Στέφανος Καβαλλιεράκης

Καταστροφές και θρίαμβοι. Ανάμεσα στο σχήμα και την ουσία

«Καταστροφές και θρίαμβοι»: Η μίνι σειρά ντοκιμαντέρ του Στάθη Καλύβα.
Σκηνοθεσία: Αλέξανδρος Μερκούρης, Ανδρέας Αποστολίδης, Γιούρι Αβέρωφ
Παραγωγή: Ανδρέας Αποστολίδης, Γιούρι Αβέρωφ

Η πρόσφατη μίνι σειρά ντοκιμαντέρ του καθηγητή Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, Στάθη Καλύβα, μέλους της Αμερικανικής και της Βρετανικής Ακαδημίας Επιστημών, βασισμένη στο δικό του ομώνυμο βιβλίο, άνοιξε μια κουβέντα για τα όρια της εκλαΐκευσης της ιστορικής γνώσης και της διοχέτευσής της σε ευρύτερες κοινωνικές ομάδες.

Οι ιστορικοί έχουμε ένα σύνηθες παράπονο: ότι για την ιστορία έχουν όλοι άποψη και συχνά δεν λαμβάνεται υπόψιν η επιστημονική διάσταση της Ιστορίας. Από την άλλη όμως, η Ιστορία αποτελεί ένα πεδίο στο οποίο όλοι νιώθουν μέτοχοι και κοινωνοί και κατά συνέπεια αποκτούν την ελευθερία να κρίνουν, να αξιολογήσουν και να κοινοποιήσουν τα αποτελέσματα της κρίσης τους. Η κριτική και παρουσίασή μας στο ντοκιμαντέρ θα γίνει υπό το πρίσμα της ιστορικής οπτικής, χωρίς ωστόσο να παραγνωρίζονται οι ιδιαιτερότητες και οι απαιτήσεις μιας τηλεοπτικής εκπομπής, δηλαδή οι τηλεοπτικοί χρόνοι και η ανάγκη να δίνεται η ιστορική πληροφορία με τρόπο εύπεπτο και κατανοητό για το ευρύ κοινό.

«Η σειρά αναπτύσσεται μέσα από εφτά επεισόδια που αντιστοιχούν σε εφτά μεγάλους ιστορικούς κύκλους. Κάθε επεισόδιο αποτελείται από τέσσερεις ενότητες. Ξεκινάμε με την περιγραφή μιας μεγάλης εθνικής καταστροφής, ακολουθεί ένα flashback στην έναρξη του κύκλου όταν μπαίνει σε εφαρμογή ένα μεγαλόπνοο και φιλόδοξο εθνικό σχέδιο. Στην τρίτη ενότητα περιγράφεται η ιστορική διαδρομή που ξεκινά με αρχικές επιτυχίες για να καταλήξει όμως στη μεγάλη καταστροφή. Τέλος, κάθε επεισόδιο κλείνει με τη μεγάλη ανατροπή, δείχνοντας πως τελικά ξεπηδά ένας θρίαμβος μέσα από την καταστροφή και η χώρα συνεχίσει να προοδεύει». Έτσι μας ενημερώνει το σχετικό promo του τηλεοπτικού σταθμού ΣΚΑΪ, στον οποίο προβλήθηκε, σχετικά με τη μεθοδολογία και τους στόχους του ντοκιμαντέρ.

Αναμφισβήτητα, η σειρά κινήθηκε σε υψηλά αισθητικά πρότυπα. Η παραγωγή δεν δίστασε να μετακινηθεί σε όλη την Ελλάδα, να δώσει φωνή σε τόπους μνήμης με ισχυρό ιστορικό φορτίο.

Στο καθαυτό σχήμα του ντοκιμαντέρ, ο Καλύβας χρησιμοποίησε ένα σχήμα πιο πολύ εμπειρικό, πιο κοντά στον χώρο των πολιτικών επιστημών. Το σχήμα δεν ακολουθεί μια ιστορική ροή ή δεν υποτάσσεται στις απαιτήσεις του ιστορικού χρόνου, αλλά σε κάθε περίπτωση εξυπηρετεί μια αφήγηση αλλά και μια προσέγγιση θεματική, πιο κοντά στις αρχές της αγγλοσαξονικής ιστοριογραφικής σχολής, η οποία επιτρέπει όμως τη διεξαγωγή μιας συζήτησης που ξεπερνά το αρχικό σκαρίφημα της αλληλουχίας ανατάσεων και υφέσεων. Μια σχέση αιτίου και αιτιατού μέσα από ένα σχήμα το οποίο ίσως να αγνοεί παράγοντες όπως η συγκυρία, η διάθεση για αλλαγή, η τυχαιότητα και η ανθρώπινη κίνηση, αλλά διατηρεί το ενδιαφέρον ενός μοτίβου που δημιουργεί ιστορικούς κύκλους που διατηρούν μια επαλληλία.

Επτά ιστορικές περίοδοι μπαίνουν στο στόχαστρο του ντοκιμαντέρ, σε μια παράλληλη αν και πιο γενική πορεία με το αντίστοιχο σε σύλληψη σχήμα Δερτιλή περί χρεοκοπιών και πολέμων. Ο Καλύβας επιχειρεί να επαληθεύσει την ιστορική/πολιτική του υπόθεση με τη χρήση δεδομένων από την ιστορική και όχι μόνο έρευνα, επιχειρώντας και μια διεπιστημονική προσέγγιση των τελευταίων 200 ετών, η οποία ναι μεν συνιστά πρόκληση για τον χώρο των κοινωνικών επιστημών και σίγουρα όχι δόκιμη για τα ελληνικά δεδομένα –κάτι που ίσως δημιουργεί προβλήματα ομοιογένειας ως προς το κέντρο βάρους των ομιλητών–, αλλά προσφέρει παράλληλα και μια σειρά διαφορετικών οπτικών και θεάσεων .

Η προσέγγιση είναι ενδιαφέρουσα, ίσως δύσκολη για έναν ιστορικό συνηθισμένο, είτε στη χρονική ακολουθία, είτε στον διαχωρισμό νεότερης και σύγχρονης ιστορίας, και που πρέπει να ακολουθήσει μια περιοδολόγηση, όχι συμβατική ή που δημιουργεί τομές χρονικά και γεγονοτολογικά, αλλά που σχηματίζει κυκλικά σχήματα τα οποία δείχνουν να συνδέονται με έναν κάπως υπερβατικό τρόπο και μάλιστα να εξυπηρετούν κάπως ανεξήγητα αιτιοκρατικά το ίδιο σχήμα.

Σίγουρα το ντοκιμαντέρ έχει μια συγκεκριμένη στόχευση να αναδείξει: τη θετική επίδραση των επεμβάσεων του ξένου παράγοντα (Αγγλία-ΗΠΑ), τη διχοτομία των καλών ελίτ (με κάποιες εξαιρέσεις), η ενάρετη ή εμπροσθοβαρής συνήθως κίνηση των οποίων σε συμπόρευση με το λαϊκό αίσθημα οδηγεί στους θριάμβους, και από την άλλη του επώδυνου έως και καταστροφικού λαϊκισμού που όταν πολιτικά κινητοποιείται συμπαρασύρει ελίτ και λαό. Η διχοτόμηση λαϊκισμού/αντιλαϊκισμού και της Δύσης ως του βασικού άξονα εξέλιξης της χώρας είναι το ένα βασικό εργαλείο λειτουργίας του story telling, το οποίο έρχεται ως αντίβαρο ίσως και στο μεταπολιτευτικό αφήγημα του «περιφερειακού, αδύναμου, εξαρτημένου» κράτους στην περιφέρεια του καπιταλισμού, όπως αναπτύχθηκε από τον Τσουκαλά και όχι μόνο.

Προφανώς η χρήση οχημάτων και σχημάτων που προσπαθούν να υπηρετήσουν μια αφήγηση αλλά και έναν σκοπό προκαλούν ιστορικά θραύσματα που σε κάποιες περιπτώσεις είναι και ηχηρά. Δεν μπορεί να μη σημειωθεί η παντελής απουσία του Καποδίστρια και του καθοριστικού του ρόλου στην έμπνευση αλλά και στη συγκρότηση κράτους στο πρώτο επεισόδιο, ρόλος που δεν μπορεί να υποκατασταθεί από άλλες προσωπικότητες της εποχής, αλλά και στην μάλλον ατυχή παρουσίαση της Φιλικής Εταιρείας ως «ημιτεκτονικής» οργάνωσης αποκομμένης από το ευρωπαϊκό εταιριστικό και ριζοσπαστικό κίνημα, του όποιου παρακλάδι με τις ιδιοτυπίες του είναι και το ελληνικό και του οποίου η πολυπλοκότητα το τελευταίο διάστημα έρχεται στην επιφάνεια. Γενικά παρατηρείται μια αμφιθυμία στη σύνδεση της ελληνικής περίπτωσης με τον διεθνή παράγοντα και στο πώς γίνεται αυτή, αλλά και στην παραγνώριση του γεωγραφικού χώρου –μια ίσως και προσωπική εμμονή του τελευταίου διαστήματος.

Στη σύγχρονη ιστορία, η εύνοια προς την πιο αναπτυξιακή δεκαετία του 1970, συγκριτικά με την πιο σπάταλη δεκαετία του 1980, είναι εμφανής και προκάλεσε και αρκετές αντιδράσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, αλλά αυτή είναι μια κουβέντα με πολλές υποσημειώσεις και θα έλεγα ότι είναι χρήσιμο που ανοίγει. Έτσι και αλλιώς το μεταπολιτευτικό τοπίο μέσα και από τις έρευνες των Παναγιωτόπουλου και Βαμβακά αναδιατάσσεται και δεν είναι εύκολο να μπει σε μανιχαϊστικές κρίσεις, αλλά χρειάζεται να ενταχθεί σε πιο ολοκληρωμένα συμπεράσματα κοινωνικού μετασχηματισμού που θα πρέπει να συγκριθούν με άλλα αντίστοιχα της ελληνικής περίπτωσης.

Η εικασία Καλύβα επιβεβαιώθηκε λοιπόν; Θα ήταν λάθος να πούμε ένα ναι ή ένα όχι. Η θεωρία αυτών των κύκλων διατηρεί ένα ενδιαφέρον αλλά προκαλεί και μια αιτιοκρατική επαναλαμβανόμενη γραμμικότητα που ιστορικά δεν τεκμηριώνεται πάντα. Στο ντοκιμαντέρ αυτό ο Καλύβας συνδέει για πρώτη φορά την κλασική εθνική ιστορία με διάφορα ρεύματα των πολιτικών και κοινωνικών επιστημών. Και το λέω αυτό γιατί το υποκείμενό της ιστορίας εδώ είναι το έθνος, όπως αυτό προκύπτει από το 21 και μετά, και όπως διαμορφώνεται κατόπιν. Το πρόβλημα είναι ότι ενώ το περιγράφει ως αποτέλεσμα μια δημοκρατικής-συμβολαϊκής διαδικασίας – το οποίο είναι και ένα εντυπωσιακό στοιχείο για όλη την περιοχή της Νοτιανατολικής Μεσογείου, κάτι που δεν υπογραμμίζεται ίσως πολύ– πολύ συχνά το υποστασιοποιεί και την ίδια στιγμή βάζει έναν εξωιστορικό σχεδόν παράγοντα νομοτέλειας ενός κύκλου, που ξεκινάει με έναν θρίαμβο, ακολουθείται από μια καταστροφή, η οποία στο τέλος όμως έχει πάει τη χώρα μερικά βήματα μπροστά.

Ντοκιμαντέρ όμως σαν και αυτό κρατάνε σε κάθε περίπτωση ζωντανό το ενδιαφέρον για την ιστορική έρευνα, αλλά το κυριότερο, ανανεώνουν έστω και μέσα από αντιπαραθέσεις τη ματιά του σήμερα στο χθες.

«Πήγαινε να γεράσεις ρυθμικά.
Κάτι σκιές που όλο σου γνέφουν
φώτισέ τις»
Κύλιση στην κορυφή