Συνέντευξη στον Δημήτρη Αγγελή
[Πολυβραβευμένη ποιήτρια, μεταφράστρια του Σαίξπηρ, του Μπρόντσκι, της Αχμάτοβα, της Ντίκινσον και του Όντεν μεταξύ πολλών άλλων, η Ντόρις Καρέβα (Ταλίν, 1958) είναι μια ξεχωριστή φωνή από την Εσθονία και σταθερά υποψήφια για το βραβείο Νομπέλ. Η σύντομη, αναγνωριστική αυτή συνέντευξη, πραγματοποιήθηκε με αφορμή τη συμμετοχή της στο 11ο Διεθνές Φεστιβάλ Ποίησης Αθηνών, που διοργανώνει ο Κύκλος Ποιητών από τις 29 Σεπτεμβρίου έως τις 2 Οκτωβρίου 2025.]
Πώς ήταν το πνευματικό περιβάλλον που διαμόρφωσε στο ξεκίνημα τη γραφή σας;
Στην ηλικία των τριών ή τεσσάρων ετών λικνιζόμουν συχνά σε μια ξύλινη κούνια ανάμεσα στα παράθυρα δύο δωματίων. Το βράδυ, ένα φωτιστικό ήταν αναμμένο στο ένα δωμάτιο και υπήρχαν άνθρωποι καθισμένοι γύρω από ένα τραπέζι, ενώ το άλλο δωμάτιο παρέμενε σκοτεινό. Κινούμενη απ’ το σκοτάδι στο φως και πίσω, έπιανα τον εαυτό μου να μουρμουρίζει πάνω στον ρυθμό – και σύντομα ένιωσα ότι έπρεπε να βρω λέξεις που να ταιριάζουν με τη μελωδία μέσα μου. Τους πρώτους στίχους μου τους κατέγραψαν οι γονείς μου, από την ηλικία των τεσσάρων άρχισα να γράφω μόνη μου – και δεν σταμάτησα ποτέ.
Η ανάγνωση και η γραφή ήταν ασφαλείς ασχολίες που τις ενέκριναν και οι παππούδες μου. Εντυπωσιάστηκα πολύ από την ελληνική μυθολογία και παρακολουθώντας τη φωτιά στην ξυλοσόμπα, έβρισκα συχνά τον εαυτό μου να παρακολουθεί σαν μάρτυρας σκηνές του Τρωικού πολέμου. Όλα τα παιχνίδια μου είχαν ονόματα Ελλήνων ηρώων. Το αγαπημένο μου παιχνίδι, ένα αρκουδάκι που το είχα βαφτίσει Αντίλοχο, έχασε τραγικά το κεφάλι του σε μια μάχη.
Ο αριθμός των βιβλίων που εκδίδονταν στην Εσθονία κάθε χρόνο ήταν εκατό φορές μικρότερος από ό,τι είναι σήμερα. Οι λογοκριτές ήταν προσεκτικοί και η ατμόσφαιρα καταπιεστική. Ευτυχώς, πολλοί ταλαντούχοι συγγραφείς επικεντρώθηκαν στη μετάφραση εκείνα τα χρόνια, έτσι είχαμε καλή πρόσβαση στους περισσότερους Ευρωπαίους κλασικούς και σε κάποια έργα άλλων πολιτισμών. Με τον Πολωνό ποιητή Γιαν Μπζέχφα [Jan Brzechwa] και τις σαχλοκουβέντες του, βρήκα μια ποιητική ελευθερία που με ενέπνευσε απόλυτα.
Στις αρχές της δεκαετίας του ’60 υπήρχαν τρία λογοτεχνικά περιοδικά: το Αστέρι (Täheke) για παιδιά, η Νεολαία (Noorus) για εφήβους και η Δημιουργία (Looming) για ενήλικες. Έγραψα μια επιστολή στο Αστέρι, αλλά πιθανότατα η γιαγιά μου δεν την ταχυδρόμησε ποτέ, καθώς δεν έλαβα ποτέ απάντηση. Τα πρώτα μου ποιήματα, ωστόσο, ανακαλύφθηκαν τυχαία από έναν εκδότη και δημοσιεύθηκαν στη Νεολαία όταν ήμουν δεκατεσσάρων – μ’ ένα τυπογραφικό λάθος. Αντί για τον στίχο «αφήνοντας τα γράμματα στον άνεμο» εμφανίστηκε η λέξη «παπούτσια» στη θέση των «γραμμάτων». Τι καταστροφή! Μερικά χρόνια αργότερα άρχισα να δημοσιεύω στη Δημιουργία, το παλαιότερο λογοτεχνικό περιοδικό στην Εσθονία που πρόσφατα γιόρτασε την 102η επέτειό του. Τώρα είμαι υπεύθυνη ποίησης στη Δημιουργία και μερικές φορές δημοσιεύω ποιήματα και στο εξίσου θρυλικό Αστέρι. Υπάρχουν όμως και πολλά λογοτεχνικά περιοδικά.
Κοιτάζοντας προς τα πίσω, διακρίνετε συγκεκριμένες περιόδους στο έργο σας;
Στην πρώτη μου νιότη έγραφα σχεδόν τα πάντα. Ο κόσμος τραγουδούσε γύρω μου, μέσα μου. Έπειτα ήρθαν χρόνια έντασης και δράματος, διακυμάνσεις μεταξύ ζωής και ονείρου, αγάπης και θανάτου. Έχει αυτό κάτι κοινό με την ταλάντευση μεταξύ σκότους και φωτός που έζησα ως παιδί; Πιθανώς. Εδώ και μερικές δεκαετίες έχω συνεργαστεί στενά με πολλούς μουσικούς τόσο στην πατρίδα μου όσο και στο εξωτερικό. Δυστυχώς, δεν θυμάμαι το όνομα κάποιου Έλληνα συνθέτη που βρήκε έμπνευση από το γράψιμό μου. Αλλά εξακολουθώ να είμαι ευγνώμων.
Μιλήστε μας για λίγο για τη σημερινή λογοτεχνική σκηνή της χώρας σας. Ποιους, εκτός από εσάς, θεωρείτε σημαντικούς; Παρατηρείται ακόμα επίδραση της ρωσικής λογοτεχνίας στη γλώσσας σας;
Το λογοτεχνικό τοπίο της Εσθονίας είναι πλούσιο, θα έλεγα, πρώτα και κύρια εξαιτίας του εντυπωσιακού αριθμού ποιοτικών μεταφράσεων από πολλές γλώσσες. Διαθέτουμε παγκόσμιους κλασικούς αλλά και σύγχρονους συγγραφείς σε εσθονική μετάφραση και αυτό σίγουρα αποτελεί ισχυρή έμπνευση. Τα περισσότερα στυλ και λογοτεχνικά ρεύματα εκπροσωπούνται επαρκώς, υπάρχουν φανατικοί αναγνώστες ιστορικών μυθιστορημάτων και επιστημονικής φαντασίας, δοκιμίων, ρομαντικών και αστυνομικών έργων. Ανάμεσα στα κλασικά σονέτα και την άγρια ραπ υπάρχουν αμέτρητες αποχρώσεις της ποίησης – επίσης, το σλαμ και ο προφορικός λόγος έχουν γίνει εξαιρετικά δημοφιλείς.
Είναι αρκετά δύσκολο να εκτιμήσουμε την αξία των καλλιτεχνών. Η δημοφιλία – ή οι πωλήσεις – είναι ένα πράγμα, τα βραβεία κάτι άλλο. Επίσης, η σπουδαιότητα κάποιου μεταβάλλεται με την πάροδο του χρόνου. Ο Άντρους Κίβιραχκ [Andrus Kivirähk] είναι ίσως ο πιο παραγωγικός, γνωστός και αγαπημένος εν ζωή Εσθονός συγγραφέας για αναγνώστες όλων των ηλικιών. Οι Τόνου Όνεπαλου [Tõnu Õnnepalu], Βίιβι Λούικ [Viivi Luik] και Χάσο Κρουλ [Hasso Krull] διαβάζονται ευρέως ως συγγραφείς, ποιητές και δοκιμιογράφοι. Υπάρχει επίσης μια αλλαγή στην ατμόσφαιρα – όλο και περισσότερες νεότερες γυναίκες συγγραφείς μπαίνουν στο προσκήνιο και κερδίζουν βραβεία – η Μαάρια Κάνγκρο [Maarja Kangro], η Τρίιν Σόμετς [Triin Soomets], η Λίλι Λουκ [Lilli Luuk], η Σβέτα Γκριγκόριεβα [Sveta Grigorjeva], για ν’ αναφέρουμε μόνο μερικές.
Δεν είμαι σίγουρη για τη ρωσική επιρροή στη σύγχρονη εσθονική λογοτεχνία. Οι αγγλικές, οι γαλλικές και οι φινλανδικές επιρροές είναι πιο εμφανείς. Υπάρχουν όμως ορισμένοι ρωσόφωνοι Εσθονοί συγγραφείς που γράφουν στα ρωσικά και μεταφράζονται αμέσως στα εσθονικά, όπως ο Αντρέι Ιβάνοφ [Andrei Ivanov] ή ο Π.Ι. Φιλιμόνοφ [P.I.Filimonov].
Ζήσατε τη μετάβαση από το σοβιετικό καθεστώς στην εσθονική δημοκρατία. Τι σήμανε αυτό για σας, για την ποίησή σας, για τον κόσμο όπως τον ξέρατε;
Αυτή ήταν οπωσδήποτε μια από τις πιο βαθιά μεταμορφωτικές περιόδους της ζωής μου. Και υπήρξε μια στιγμή που δεν έβρισκα λόγια για να την εκφράσω. Ωστόσο, η συλλογή ποιημάτων που δημοσίευσα το 2014, Αντί για τον Κόσμο ή Στο Κρεβάτι του Κόσμου (Maailma asemel), που έγραψα τότε που σχεδόν υπνοβατούσα, κέρδισε το σημαντικότερο βραβείο στην Εσθονία. Ένιωθα άβολα που δέχτηκα επίσημους επαίνους για ένα τόσο προσωπικό, επώδυνο βιβλίο, οπότε χρησιμοποίησα το χρηματικό έπαθλο για να επιδοτήσω μια χορηγία για πρωτοεμφανιζόμενους ποιητές. Εκείνη την εποχή κανένας εκδότης δεν ρίσκαρε την έκδοση νέων, άγνωστων ποιητών. Αλλά φυσικά, η ανατροφοδότηση σε μια συγκεκριμένη φάση ημι-ώριμης γραφής είναι ζωτικής σημασίας για την περαιτέρω ανάπτυξη κάθε καλλιτέχνη. Ένας φίλος εκδότης και εγώ διευκολύναμε δέκα πρωτοεμφανιζόμενα ποιητικά έργα και δύο από αυτούς τους νέους συγγραφείς είναι τώρα σημαντικοί ποιητές.
Ζούμε σε μια εποχή ραγδαίων ανακατατάξεων, η ακροδεξιά είναι σε άνοδο, το ευρωπαϊκό όραμα δίνει τη θέση του στον διεθνή κυνισμό, υπάρχουν πόλεμοι, γενοκτονίες κ.λπ. Ποιο είναι το χρέος του ποιητή (αν υπάρχει κάποιο);
Το να προσδιορίσει κανείς το καθήκον του είναι μια βαθιά προσωπική υπόθεση. Πιστεύω ότι, όπως κάθε άνθρωπος, έτσι κι ο ποιητής πρέπει να παραμένει ειλικρινής με την καρδιά του, τις εσώτερες αξίες του, τη φλόγα που κρύβει μέσα του. Και να ενεργεί με αλληλεγγύη προς τους άλλους, σαν μέλισσα σε σμήνος. Το καθήκον του ποιητή είναι να παραμένει ξυπνητός και συνειδητός, σε εγρήγορση. Υπάρχει πάντα η πιθανότητα μια σαφής λέξη, που ξεστομίζεται την κατάλληλη στιγμή, να φέρει την αλλαγή.