© Ζωγραφική: Βαγγέλης Γκόκας

Βαγγέλης Γκόκας

«Μας δόθηκε η ευκαιρία να αναστοχαστούμε πάνω σε κάποιες βεβαιότητες»

α. Πώς μπήκατε στη ζωγραφική, ποιες ήταν οι αφορμές, οι δάσκαλοι, οι επιρροές, πώς θα χαρακτηρίζατε τη δουλειά σας από άποψη θεματικών/υλικών/τεχνικής

Σπούδασα στη Σχολή Καλών Τεχνών του Α.Π.Θ., αρχές της δεκαετίας του ʼ90, στο εργαστήριο του Βαγγέλη Δημητρέα. Τότε ήταν και φυσικό και αναμενόμενο, λόγω των συνθηκών, το μεγαλύτερο κομμάτι της σπουδαστικής έρευνας να γίνεται στη ζωγραφική. Για να μην παρεξηγηθώ όμως, σημαντικό είναι ότι η έρευνα αυτή είχε να κάνει πιο πολύ από τη μία μεριά με την άρθρωση της εικαστικής γλώσσας και από την άλλη με μια σύνθετη κριτική και αναστοχαστική ματιά πάνω στην έννοια της εικόνας και πολύ λιγότερο με μια παραδοσιακή αντιμετώπιση του μέσου. Από τότε και μέχρι τώρα συνεχίζω να ζωγραφίζω. Οι επιρροές μου είναι πολλές και θα έπαιρνε πολύ ώρα και χώρο να τις αναφέρω, αλλά σχεδόν το σύνολο της δουλειάς μου είναι ένα ξανα- διάβασμα της ιστορίας της τέχνης, των αναπαραστάσεων και της εικόνας: εικόνες και αναφορές από την ιστορία της τέχνης ή φωτογραφίες, τις οποίες οικειοποιούμαι και ανασκευάζω με ζωγραφικά μέσα.

β. Πώς βλέπετε τη σημερινή ζωγραφική στην Ελλάδα και στον κόσμο; Ποιες τάσεις διακρίνετε;

Νομίζω ότι η ζωγραφική αλλά και γενικά η τέχνη που γίνεται αυτή τη στιγμή στον τόπο μας έχει ένα πολύ υψηλό ποιοτικά επίπεδο και παρουσιάζει μια πλούσια σε εκφραστικά μέσα παραγωγή, που δεν περιορίζεται σε μορφικές διατυπώσεις και ερμηνείες με στεγανά και αγκυλώσεις παλαιότερων θεωρήσεων και κατατάξεων.

γ. Υπάρχει εικαστική κριτική στη χώρα μας; Και ευρύτερα: διαπαιδαγωγείται ο νέος Έλληνας στην τέχνη, σ’ έναν τρόπο να αγαπάει το ωραίο ή να αναπτύσσει δικά του κριτήρια γι’ αυτό;

Η ερώτηση είναι σύνθετη και θα πρέπει από τη μία να αναρωτηθούμε πώς εννοούμε ή μάλλον πώς θα θέλαμε την εικαστική κριτική και την καλλιτεχνική εκπαίδευση, και από την άλλη πώς συγκροτείται το πεδίο της Τέχνης στην Ελλάδα, σε θεσμικό ή άλλο πλαίσιο. Σχετικά με το πρώτο δεν νομίζω ότι μπορεί να δοθεί μια απάντηση με ένα ναι ή ένα όχι, θα αδικούσε προσπάθειες που γίνονται να αρθρωθεί από τη μία ένας σύγχρονος κριτικός λόγος παράλληλα με έναν ακαδημαϊκό επιστημονικό λόγο στο πλαίσιο της αποτίμησης του πρόσφατου παρελθόντος της μικρής αλλά ιδιαίτερης ελληνικής εμπειρίας, με νέες εκδόσεις, περιοδικά (έντυπα ή ηλεκτρονικά) και μελέτες που έρχονται να συμπληρώσουν ιστοριογραφικά και ερμηνευτικά κενά, πτυχές και σημεία της.

Από την άλλη μεριά το πλήθος των εκθέσεων (ιστορικών, θεματικών-ατομικών και ομαδικών) και η δυνατότητα πλέον να μπορείς να παρακολουθήσεις από κοντά μεγάλα σε κλίμακα εκθεσιακά και επιμελητικά πρότζεκτ που μέχρι πρότινος θα έπρεπε να ταξιδέψεις και να προγραμματίσεις καιρό πριν, δείχνει μια προσπάθεια προς μια ανάπτυξη και διάχυση ενός «πολιτισμικού» μοντέλου –η αποτίμηση αυτού του μοντέλου που στη βάση του είναι μια πολιτική επιλογή θα πρέπει να αξιολογείται πάντα.

δ. Πόσο επηρέασε την αγορά των έργων τέχνης αλλά και την προσωπική σας δουλειά η κρίση των τελευταίων χρόνων (οικονομική και υγειονομική).

Σχετικά με το οικονομικό, θεωρώ τον εαυτό μου από τους τυχερούς, χωρίς να κερδίζω χρήματα από την τέχνη μου μπορώ να τη συντηρώ (ιδίοις εξόδοις). Αναφορικά με το δεύτερο, στη γενικότερη κρίση υγειονομική, οικονομική αλλά κυρίως κοινωνική, μας δόθηκε η ευκαιρία να αναστοχαστούμε πάνω σε κάποιες βεβαιότητες και να επαναπροσδιορίσουμε κάποια πράγματα σε προσωπικό και συλλογικό επίπεδο.

ε. Ποια είναι τα επόμενα σχέδιά σας;

Στα άμεσα σχέδια δουλεύω για μια ατομική έκθεση μέσα στο 2022, πέραν αυτού δεν υπάρχει κάτι άλλο.

Κύλιση στην κορυφή