαίνεται να είναι μια Τέχνη που «ονειροποιεί το γίγνεσθαι» της ψυχαναλυτικής διαδικασίας, που ευοδώνει μια διαρκώς ρέουσα ψυχανάλυση, μια ψυχανάλυση που μορφοποιείται από την εμπειρία των υποκειμένων, τη συλλογικότητα και τον πολιτισμό, όπως η ομιλούμενη γλώσσα που ως ζωντανή οντότητα συνομιλεί με τον χρόνο και την ιστορία, που συμπορεύεται με τον πολιτισμό και την εποχή εντός της οποίας εκφράζεται και πραγματοποιείται.

