Airgasme, στα γαλλικά είναι η ηδονή που νιώθεις πετώντας τη μάσκα· hydroalcoolisme η κατάχρηση απολυμαντικού υγρού· masquàraz το «μασκαριλίκι» του ν’ αφήνεις απ’ έξω τη μύτη. Απ’ τους απλούς πολίτες ως τους προέδρους και πρωθυπουργούς, όλοι κάτι έχουν συνεισφέρει στη γλώσσα που έχασε τη γεύση όχι μόνο επειδή έχει νοσήσει, ούτε γιατί εστίαση και πολιτιστικά είναι τόσους μήνες κλειστά.
Το «έχουμε (κανονικό) πόλεμο» έχει πολιτογραφηθεί στα γλωσσικά universals, ενώ η «μάχη με τον αόρατο εχθρό» θα παραπέμπει πάντα στον Γάλλο πρόεδρο (θα πρέπει να είχε ξεχάσει προς στιγμή την ύπαρξη των μικροσκοπίων). Λίγο μετά, και με τα τεστ δωρεάν στη Γαλλία για όλους (με ή χωρίς συμπτώματα), κυκλοφόρησε το vivre avec le virus («θα ζήσουμε με τον ιό») –ας προσεχτεί και η διπλή παρήχηση–, που αποδείχθηκε αλήθεια και ψέμα μαζί.
Οξύμωρο, αν σκεφτεί κανείς τους θανάτους –στις 20 Μαρτίου, όταν τελικά επιβλήθηκε το τρίτο («soft» αρχικά) lockdown στο Παρίσι και σε άλλα 18 διαμερίσματα της Γαλλίας, ο ζοφερός αριθμός προσέγγιζε τις 92.000. Μήπως τα μέτρα είναι ημίμετρα, αναρωτιόντουσαν κάποιοι – μήπως τα (ημί)μετρα σχετίζονται και με τις εκλογές που έρχονται του χρόνου; Για «νίκη του πολιτικού έναντι του επιστημονικού» είχαν μιλήσει οι προεδρικοί κύκλοι, όταν στα τέλη Γενάρη δεν ανακοινώθηκε το lockdown που θεωρούσαμε πως δεν θα αποφεύγαμε.
Το «vivre avec»ήταν «métro, boulot, dodo» («μετρό, δουλειά και ύπνος»), με κύριο μέτρο για την προστασία των νοσοκομείων την πολύμηνη –καθημερινές και σχόλες, από τις έξι για δυόμισι μήνες– νυχτερινή απαγόρευση. «Vivre avec»και γιατί απ’ τον Σεπτέμβρη μέχρι τον Απρίλη δεν έκλεισαν καθόλου τα σχολεία (με «υβριδικό» σύστημα διδασκαλίας στο λύκειο: η μισή τάξη δια ζώσης, και οι υπόλοιποι να παρακολουθούν συνδεδεμένοι –οι σχολικές αίθουσες διαθέτουν μια σχετική υποδομή). Η εκπαιδευτική κοινότητα το έκανε πράξη, κι ας βρίσκεται από πέρυσι σε κόντρα με τον υπουργό Παιδείας, που τουίταρε προκλητικά στα τέλη του Μάρτη «Πάμε σχολείο, μένουμε υγιείς».
Το σύνθημα του τρίτου lockdown («Φρένο χωρίς εγκλεισμό») ίσα που έβγαλε τον μήνα. Στις 31 Μαρτίου, ο πρόεδρος ξαναβγήκε να μιλήσει στον λαό (με σλόγκαν πλέον «Φρένο στον ιό»), ανακοινώνοντας αυτή τη φορά το κλείσιμο των σχολείων για 3-4 βδομάδες (οι δύο συμπίπτουν με τις εαρινές σχολικές διακοπές) και την απαγόρευση της κατανάλωσης αλκοόλ στις όχθες του Σηκουάνα, «θυσίες» που δοκίμασε να αντισταθμίσει με υποσχέσεις (για ταχύτερο εμβολιασμό και άνοιγμα των πολιτιστικών από μέσα Μαΐου), και βέβαια τη διαβεβαίωση ότι η άκρη του τούνελ δεν θα αργήσει να φανεί (παθητική φωνή και τριτοπρόσωπη σύνταξη).
Θα μπορούσαν να είναι λιγότερο θεατρινίστικα όλα αυτά, κι όχι για λόγους απλώς αισθητικούς. H γλώσσα που υποτιμά τον συνομιλητή είναι δηλωτική μιας ηγεσίας που στην ουσία αποφασίζει μόνη, χωρίς να συνδιαλέγεται.
Γλώσσα χειριστική, ψεύτικα παραμυθητική. Γλώσσα ανταγωνιστική. Το «εμείς τα πήγαμε καλύτερα από πολλούς άλλους» δεν το είδα μόνο σε ελληνική εφημερίδα. Αναγνωρίζουμε την οσμή μιας τέτοιας κουβέντας, αλλά έρχονται στιγμές που το πιστεύουμε. Ότι κάποιοι άλλοι είναι πολύ χειρότερα, ότι εμείς βρισκόμαστε πλησιέστερα στη λύση. Ισχύει ίσως. Αυτό που δεν ισχύει όμως είναι ότι η δική μας λύση δεν κινδυνεύει από τα προβλήματα των άλλων.
Στη Γαλλία λοιπόν, με περισσότερους από 96.000 θανάτους και με ανοιχτά ως το τέλος Μαρτίου σχολεία και λιανεμπόριο, «τα πήγαμε καλύτερα» απ’ ό,τι τα πήγαν στην Αγγλία, με 127.000 θανάτους (150.000 σύμφωνα με την Guardian), παρά το «σκληρό», μεγάλης διάρκειας lockdown. «Καλύτερα» ωστόσο τα πήγε απ’ όλους στην Ευρώπη η Αγγλία, όταν μέτρο σύγκρισης έγιναν οι εμβολιασμοί. (Ένα μυστήριο πράγμα η μνήμη: με το που άρχισε να χορηγείται η πρώτη δόση, τσουπ, ξανά ο Μπόρις πρώτος στις δημοσκοπήσεις.)
«Η καλύτερη διαφήμιση για το Brexit» χαρακτήρισαν κάποιοι στην άλλη πλευρά της Μάγχης τη διαμάχη της Κομισιόν με την ΑstraΖeneca και τις καθυστερήσεις στους εμβολιασμούς. «Πολλές ευρωπαϊκές χώρες, έχοντας πληγεί από το υπερβολικά αργό –[«σαλιγκαρίσιο»]– πρόγραμμα εμβολιασμού, αποδίδουν τη ραγδαία άνοδο των κρουσμάτων στη διασπορά των μεταλλάξεων», έγραφε στα μέσα Μαρτίου δημοσιογράφος της Guardian – στο «μεταλλάξεων» χτυπάει κάπως η αοριστία και ο πληθυντικός.
«Το εμβόλιο είναι το εθνικό μας success story», τουίταρε ο Βρετανός υπουργός Υγείας, όταν εμβολιάστηκαν με την πρώτη δόση οι μισοί ενήλικες Βρετανοί. «Εθνικό» η λέξη κλειδί, και σκόπιμη η αμφισημία –«εμβόλιο» τόσο για το «εμβόλιο της Οξφόρδης», όσο και για το βρετανικό πρόγραμμα εμβολιασμού. Για «εμβολιακό εθνικισμό» μίλησαν κάποιοι στην από δω μεριά της Μάγχης, όταν αποκαλύφθηκε ότι η βρετανο-σουηδική AstraZeneca είχε δεσμευτεί να παραδώσει πρώτα 100 εκατομμύρια δόσεις για τη Βρετανία, με αποτέλεσμα να παραβιάσει το συμβόλαιό της με την Ε.Ε. Ανερυθρίαστα (και γιατί να ντραπεί;) ο Βρετανός υπουργός Υγείας εξήγησε στη Financial Times πως το βρετανικό συμβόλαιο «νίκησε» («trumped» – φροϋδικό ολίσθημα;) το συμβόλαιο της Ε.Ε., γιατί η Ε.Ε. έκανε με την AstraZeneca μια συμφωνία τύπου «καλή τη πίστει» («best efforts»), ενώ το Λονδίνο απαίτησε αποκλειστικότητα. Να τι εννοούσε ο Μπόρις όταν είπε: «χρωστάμε την επιτυχία στην απληστία και στον καπιταλισμό.»
Η σύμπραξη της γερμανικής BioNTech με την αμερικάνικη Pfizer και η απαγόρευση εξαγωγής των εμβολίων που παράγονται σε αμερικανικό έδαφος συνέβαλαν στο να κινηθεί ανάποδα η αλυσίδα εφοδιασμού: τα αμερικανικά εργοστάσια για την Αμερική και τα ευρωπαϊκά για όλο τον κόσμο, με εκατομμύρια δόσεις Pfizer να έχουν εξαχθεί στη Βρετανία, τον Καναδά ή το Μεξικό. Τα πράγματα θα ήταν ίσως διαφορετικά αν η BioNTech είχε υπογράψει συμβόλαιο ας πούμε με τη Bayer. Τα πράγματα ασφαλώς θα ήταν τελείως διαφορετικά, αν το πολύτιμο εμβόλιο είχε γίνει (από κάποιο θαύμα καλοσύνης) παγκόσμιο κοινό αγαθό.
Το πώς τα πάμε στη δική μας χώρα –καλύτερα–, φτάνει να γίνεται το ελιξίριο του καθησυχασμού. Κι όμως, ήδη από τα τέλη Φλεβάρη, κι ενώ οι εφημερίδες εξακολουθούσαν τις συγκρίσεις (ποιοι είναι καλύτερα από ποιους, ποιοι θα μπορέσουν να επιβάλουν διαβατήριο εισόδου σε ποιους), ο ΟΗΕ προειδοποιούσε πως δεκάδες χώρες –ένας πληθυσμός 2.5 δις που το υπάρχον πρόγραμμα Covax ελάχιστα μπορεί να ανακουφίσει– δεν έχουν λάβει ούτε μια δόση εμβολίου. Αποτελούν πρόσφορο έδαφος για νέες μεταλλάξεις που θα μπορούσαν να επηρεάσουν την αποτελεσματικότητα διαγνωστικών τεστ και εμβολίων. Που μου θυμίζει κάτι που διάβασα κάποτε για τα φρούτα στη φρουτιέρα –άσχετο το ποια φρούτα έχουν αρχίσει να μου φαίνονται πιο άνοστα.
Ένα φρούτο που έχει αρχίσει να ωριμάζει (σε μεγαλύτερο βαθμό όταν έχει αρχίσει να σαπίζει), παράγει κάτι σαν ορμόνη, το αιθυλένιο («ορμόνη ωρίμανσης»), και σε επαφή (ή γεωγραφική εγγύτητα) με άλλα φρούτα, τα κάνει να ωριμάζουν και να σαπίζουν νωρίτερα. Το θέμα είναι αν (και πώς) μπορεί να «βγει» απ’ τη φρουτιέρα το φρούτο που τα έχει πάει καλύτερα, όταν η φρουτιέρα είναι η (γεωγραφική) Ευρώπη ή και η υδρόγειος σφαίρα, κι ενώ περιστοιχίζεται από φρούτα των οποίων η διαδικασία ωρίμανσης ακόμη επιταχύνεται.
Ζημιογόνα απαισιοδοξία κινδυνεύει να χαρακτηριστεί ο όποιος σκεπτικισμός. Κλείνουμε σε πολλά τα μάτια, εστιάζοντας, όπως οι πολιτικοί, στο βραχυπρόθεσμο. Κυρίως από φόβο και επειδή ανθρώπινο είναι να ελπίζει κανείς ότι θα αποκατασταθεί σύντομα πια η «κανονικότητα». Μόνο που κανονικότητα δεν υπήρχε ούτε πριν για όλους, αν κοιτάξουμε πέρα απ’ τον στενό μας περίγυρο. Απ’ την αρχή αυτής της ιστορίας, πολλά «στοιχήματα» μπήκαν για να μη χάσουν κάποιοι σε δημοτικότητα, και το κόστος αποδεικνύεται υπέρογκο. Ας μην αδιαφορούμε για τη συνολική εικόνα, που είναι επικίνδυνα ακανόνιστη. Ας δούμε πιο μακριά απ’ αυτό το καλοκαίρι, πέρα από τα δικά μας σύνορα. Με αμεροληψία και χωρίς τον φόβο που οδηγεί σε απλουστευτική ερμηνεία των πραγμάτων και σε πνευματική συνθηκολόγηση.
Παρίσι, Απρίλης 2021