α. Πώς μπήκατε στη ζωγραφική, ποιες ήταν οι αφορμές, οι δάσκαλοι, οι επιρροές, πώς θα χαρακτηρίζατε τη δουλειά σας από άποψη θεματικών/υλικών/τεχνικής;
Πάντα ζωγράφιζα, από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου. Ήθελα να σχηματοποιώ φανταστικές περιπέτειες, αλλά και περιβάλλοντα. Συγκεκριμένα, ως παιδί με συνάρπαζε η άγρια φύση και τα ζώα, έτσι είχα την ανάγκη να τα ζωγραφίζω συνεχώς μέχρι να ικανοποιηθώ από το αποτέλεσμα, ξανά και ξανά. Βεβαίως αργότερα τα θέματα άλλαξαν, όμως η αγάπη για τη φύση και το τοπίο παρέμεινε αλώβητη. Τα κείμενα που με επηρέασαν εκείνη την περίοδο προέρχονταν κυρίως από ένα βιβλίο που είχε πέσει στα χέρια μου με τίτλο Αφηγήσεις μεγάλων κυνηγών. Επρόκειτο για ένα μικρό βιβλίο με λίγες ασπρόμαυρες φωτογραφίες και κείμενα-αφηγήσεις κυνηγετικών κατορθωμάτων, τα οποία εκτυλίσσονταν σε τροπικές χώρες, μέσα σε αδιαπέραστα τροπικά δάση. Εκεί μέσα παρήλαυναν ιαγουάροι, πύθωνες, κροκόδειλοι, τίγρεις και πολλά άλλα, τα οποία εξίταραν την παιδική μου φαντασία στο έπακρο, σπρώχνοντάς με στο να αναπαριστώ σκηνές από τα εν λόγω κείμενα. Τελικά ήταν πολύ σημαντικό μάθημα, αφού ζωγράφιζα κυρίως με μολύβι. Η προσπάθεια της αναπαράστασης των σχεδίων στη γούνα των θηρίων και του παιχνιδίσματος του φωτός και της σκιάς στα πυκνά δάση, έχει απαιτήσεις, απαιτήσεις σε πολύ λεπτούς τόνους και ημιτόνια.
Αργότερα άρχισα να ζωγραφίζω άλλου είδους θέματα, χρησιμοποιώντας αυγοτέμπερα με πολύ καλό αποτέλεσμα από την αρχή. Έτσι συνεχίζω ακόμη με αυτό το υλικό, αφού ικανοποιεί όλες μου τις απαιτήσεις. Επηρεάστηκα από πολλούς ζωγράφους διαφόρων εποχών, γνωστούς και αγνώστους. Θαυμάζω ιδιαίτερα τον Βερμέερ, τον Ντύρερ, τα αρχαία ελληνικά γλυπτά, αλλά και όλη την τέχνη όλου του αρχαίου κόσμου, της Άπω Ανατολής, την τέχνη της μέσης Αμερικής, την αφρικανική τέχνη του βασιλείου του Ιφέ και τη ζωγραφική των σπηλαίων. Στη δουλειά μου δεν διστάζω να χρησιμοποιήσω οτιδήποτε θεωρώ ότι θα εξυπηρετεί το τελικό αποτέλεσμα, συμπεριλαμβανομένης της χάραξης με αιχμηρά εργαλεία.
β. Πώς βλέπετε τη σημερινή ζωγραφική στην Ελλάδα και στον κόσμο; Ποιες τάσεις διακρίνετε;
Κοιτάξτε, αυτό που βλέπω είναι πως είτε όλοι προσπαθούν να πρωτοτυπήσουν εφευρίσκοντας με το ζόρι κάτι που υποτίθεται πως είναι νέο είτε προσπαθούν να πλασαριστούν ως συνεχιστές, αντίγραφα ουσιαστικά, μεγάλων καλλιτεχνών ή σχολών του παρελθόντος κυρίως. Κατά τ’ άλλα έχουμε τα γκράφιτι –που δεν τα θεωρώ ζωγραφική–, αναφορές σε κόμικ και διάφορα τέτοια πράγματα, με λίγες φωτεινές εξαιρέσεις.
γ. Υπάρχει εικαστική κριτική στη χώρα μας; Και ευρύτερα: διαπαιδαγωγείται ο νέος Έλληνας στην τέχνη, σ’ έναν τρόπο να αγαπάει το ωραίο ή να αναπτύσσει δικά του κριτήρια γι’ αυτό;
Συνήθως όχι. Η πλειοψηφία των κριτικών περιορίζεται ουσιαστικά σε μια περιγραφή του έργου, η οποία απλώς γίνεται μέσω βαρύγδουπων και πολύπλοκων φράσεων, ακόμα και εν μέσω ψυχολογικών συνειρμών. Όλα αυτά συνήθως το μόνο που προσφέρουν είναι μια πηγαία απορία, η οποία θα μπορούσε να διατυπωθεί με τη φράση «μα τι σχέση έχουν αυτά με τη ζωγραφική;» Η αλήθεια είναι πως δύσκολα μπορεί κάποιος να γράψει σοβαρή κριτική για ένα έργο, όταν δεν κάθισε ποτέ να τραβήξει μια γραμμή ο ίδιος. Το πρόβλημα είναι πως οι περισσότεροι κριτικοί τέχνης –όχι όλοι– στην πραγματικότητα δεν καταλαβαίνουν τι κάνει ή πώς σκέφτεται ένας ζωγράφος, με αποτέλεσμα πολλές φορές το όλο πράγμα να καταλήγει σε μια διανθισμένη μεν, ανιαρή δε περιγραφή της εικόνας. Δεν είναι κριτικός όποιος σπούδασε ιστορία της τέχνης, ούτε ζωγράφος όποιος τελείωσε μια σχολή καλών τεχνών. Όσο για τη διαπαιδαγώγηση των νέων στην τέχνη κ.λπ., νομίζω ότι αυτά που έγραψα πιο πριν καλύπτουν επαρκώς το θέμα.
δ. Πόσο επηρέασε την αγορά των έργων τέχνης αλλά και την προσωπική σας δουλειά η κρίση των τελευταίων χρόνων (οικονομική και υγειονομική);
Οι κρίσεις που περνάμε επηρέασαν κάθε τομέα της ζωής. Όσον αφορά την προσωπική μου δουλειά, δεν νομίζω ότι επηρεάστηκε ιδιαίτερα.
ε. Ποια είναι τα επόμενα σχέδιά σας;
Για την ώρα δεν έχω κάποιο σχέδιο εκτός του να κάνω ό,τι κάνω συνήθως, δηλαδή να ζωγραφίζω.