Συνέντευξη στον Κώστα Δασκαλάκη
Η συνέντευξη με τον Φράνκο «Μπίφο» Μπεράρντι πραγματοποιήθηκε μέσω βιντεοκλήσης στις 19 Μαρτίου 2025. Στη συνέντευξη αναλύθηκαν θεματικές όπως η φύση και οι επιπτώσεις της χρηματιστικοποίησης, οι συνέπειες της αυτοματοποίησης στη σκέψη, το σύγχρονο ασυνείδητο και η αξία της ποίησης. Θέλω να ευχαριστήσω τον σημαντικό αυτό φιλόσοφο για την ευγένειά του και την προθυμία του να παραχωρήσει τον χρόνο του σε εμένα, που του ήμουν εντελώς άγνωστος, έτσι ώστε να πραγματοποιηθεί η συνέντευξη. Μεταγράφηκε η βιντεοσκόπηση και στη συνέχεια μεταφράστηκε από τα αγγλικά. Επισυνάπτεται και το οπτικοακουστικό αρχείο.
Κώστας Δασκαλάκης: Εντάξει, η ηχογράφηση έχει ξεκινήσει. Σήμερα μιλάμε με έναν από τους πιο εξέχοντες πολιτικούς θεωρητικούς και ακτιβιστές της εποχής μας και της γενιάς μας [1], τον Φράνκο «Μπίφο» Μπεράρντι, ιδρυτή του διάσημου ραδιοφωνικού σταθμού Radio Alice, το 1976. Έχει δημοσιεύσει πάνω από 24 βιβλία και ασχολείται με πολύ σημαντικά θέματα που αφορούν τον σύγχρονο καπιταλισμό, την τρέχουσα ψυχολογική κατάσταση της ανθρωπότητας και τον πολιτισμό γενικότερα.
Ως εισαγωγή, θα ήθελα να σας ρωτήσω [2] πώς η χρηματιστικοποίηση και η διανοητική αυτοματοποίηση έχουν επηρεάσει τη σύγχρονη κουλτούρα και πολιτική, και αν έχουν δημιουργήσει μη αναστρέψιμες μεταλλάξεις στον ψυχισμό, αλλά και σε σχέση με τις φυσικές καταστροφές, τον πόλεμο και την οικονομία.
Φράνκο Μπεράρντι: Λοιπόν, θέτεις ένα πολύ σύνθετο και περίπλοκο ερώτημα, γιατί αφορά τη χρηματιστικοποίηση αλλά και τις επιπτώσεις της χρηματιστικοποίησης όχι μόνο στην οικονομία, αλλά και στην κοινωνική υποκειμενικότητα, σωστά; Ας προσπαθήσουμε λοιπόν να κατανοήσουμε τι σημαίνει η χρηματιστικοποίηση στο πλαίσιό μας. Η χρηματιστικοποίηση μπορεί να περιγραφεί ως η τελική διαδικασία αφαίρεσης στη σχέση μεταξύ της ανθρώπινης δραστηριότητας και της οικονομίας. Η αφαίρεση είναι η κύρια δύναμη που αλλάζει τον οικονομικό τομέα. Στο παρελθόν, αυτό της βιομηχανικής οικονομίας, οι άνθρωποι ασχολούνταν ουσιαστικά με υλικά πράγματα, με τη μεταμόρφωση της φυσικής ύλης. Στη συνέχεια, τον 20ό αιώνα, η λειτουργία του χρήματος έγινε όλο και πιο κρίσιμη στην ίδια την παραγωγή του πλούτου. Θα έλεγα ότι ο θεωρητικός που μου έρχεται στο μυαλό είναι ο Κρίστιαν Μαράτσι [Christian Marazzi]. Ο Κρίστιαν Μαράτσι είναι Ελβετός οικονομολόγος που έγραψε το βιβλίο Il posto dei calzini, The place of sockets [3], το 1994, όπου λέει ότι το χρήμα είναι ουσιαστικά ένα γλωσσικό, σημειολογικό αντικείμενο, σωστά; Είναι ένα σημείο. Αυτό είναι το χρήμα, είναι απλώς μια εκφορά [του λόγου]. Αλλά κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα, η γλώσσα, η εκφορά αποκτά κρίσιμη θέση στην ίδια τη διαδικασία της συσσώρευσης κεφαλαίου. Έτσι, η χρηματιστικοποίηση μπορεί να περιγραφεί ως μια διαδικασία μετάφρασης της οικονομίας σε γλώσσα. Η γλώσσα αποκτά κεντρική θέση κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα, αλλά στο τέλος του 20ού αιώνα, η ψηφιακή επανάσταση πολλαπλασίασε την ισχύ, την οικονομική ισχύ, της γλώσσας. Η γλώσσα γίνεται άμεσα μία παραγωγική δύναμη.
Σε αυτό το σημείο, το πρόβλημα είναι ποια είναι η επίδραση αυτής της χρηματιστικοποίησης στην κοινωνία και, ιδίως, στην κοινωνική υποκειμενικότητα; Ας πούμε ότι η χρηματιστικοποίηση μετατρέπει τη δραστηριότητα των ανθρώπων, ιδίως των διανοητικών εργατών [4], σε θραύσματα πλούτου. Θραύσματα… Ο κατακερματισμός είναι ουσιώδης στη διαδικασία της χρηματοοικονομικής αφαίρεσης. Καταλαβαίνεις ότι αν παράγεις υλικά πράγματα, η διαδικασία αναπτύσσεται γύρω από τα υλικά πράγματα. Αν ενεργείς στον τομέα της σημειωτικής, λοιπόν… το δίκτυο είναι ένα είδος ωκεανού θραυσμάτων που συνεχώς συνδυάζονται και ανασυνδυάζονται στη διαδικασία της παραγωγής και της διανομής. Το θέμα είναι ότι αυτός ο κατακερματισμός της χρηματοοικονομικής υπόστασης μεταφράζεται σε κατακερματισμό της ανθρώπινης δραστηριότητας, γιατί η δραστηριότητα του παλιού βιομηχανικού εργάτη ήταν συνδεδεμένη με τoν τόπο, συνδεδεμένη με το αντικείμενο. Η δραστηριότητα του διανοητικού εργάτη και των εργαζομένων στην εποχή των ψηφιακών πλατφορμών, αυτό το είδος δραστηριότητας δεν είναι πλέον συνεχές και υλικό, είναι εντελώς διασκορπισμένο [5]. Δρούμε σε ένα είδος ωκεανού θραυσμάτων δραστηριότητας, παραγωγής, αξίας. Αυτός ο τύπος διασκορπισμού είναι το υπόβαθρο της επισφαλούς εργασίας. Η δουλειά, η εργασία… η ανθρώπινη εργασία γίνεται όλο και πιο επισφαλής, επειδή ο καπιταλιστής δεν χρειάζεται τη δική σου εργασία. Ο καπιταλιστής χρειάζεται θραύσματα εργασίας που μπορούν να συλληφθούν παντού στο δίκτυο. Αυτή είναι η μεταμόρφωση. Η μεταμόρφωση έχει καταστήσει εύθραυστη την κοινωνική υποκειμενικότητα. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η εργατική τάξη έχει ηττηθεί. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η νέα εργατική τάξη, οι διανοούμενοι, οι διανοητικοί εργάτες, φαίνεται να είναι ανίκανοι να δημιουργήσουν ένα κίνημα, να δημιουργήσουν δεσμούς αλληλεγγύης. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η γενιά σας είναι τόσο πολιτικά ανίκανη, κοινωνικά αδύναμη. Λόγω αυτού του είδους κατακερματισμού της υποκειμενικότητας.
Θα μπορούσατε λοιπόν να το συνδέσετε αυτό με την έννοια της διανοητικής αυτοματοποίησης, για την οποία μιλήσατε, και με το πώς, στην ουσία, όλες οι επιλογές μας –θα το συνδέσω αργότερα και με τη μελλοντικότητα [6]– πώς οι επιλογές μας προεπιλέγονται και παγιδεύονται; Το φάσμα των δυνατοτήτων μας αιχμαλωτίζεται από τη διανοητική αυτοματοποίηση, και αυτό δημιουργεί μια αίσθηση πολιτικής ανικανότητας. Α, και με συγχωρείτε, επειδή μιλούσατε για ανικανότητα, ήθελα να το συνδέσω με την διανοητική αυτοματοποίηση, και θα ήταν ενδιαφέρον να μας πείτε αν πιστεύετε ότι αυτές οι μεταλλάξεις είναι σήμερα μη αναστρέψιμες ή όχι. (Οι μεταλλάξεις που προκαλούνται από) τη χρηματιστικοποίηση και τη διανοητική αυτοματοποίηση.
Όσο πιο πολυεπίπεδη, κατακερματισμένη και περίπλοκη γίνεται η διαδικασία, τόσο λιγότερο είμαστε σε θέση να ελέγξουμε άμεσα τη διαδικασία. Και εμείς, ας πούμε, η καπιταλιστική κοινωνία, χρειάζεται αυτοματισμούς. Επειδή, τι είναι ο αυτοματισμός; Είναι μια μεταφορά του ανθρώπινου ελέγχου της διαδικασίας σε μια διαδικασία που αναπτύσσεται από τη μηχανή. Όσο πιο κατακερματισμένη και επισφαλής γίνεται η ανθρώπινη εργασία, τόσο περισσότερο χρειαζόμαστε μία αυτοματοποίηση του ανασυνδυασμού της κατακερματισμένης εργασίας. Επιπλέον, η νοητική δραστηριότητα ενσωματώνεται από τη μηχανή σε σημείο που αναπτύσσεται ένα είδος ομοιώματος της ανθρώπινης νοημοσύνης. Η τεχνητή νοημοσύνη είναι, κατά μία έννοια, η ολοκλήρωση αυτής της διαδικασίας αυτοματοποίησης της νοητικής δραστηριότητας. Το θέμα είναι ότι όσο περισσότερο οι άνθρωποι χρησιμοποιούν προθέσεις/τεχνητά μέλη, τόσο περισσότερο χάνουν τις ικανότητές τους. Τώρα αναπτύσσουμε ένα «προσθετικό» του νου μας, της ικανότητάς μας να σκεφτόμαστε και να γράφουμε. Τι θα έπρεπε να περιμένουμε;
Ίσως γνωρίζεις τον Πολ Γκράχαμ [Paul Graham]. Ο Πολ Γκράχαμ είναι ένας Αμερικανός θεωρητικός που δραστηριοποιήθηκε στο Y Combinator, σε ένα think tank που ονομάζεται Y Combinator. Έγραψε ένα κείμενο για την απώλεια της ικανότητας γραφής. Λέει ότι τώρα έχουμε μια μηχανή που έχει την ικανότητα όχι μόνο να απαντά σε ερωτήσεις, αλλά και να αναπτύσσει ένα θέμα. Αυτό σίγουρα θα ωθήσει τους ανθρώπους να εγκαταλείψουν τη δραστηριότητα της γραφής. Νομίζω ότι 300 εκατομμύρια άνθρωποι είναι εγγεγραμμένοι στο Chat GPT. Αυτό σημαίνει ότι ένας τεράστιος αριθμός φοιτητών, νέων ανθρώπων, εγκαταλείπουν τη δραστηριότητα της γραφής. Ο Πολ Γκράχαμ, στο σύντομο κείμενό του, λέει: «Και λοιπόν; Οι άνθρωποι θα σταματήσουν να γράφουν. Είναι πρόβλημα ή όχι;». Λέει ότι ναι, είναι πρόβλημα, γιατί το να μη μπορείς να γράψεις, η απώλεια της ικανότητας γραφής, συνεπάγεται κάτι στο πεδίο της σκέψης. Η σκέψη, στον βαθμό που την κατανοούμε, έχει διαμορφωθεί βαθιά από την ικανότητά μας να μεταφράζουμε σε γραπτό κείμενο. Ένας Βρετανός ανθρωπολόγος, ο Τζακ Γκούντι [Jack Goody], σε ένα κείμενο με τίτλο The Domestication of the Savage Mind, εξηγεί ότι η κριτική σκέψη δεν είναι μια φυσική ικανότητα. Η κριτική σκέψη είναι το προϊόν μιας δραστηριότητας γραπτής οργάνωσης του εσωτερικού διαλόγου. Οπότε οδεύουμε προς την απώλεια της ικανότητας σκέψης; Πιθανώς ναι. Αυτό θα εξηγούσε γιατί ο Ντόναλντ Τραμπ και ο Χαβιέρ Μιλέι [Javier Milei] κερδίζουν τις εκλογές. Ο Μάρσαλ ΜακΛούαν [Marshall McLuhan], στο Understanding Media, το βιβλίο που εκδόθηκε το 1964, έγραψε ότι καθώς η επικοινωνιακή τεχνολογία μετατοπίζεται από τη σφαίρα της διαδοχικής γραφής στη σφαίρα της αμεσότητας, της ηλεκτρονικής αμεσότητας, ο ανθρώπινος νους χάνει την ικανότητά του να διακρίνει κριτικά και εισερχόμαστε σε μια νέα εποχή μυθολογίας. Η μυθολογία είναι καλή. Δεν έχω τίποτα εναντίον της μυθολογίας, ξέρεις… αλλά νιώθω ότι η μυθολογική σκέψη, χωρίς την κριτική διάκριση, δημιουργεί τον Ντόναλντ Τραμπ. Αυτό είναι το θέμα. Και δεν βλέπω διέξοδο από αυτό το τούνελ.
Για να συνδέσω αυτό που μόλις αναφέρατε με μια άλλη έννοια που έχετε αναπτύξει, θα ήθελα να αναφερθώ στην ιδέα του τρίτου ασυνείδητου και να δούμε πώς αυτό το psycho–deflation και η κατάσταση πανικού και κατάθλιψης, πώς αυτή η διανοητική μετάλλαξη έχει επίσης επηρεάσει την ικανότητά μας να σκεφτόμαστε, να επεξεργαζόμαστε πληροφορίες και να είμαστε πολιτικά και καλλιτεχνικά δημιουργικοί και ευφάνταστοι.
Ξέρεις, είχα αυτή την ιδέα του τρίτου ασυνείδητου κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Φυσικά, το τρίτο ασυνείδητο δεν σημαίνει τίποτα, είναι απλώς μια ποιητική μεταφορά. Ποιο είναι το νόημα; Εκείνα τα χρόνια, το 2020, το ʼ21, το ʼ22, ήμουν σε επαφή με μια ομάδα νέων που ζούσαν σε συνθήκες lockdown και μόνιμης απομόνωσης, όπως ξέρεις. Αλλά το ζήτημα είναι ότι αυτό το είδος εμπειρίας δεν ήταν και τόσο καινούργιο γι’ αυτούς, γιατί αυτός ο τύπος απομόνωσης ανήκει ήδη στη «συνδετική γενιά», τη γενιά που… επαναλαμβάνω αυτή την έκφραση, «η γενιά που έμαθε περισσότερες λέξεις από μια μηχανή παρά από τη μητέρα της». Έτσι, προσπάθησα να στοχαστώ, μαζί με τους νεαρούς φίλους μου, πάνω στη μεταμόρφωση της σφαίρας της σεξουαλικότητας, της φαντασίας για το μέλλον και των «social proxemics», της σχέσης μεταξύ των σωμάτων στο χώρο. Και άρχισα να καταλαβαίνω τότε ότι το εννοιολογικό πλαίσιο του Φρόιντ δεν είναι πλέον τόσο χρήσιμο. Εννοώ, δεν ξεχνώ τον Φρόιντ, ναι, αλλά δεν είναι πραγματικά… το πρόβλημα δεν είναι πλέον αυτό το είδος νευρωτικής σχέσης με την επιθυμία.
Το πρόβλημα είναι πολύ περισσότερο ένα είδος μαζικής εγκατάλειψης της επιθυμίας, ή καλύτερα, ένα είδος «υπερ-σημειωτικοποίησης» της επιθυμίας. Η επιθυμία επενδύεται όλο και περισσότερο στη γλώσσα, στην ηλεκτρονική διέγερση, στο ντοπαμινικό αποτέλεσμα αυτού του είδους της σημειωτικής αλληλεπίδρασης. Οπότε, το πρώτο ασυνείδητο, τον Φρόιντ, ξεχάστε τα, όχι εντελώς, αλλά κατά μία έννοια. Στη συνέχεια έρχεται το δεύτερο ασυνείδητο του Ντελέζ και του Γκουαταρί, αυτό το είδος «υπερ-επιθυμητικού ασυνείδητου», αυτή η ευτυχία της επιθυμίας. Αυτό το είδος φαντασίας επίσης είναι «εκτός», δεν λειτουργεί. Εννοώ ότι αυτό το είδος της θριαμβολογίας, της εξύψωσης της επιθυμίας, που ανήκει στην εποχή των Ντελέζ και Γκουαταρί, φαίνεται να είναι εκτός σκηνής. Αν θέλω να βρω μια φιλοσοφική αναφορά, ο Μποντριγιάρ είναι πολύ πιο επίκαιρος. Ο Μποντριγιάρ είναι πολύ πιο κοντά στο αναδυόμενο ασυνείδητο «της γενιάς που έμαθε περισσότερες λέξεις από τη μηχανή παρά από τη φωνή της μητέρας». Έτσι, αυτό το είδος επαναπλαισίωσης του ψυχολογικού πεδίου, το όρισα ως το τρίτο ασυνείδητο.
Το πρόβλημα είναι το τι συμβαίνει μέσα στο τρίτο ασυνείδητο, είναι… εννοώ… πρέπει να είμαστε ενθουσιασμένοι με τα νέα; Στην πραγματικότητα, όχι. Εννοώ… αυτό που παρατήρησα κατά τη διάρκεια της έρευνάς μου… αλλά ξέρεις, ερευνώ όλη μέρα συναντώντας ανθρώπους, προσπαθώ να καταλάβω τι συμβαίνει, και επίσης, διαβάζω πολλά μυθιστορήματα για τη γενιά σου. Είμαι κατάσκοπος υπό μία έννοια, η κύρια δραστηριότητά μου ήταν πάντα να προσπαθώ να καταλάβω τι συμβαίνει στο μεταβαλλόμενο πλαίσιο του κοινωνικού νου. Και, ξέρετε, οι ψυχίατροι λένε ότι η κατάθλιψη θα είναι ένα είδος επιδημίας στη νέα γενιά και ούτω καθεξής. Δεν είμαι σίγουρος επίσης ότι η έννοια της κατάθλιψης είναι ακριβώς αυτό που συμβαίνει. Φυσικά, είναι αλήθεια ότι οι άνθρωποι πολλές φορές είναι δυστυχισμένοι. Η πλειοψηφία των νεαρών φίλων μου μιλάει για μια μορφή δυσφορίας. Ξέρεις, έχει εκδοθεί το βιβλίο του […] Πολ Πρεθιάδο [Paul Preciado] με τον τίτλο Dysphoria Mundi, και η έννοια της δυσφορίας είναι ενδιαφέρουσα κατά μία έννοια, γιατί τι είναι η δυσφορία; Το αντίθετο της ευφορίας. Η ευφορία είναι η καλή σχέση με τον εαυτό μου. Η δυσφορία είναι η αντίληψη μιας ασθένειας στη σχέση μεταξύ του εαυτού μου και του εαυτού μου, η αντίληψη του δέρματός μου. Λοιπόν, αυτή είναι η τωρινή μου οπτική για την ψυχοσφαίρα. Φυσικά, αυτό έχει να κάνει σε μεγάλο βαθμό με την πολιτική… τη δημιουργία της πολιτικής υποκειμενικότητας, γιατί η δυσκολία, η αδυναμία να δημιουργήσεις ισχυρούς δεσμούς ψυχολογικής αλληλεπίδρασης με τον άλλον κάνει τη σύγχρονη υποκειμενικότητα πολύ, πολύ, πολύ, πολύ, πολύ εύθραυστη, πολύ αδύναμη, πολύ ευάλωτη.
Θα ήθελα να μας κατευθύνω… Έχετε χρόνο για άλλη μια ερώτηση;
Ναι, βέβαια. Πες την.
Εντάξει, τέλεια. Λοιπόν, έχετε αναφερθεί στην ποίηση ως μορφή αντίστασης και ως μορφή απόκτησης μιας διαφορετικής αίσθησης του χρόνου, ενδεχομένως (η ποίηση) δημιουργώντας μια αργή συναισθηματικότητα και δίνοντας μας την ευκαιρία να νιώσουμε συμπόνια, να αγαπήσουμε και να αντισταθούμε στην τρέχουσα μορφή υποκειμενοποίησης. Θα μπορούσατε να αναπτύξετε περισσότερο την έννοια της ποίησης ως μορφής αντίστασης;
Ξέρεις, δεν επιλέγω τη λέξη «αντίσταση». Και στην πραγματικότητα, η αντίσταση έχει μια χροιά που δεν μου αρέσει. Η αντίσταση υπονοεί μια κατάσταση στην οποία είμαστε υποχρεωμένοι να αντισταθούμε στη διαδικασία που μας επιβάλλεται. Δεν νομίζω ότι αυτή είναι η σωστή στάση. Προτιμώ να σκέφτομαι με όρους επανεναρμόνισης, κατανόησης του τι συμβαίνει στο βάθος της υποκειμενικότητας, ώστε να βρεις έναν τρόπο να εναρμονίσεις τον ρυθμό της αναπνοής σου με τον ρυθμό της πραγματικότητας. Τι είναι;… Δεν προσποιούμαι ότι μπορώ να αναπτύξω μια θεωρία της ποίησης, γιατί η ποίηση είναι πέρα από κάθε δυνατότητα θεωρητικοποίησης. Δεν μπορείς να αποφασίσεις τι είναι ποίηση. Ποίηση είναι ό,τι θέλεις να είναι ποίηση, αλλά και ό,τι πιστεύεις ότι μπορεί να σε βοηθήσει να βρεις τον ρυθμό. Η ποίηση έχει να κάνει ουσιαστικά με την εύρεση ενός ρυθμού για τη συναισθηματική επεξεργασία της σχέσης σου με την πραγματικότητα. Αυτή την περίοδο, ασχολούμαι με μια Ισπανίδα ποιήτρια από την Ανδαλουσία, που ονομάζεται Μαρία Θαμπράνο [María Zambrano]. Η Μαρία Θαμπράνο γράφει για το τίποτα, για το γίγνεσθαι τίποτα, για τον θάνατο. Η κοινή λέξη είναι θάνατος. Αλλά προσπαθεί να μετατρέψει τον φόβο του θανάτου σε μια αρμονική, συντονισμένη σχέση με το γίγνεσθαι τίποτα. Έτσι, μερικές φορές η ποίηση έχει την ικανότητα να επιταχύνει τη σχέση με τον κόσμο. Αν σκεφτείς τον ρωσικό φουτουρισμό, αλλά και τον ιταλικό φουτουρισμό, ήταν μια εμπειρία επιτάχυνσης του ρυθμού. Αλλά κατά τη διάρκεια του φουτουριστικού αιώνα, ο ρυθμός επιταχύνθηκε σε τέτοιο βαθμό που τώρα αυτή η επιτάχυνση καταστρέφει τη ζωή μας, τη συναισθηματικότητά μας και ούτω καθεξής.
Έτσι, τώρα πιθανώς η ποίηση πρέπει να είναι μια μορφή λιποταξίας από τον κυρίαρχο ρυθμό της κοινωνικής παραγωγής και ούτω καθεξής. Λιποταξία, η ιδέα της ποίησης ως λιποταξίας. Λιποταξία και ειρωνεία. Ξέρετε, η έννοια της ειρωνείας είναι σημαντική όταν πρόκειται για ποίηση, φυσικά, δεν είναι κάτι καινούργιο. Αλλά τι είναι η ειρωνεία; Στην οπτική μου, η ειρωνεία είναι η ικανότητα να κατανοείς ότι τίποτα δεν είναι αληθινό. Ότι τίποτα δεν είναι δεδομένο. Η γλώσσα έχει την ικανότητα να ξεφεύγει από την πραγματικότητα. Έτσι, η ειρωνεία σήμερα είναι η ικανότητα να δημιουργείς έναν κόσμο που λιποτακτεί από τον πόλεμο, που αρνείται τον φασισμό, που αρνείται την εκμετάλλευση και ούτω καθεξής. Ξέρω ότι αυτό δεν επηρεάζει άμεσα τη ζωή σου. Αν δεν έχεις μισθό, η ποίηση δεν μπορεί να κάνει τίποτα. Υπάρχει ένας στίχος του Όντεν που λέει ότι «η ποίηση κάνει το τίποτα να συμβεί» [7]. Η ποίηση δεν αλλάζει τα πράγματα, ξέρεις. Ωστόσο, η ποίηση μπορεί να αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνεσαι τα πράγματα. Η ποίηση μπορεί να σε βοηθήσει να εγκαταλείψεις την υποχρέωση να συμμορφώνεσαι, να λες ναι. Τότε η ζωή είναι πιο δύσκολη από την ποίηση. Αλλά η ποίηση είναι η ικανότητα να καταλαβαίνεις ότι η ζωή δεν είναι το παν. Υπάρχει και κάτι περισσότερο που είναι το γίγνεσθαι τίποτα. Έχεις διαβάσει το βιβλίο του Λουκρήτιου; Το μοναδικό βιβλίο του λατινικού ποιητή Λουκρήτιου, με τίτλο «De rerum natura».
Δεν το έχω διαβάσει.
Μην ανησυχείς, εγώ το διάβασα όταν ήμουν 74 ετών.
Έχω ακόμα χρόνο.
Έχεις χρόνο. Μην ανησυχείς. Ο Λουκρήτιος είναι ένας εξαιρετικός ποιητής της λατινικής γλώσσας και εμπνεύστηκε από τον Επίκουρο, από την Επικούρεια σκέψη. Και ο Επίκουρος λέει να μην ανησυχούμε για τον θάνατο, γιατί όταν είμαστε ζωντανοί, ο θάνατος είναι κάτι που δεν υπάρχει. Όταν πεθάνουμε, δεν υπάρχουμε πια. Επομένως, δεν θα συναντήσουμε ποτέ τον θάνατο. Ήταν ένας τρόπος να εκτιμήσουμε πλήρως τη ζωή. Και να μπορέσουμε να συντονιστούμε με το τίποτα. Αυτή είναι η ποίηση στο υψηλότερο επίπεδο, νομίζω.
Καταπληκτικό. Λοιπόν, νομίζω ότι τώρα είναι η ώρα να σταματήσουμε την ηχογράφηση.
Σημειώσεις:
[1] Χρησιμοποιήθηκε λανθασμένη έκφραση. Ήθελα να πω ότι ο Μπεράρντι είναι από τους πιο σημαντικούς θεωρητικούς που έχει γνωρίσει η γενιά μας (Millennials αλλά και Generation Z).
[2] Αν και στα αγγλικά δεν μπορεί να διακριθεί πότε απευθύνεται κανείς στον συνομιλητή του στον ενικό ή στον πληθυντικό, στην ελληνική μετάφραση έχω βάλει πως εγώ απευθύνομαι στον καθηγητή στον πληθυντικό και ο ίδιος στον ενικό προς εμένα.
[3] Ο τίτλος του βιβλίου του Κρίστιαν Μαράτσι, Il posto dei calzini: La svolta linguistica dell’economia e I suoi effetti sulla politica,στα αγγλικά είναι μεταφρασμένος ως εξής: Capital and Affects: The Politics of the Language Economy. Μεταφρασμένο από την Giussepina Mechia.
[4] Ο όρος «διανοητικός εργάτης» είναι μετάφραση του «cognitive worker».
[5] Ο όρος «disseminated» μεταφράστηκε ως «διασκορπισμένο».
[6] Ο όρος «προεπιλέγονται» είναι μετάφραση του «pre-emption». Επίσης, δεν τέθηκε τελικά ερώτηση σχετικά με τη μελλοντικότητα (futurability). Η μελλοντικότητα για τον Μπεράρντι είναι το πεδίο πολλαπλότητας των δυνατοτήτων (possibilities), των μελλόντων που, ενώ ενυπάρχουν εντός του παρόντος, δεν έχουμε την εγγύηση ότι θα πραγματωθούν. Βλέπε: Franco Bifo Berardi, Futurability: The Age of Impotence and the Horizon of Possibility, Verso Books, London/New York 2019 (α΄ έκδ. 2017), σσ. 1-21.
[7] Αναφέρεται στον στίχο «For poetry makes nothing happen: it survives», από το ποίημα In Memory of W. B. Yeats του Wystan Hugh Auden. Ενώ έχει μεταφραστεί στα ελληνικά με άλλες φράσεις, κατά τη δική μου ερμηνεία και βάσει των συμφραζομένων όσων λέει ο Μπεράρντι, η μετάφραση: «Η ποίηση κάνει το τίποτα να συμβεί», αποδίδει πιο πιστά το νόημα. Βλέπε και αυτήν την ανάλυση.

