α. Πώς μπήκατε στη ζωγραφική, ποιες ήταν οι αφορμές, οι δάσκαλοι, οι επιρροές, πώς θα χαρακτηρίζατε τη δουλειά σας από άποψη θεματικών/υλικών/τεχνικής;
Όταν ήμουν μικρός ζωγράφιζα και μουτζούρωνα οποιαδήποτε κενή επιφάνεια σε βιβλία, τετράδια, θρανία.. Είχα μια ευκολία στο σκίτσο. Πιο πολύ όμως ζωγράφιζα στον αέρα με το δάχτυλό μου, έτσι που κάποιοι αναρωτιόντουσαν τι δεν πάει καλά με μένα. Η ζωγραφική όμως ήταν ακόμη κάτι πολύ απόμακρο, αντίθετα με τη μουσική με την οποία ασχολήθηκα πολλά χρόνια. Κάποτε, βρέθηκα τυχαία σε κάποια σεμινάρια για γραφίστες. Ο Δημήτρης Ζουρούδης (σήμερα καθηγητής στην ΑΣΚΤ Θεσσαλονίκης), που δίδασκε τότε εκεί, με έβλεπε να σχεδιάζω. Εκείνος με παρότρυνε θερμά να δώσω εξετάσεις στη Σχολή Καλών Τεχνών. Έτσι, με τη βοήθεια των πρώτων μου δασκάλων Δημήτρη Φώτου και Κώστα Αργύρη, βρέθηκα στη Σχολή. Ο Γιάννης Ψυχοπαίδης στο εργαστήριο του οποίου δούλεψα, μου άνοιξε νέους ορίζοντες και σιγά-σιγά, δουλεύοντας και γνωρίζοντας ανθρώπους, αγάπησα ακόμα περισσότερο τη ζωγραφική. Κυρίως αγάπησα όλους τους παλιούς και νεότερους δασκάλους της ζωγραφικής, σε οποιοδήποτε ρεύμα ή κίνημα κι αν ανήκαν.
Δουλεύω με τα παραδοσιακά υλικά (λάδια, κάρβουνα, παστέλ κ.τλ.) κι όπως λένε, μέχρι τώρα, κάνω –αυτό που λένε– ρεαλιστική ζωγραφική.
β. Πώς βλέπετε τη σημερινή ζωγραφική στην Ελλάδα και στον κόσμο; Ποιες τάσεις διακρίνετε;
Πιστεύω ότι παρά τη γένεση νέων μορφών εικαστικής δημιουργίας, που προκαλούν καταιγισμό ερεθισμάτων από τον 20ό αι. έως σήμερα, η ζωγραφική κατέχει τη μοναδική θέση που πάντα κατείχε στη ζωή των ανθρώπων και τίποτα δεν μπορεί να την αντικαταστήσει.
Πιστεύω ότι μετά από δύο παγκοσμίους πολέμους και την πρωτόγνωρη έκρηξη της τεχνολογίας, στη ζωγραφική όπως και εν γένει στην τέχνη υπάρχει μιά εναγώνια και κυρίαρχη τάση να επινοηθούν, να εφευρεθούν νέες μορφές έκφρασης… Όμως, φοβάμαι, μορφές χωρίς περιεχόμενο. Για να είμαι ειλικρινής, δεν διακρίνω σήμερα κάποια άλλη τάση, παρά μόνο αυτήν: την επινόηση και την κατανάλωση κενών μορφών, κενών σχημάτων.
Για να ξαναγυρίσω στη ζωγραφική, πιστεύω πως στη χώρα μας, στις Σχολές Καλών Τεχνών, η ζωγραφική θεωρείται μία παρωχημένη έως και νεκρή μορφή καλλιτεχνικής έκφρασης, πράγμα που απ’ ό,τι ξέρω δεν συμβαίνει σε άλλες χώρες του κόσμου.
γ. Υπάρχει εικαστική κριτική στη χώρα μας; Και ευρύτερα: διαπαιδαγωγείται ο νέος Έλληνας στην τέχνη, σ’ έναν τρόπο να αγαπάει το ωραίο ή να αναπτύσσει δικά του κριτήρια γι’ αυτό;
Πιστεύω πως ναι, υπάρχουν ακόμη αξιόλογοι άνθρωποι που με γνώση και ευαισθησία συνοδοιπορούν με το καλλιτεχνικό έργο.
Ως προς το δεύτερο σκέλος, πιστεύω αντίθετα πως όχι, οι νέοι άνθρωποι διαπαιδαγωγούνται έτσι ώστε πάση θυσία να μην αγαπάνε το ωραίο και να μην μπορούν να το διακρίνουν.
δ. Πόσο επηρέασε την αγορά των έργων τέχνης αλλά και την προσωπική σας δουλειά η κρίση των τελευταίων χρόνων (οικονομική και υγειονομική);
Πιστεύω ότι η οικονομική κρίση των τελευταίων χρόνων είχε και μία θετική πλευρά: έβαλε τέλος σε μια τεράστια φούσκα που μέσα της για χρόνια πωλούνταν σε αστρονομικές τιμές λίγα καλά και πληθώρα μετρίων ή κακών έργων. Όμως, έτσι κι αλλιώς, για ποια αγορά μιλάμε πιά;
ε. Ποια είναι τα επόμενα σχέδιά σας;
Όσο για τα σχέδια μου… όσο κι αν ψάχνω κάτι να βρω, λόγω των συνθηκών της ζωής μου, νομίζω ότι το να καταστρώσω σχέδια είναι ματαιοπονία.