Γιάννης Παπακώστας

Μια οδυσσειακή αναπόληση του ποιητή Τηλέμαχου Χυτήρη

Τηλέμαχος Χυτήρης, Το ταξίδι, Βιβλιοπωλείον της «Εστίας», Αθήνα 2024.

Εκτεταμένη είναι η νέα ποιητική σύνθεση, Το ταξίδι, του Τηλέμαχου Χυτήρη. Η πρόταξη του οριστικού άρθρου είναι προσδιοριστική. Δεν πρόκειται, δηλαδή, για ταξίδι αναψυχής, αλλά για αναδρομή, για μια δημιουργική μετάπλαση όψεων ζωής και ονείρων. Ένα ταξίδι πολύπλευρο που συμπλέκεται με τον χρόνο, οπότε τα βιώματα, οι ευαισθησίες, τα ερεθίσματα, οι προβληματισμοί, οι αναπολήσεις συνδέονται δημιουργικά και γίνονται τέχνη. Για τούτο και εκτείνεται σε ένα πολυσύνθετο ποιητικό τοπίο. Προβάλλονται όψεις που υποδηλώνουν την Οδύσσεια μιας μακράς πορείας. Ένας διάλογος, μια ανάκληση των πολύπλευρων προκλήσεων της ζωής του χθες και του σήμερα. Για να χωρέσουν όμως όλα αυτά χρειάστηκε σύμπτυξη. Σύμπτυξη του αέναου σε μικρό και, όπου χρειάστηκε, ανάπτυξη του μικρού σε μεγάλο. Όλα τα ποιήματα είναι κατανεμημένα σε ξεχωριστές ενότητες, με δέκα ποιήματα η καθεμία, πλην της τελευταίας, όπου περιλαμβάνονται μόνο τρία. Είναι αριθμημένα με γράμματα ελληνικά. Με την αλφαβητική αρίθμηση, δηλαδή, ολιγόστιχα και συμπυκνωμένα, από τέσσερις έως 15 το πολύ στίχους. Το καθένα έχει τη δική του αυτοτέλεια, το δικό του βάθος. Έχουμε δηλαδή μια ποίηση μικρής φόρμας και μακράς πνοής.

Πρωτίστως να υπενθυμίσουμε ότι ο Τηλέμαχος Χυτήρης έλκει την καταγωγή του από το χωριό Κουραμάδες της νήσου Κέρκυρας. Είναι ο τίτλος με τον οποίο, κατ’ εξαίρεσιν, συνοδεύεται και το ποίημα της 5ης ενότητας. Όλα τα άλλα ποιήματα είναι χωρίς τίτλο. Τα γυμνασιακά του χρόνια είχε την καλή τύχη να τα περάσει σε ένα πολιτισμένο οικογενειακό και ιστορικό περιβάλλον, στην Κέρκυρα. Σε μια πόλη ιστορική, με μουσικές και ποιητικά ερεθίσματα προερχόμενα από την εποχή του Σολωμού, του Κάλβου και τόσων άλλων. Είναι αποτυπωμένα στον εύστοχο στίχο του δεύτερου ποιήματος του Ταξιδιού του, όπου λέει:

Μάθαμε να παίζουμε την ανάσα μας με μουσικές και σκέψεις.

Μια πνευματική καλλιέργεια, ένας πνευματικός ορίζοντας που στη συνέχεια έλαβαν ευρύτερες διαστάσεις, όταν ως φοιτητής βρέθηκε σε μια άλλη ευρωπαϊκή πόλη, στη Φλωρεντία. Εκεί είχε την καλή τύχη να έχει δάσκαλό του και τον Ουμπέρτο Έκο, τον διεθνώς γνωστό συγγραφέα στον χώρο της φιλοσοφίας, της λογοτεχνίας, των θεωρητικών αναζητήσεων και προβληματισμών. Όλα αυτά, μαζί με τα ερεθίσματα που έλαβε και από τα ποικίλα πνευματικά ρεύματα της εποχής, ελληνικά και ξένα, λειτούργησαν δημιουργικά μέσα του και σταδιακά, όπως ο ίδιος γράφει στο Ταξίδι:

Στα χείλη αναριγούσαν Ποίηση και Ζωή.

Είναι ένας στίχος ποιητικής τριβής, αναζήτησης και έκφρασης. Έκφραση, η οποία κατ’ αρχάς αποτυπώθηκε στην ιταλική γλώσσα σε μια ποιητική σύνθεση κατά την περίοδο των σπουδών του στη Φλωρεντία, την οποία, μεταξύ πολλών άλλων ποιητικών συλλογών, οι κριτές ξεχώρισαν και του απένειμαν το δεύτερο βραβείο.

Στον ανωτέρω βαρύνοντα στίχο οι δύο εννοιολογικά φορτισμένες λέξεις Ποίηση και Ζωή αποτελούνλέξεις κλειδιά. Είναι λέξεις όπου εξελικτικά ακουμπάει ένα μεγάλο μέρος της ποιητικής δημιουργίας του Χυτήρη.Αρκετά είναι και τα ποιήματα όπου, σε δεύτερο πλέον πρόσωπο, ο ποιητής απευθύνεται και εις εαυτόν, όσο και αν αυτό δεν είναι πάντοτε σαφές. Γράφει λοιπόν:

                        Πόσες μέρες και νύχτες, πόσα χρόνια δε σε ήξερα.

Ένας διάλογος, στον οποίο συμπλέκονται ερωτικές συγκινήσεις, αναπολήσεις ονείρων, ποικίλες ψυχικές διακυμάνσεις. Και όλα αυτά ενίοτε συμπυκνώνονται και σε άλλους βαρύνοντες στίχους, όπως αυτός της δωδέκατης στροφής, όπου και αναλογίζεται:

                        Πόσα τραύματα, πόση χαρά, πόσοι ολολυγμοί.

Δεν είναι λίγες και οι περιπτώσεις που στίχοι ή και μεμονωμένες λέξεις ακόμη, λέξεις φορτισμένες με πολύπλευρα νοήματα, κουβαλάνε έναν συναισθηματικό ή φιλοσοφικό κόσμο, ανοίγοντας έτσι ποικίλους ονειρικούς δρόμους:

                        Η ζωή εν ειρήνη βρίθει μικρών πολέμων, γνωμολογεί.

Και φυσικά. Η ζωή είναι αγώνας και κάθε νίκη είναι συνυφασμένη με μικρές ή μεγάλες ήττες. Είναι οι πολυποίκιλες καλλιτεχνικές εκφάνσεις που μόνο η τέχνη μπορεί να τις αποδώσει και εν προκειμένω η ποίηση. Πίσω από τους επιμελημένους στίχους του Ταξιδιού βλέπουμε τις καλλιτεχνικές παραλλαγές, τις οποίες ο ποιητής, με τα εύστοχα εκφραστικά του μέσα τις ξεδιπλώνει.Επιλέγει τον στέρεο λόγο, την εύηχη λέξη, την κομβική, την εννοιολογικά φορτισμένη, για να τη συνδέσει με το πανευδαιμονικό αίσθημα που περικλείει η διεισδυτική ματιά του, χωρίς βέβαια να παραμένει στα ωραία της επιφάνειας. Ο συμπυκνωμένος λόγος αποκτά αυτοτέλεια. Ο ποιητής βυθίζεται στο ταξίδι του σαν να βυθίζεται στην ιστορία. Βλέπει τη θάλασσα ως τόπο διεξαγωγής μαχών. Δεν είναι λίγες άλλωστε και οι περιπτώσεις αναγωγής του στην ομηρική Οδύσσεια.

Στο θεμελιώδες ιστορικό έργο, δηλαδή, με την αναστροφή του οποίου ο ποιητής μάς πάει χρόνια πίσω, στο 1983, στο τρίτο ποιητικό του βιβλίο, όπου με τον τίτλο Τόποι νέοι απαντά και ένα «μικρής μορφής» ποίημά του με τον ομόλογο τίτλο «Οδύσσεια», αναγγέλλοντας έτσι το περιεχόμενο της ποιητικής του αναζήτησης. Μπορεί το σημερινό βιβλίο με την πρόταξη του οριστικού άρθρου πριν από το ουσιαστικό να σημαίνει ένα συγκεκριμένο ταξίδι, τα τοπόσημα όμως, οι εξωτερικές και εσωτερικές περιπέτειες του πρωταγωνιστή και των συντρόφων του παραπέμπουν στην έννοια μιας ψυχικής περιπλάνησης. Δεν είναι χωρίς σημασία και το κόσμημα του εξωφύλλου του βιβλίου. Είναι το ομηρικό σύμβολο της νήσου των Φαιάκων: «Η απήδαυλος ναυς». Το πλοίο χωρίς πηδάλιο, δηλαδή.

Τούτο σημαίνει ότι κάθε ενότητα της ποιητικής αυτής σύνθεσης θα μπορούσε να διαβαστεί και ως ραψωδία μιας προσωπικής ποιητικής Οδύσσειας. Θα μπορούσε επίσης το παρόν «έπος» του Χυτήρη να θεωρηθεί και ως μια ψηφιδωτή ποιητική τοιχογραφία που απεικονίζει τις τρικυμιώδεις διακυμάνσεις της σωματικής, της ψυχικής και πνευματικής του περιπλάνησης, η οποία ονομάζεται «ανθρώπινη κατάσταση» ή «ανθρώπινη μοίρα».

Κοντολογίς, είναι το περιπετειώδες ταξίδι της ζωής. Και τώρα που το «σκαρί», όρος επαναλαμβανόμενος, κοντοζυγώνει στο λιμάνι, ο ποιητής αναλογίζεται. Από την πράξη περνάει στην ανάμνηση, στην περισυλλογή, στη συγκέντρωση και την καταγραφή των τελικών συμπερασμάτων στα οποία τον οδήγησαν οι εμπειρίες του. Γιατί η τελευταία αυτή ποιητική συλλογή, Το ταξίδι, για τον δημιουργό είναι μια ανάκληση, μια αναπόληση, μια δημιουργική μετάπλαση των προκλήσεων της ζωής. Ταξίδι του πνεύματος και της ψυχής. Είναι οι σκέψεις και τα ερεθίσματα που συνωστίζονται στο μυαλό και διεκδικούν τη φανέρωση. Την έξοδο, δηλαδή, στη σκηνή. Αξιολόγηση και κριτική. Όλα πια έχουν καταλαγιάσει και η σύνεση λειτουργεί σαν τον διακόπτη που ρυθμίζει το τόσο, όσο είναι απαραίτητο. Θέτει τον έλεγχο στον ενθουσιασμό, στο πολύβουο, στο πολύμορφο, στην παρόρμηση, στην υπερβολή. Όλα τα υπολογίζει. Και αναρωτιέται:

Θα γυρίσω ζωντανός; Χωρίς ή με το παρελθόν μου; αναρωτιέται. Και τούτο γιατί Η Ιστορία, με την οποία θα αναμετρηθεί, είναι πρώτα πνεύμα.

Η ματιά του Τηλέμαχου Χυτήρη είναι ματιά ενός ανθρώπου που εκτιμά ό,τι καλό του έδωσε η ζωή. Του έδωσε μια μεγάλη ιστορία για να καταφεύγει και να συνδέει οριακές στιγμές με το σήμερα, για να μπορεί να απαντάει στα μεγάλα ερωτηματικά:

            Πού ο σφυγμός; Πού το αίμα; Πού η μνήμη των προσώπων;

Γυρεύει τόπο να πατήσει για να μπορεί να ερμηνεύσει τους αγώνες μιας ζωής, γεμάτης περιπέτειες, λύπες και ψυχικές αναστηλώσεις. Ας μην ξεχνάμε ότι για ένα χρονικό διάστημα έδρασε και ως πολιτικός. Υπήρξε, δηλαδή, ρητήρ λόγων και έργων πρηκτήρ κατά τον Όμηρο (Ιλιάς, 443).

 Είναι χαρακτηριστικοί και οι στίχοι που περιγράφουν την ποικιλία των περιστατικών, των γεγονότων, των εναντιοδρομήσεων, της γνώσης, της ελευθερίας του νου, αλλά και της συμπόρευσης: Δώσε μου το χέρι σου, θα πει o ποιητής. Ένας στίχος που παραστέκει σε έναν παρόμοιο του Ανδρέα Εμπειρίκου: Πάρε τη λέξη μου, δώσε μου το χέρι σου λέει και ο γνωστός ποιητής της γενιάς του ’30, εκφράζοντας έτσι την ανθρώπινη αλληλεγγύη, τη συμπαράσταση, τη συναδέλφωση. Δεν είναι λίγοι οι κωδικοποιημένοι στίχοι που βρίσκονται στα θεμέλια του Ταξιδιού του Χυτήρη και με τον δικό του τρόπο γραφής ενίοτε συμπίπτει η επικοινωνία με παλαιότερους ποιητές. Ταξίδεψε και ψηλάφισε το «Μέγα Συνεχές», σε σημείο που μπρος στους φωσφορισμούς του πήγε να χάσει το φως. Ανάλογη η περίπτωση και του Σεφέρη: Με τύφλωσαν οι πυγολαμπίδες, λέει.

 Ο Χυτήρης καταλαβαίνει πως είναι περαστικός με τους περαστικούς, όπως υποδηλώνει και ο τίτλος της έκτης ενότητας. Τα μεγάλα ερωτήματα δεν πρόκειται να απαντηθούν. Η ζωή είναι αγώνας και κάθε νίκη είναι συνυφασμένη μεπολλές μικρές ή μεγάλες ήττες, με ποικίλες καλλιτεχνικές εκφάνσεις, τις οποίες μόνο η τέχνη μπορεί να τις αποδώσει.

Το Ταξίδι αρχίζει με το χάραμα, με το φως του ήλιου. Από την πρώτη ενότητα, με τον τίτλο «Ανάγκη καιρού», απομονώνω τους στίχους:

Στο χάραμα της μέρας, χωρίς ν’ ακουστεί, ξανοίχτηκε ένα σκαρί.
Όσο μάκραινε από τον βράχο τόσο πιο πλούσιο το φως ακοντιζόταν

Το πέλαγος κατέβαινε σαν φωτεινό ποτάμι
Καμιά φορά ανταριαζόταν ο καιρός
και το σκαρί κουνούσε
πήγαινε κι ερχότανε εδώ ψηλά κι εκεί στο βάθος
Η θάλασσα έμοιαζε οργισμένη …
Πως έφταιγαν τα στοιχειά λέγαν…

Όπως βλέπουμε η πρώτη λέξη του Ταξιδιού είναι το χάραμα. Λέξη ενδεικτική, δομική, με την οποία, όπως είναι γνωστό, αρχίζει και το Α΄ Σχεδίασμα των Ελεύθερων Πολιορκημένων, έργο βουνό του Διονύσιου Σολωμού: Το χάραμα επήρα // Του Ήλιου το δρόμο, γράφει ο ποιητής. Λέξη εννοιολογικά φορτισμένη που στο έργο του, ποιητικό και πεζό, απαντά άλλες έξι φορές: τρεις στο Γ΄ Σχεδίασμα, δύο στη Γυναίκα της Ζάκυθος και μία στο «Εις το θάνατο του Λορδ Μπάιρον»[1].

Όσο για τα στοιχειά, είναι αυτά με τα οποία είχε παλέψει ο Οδυσσέας. Είναι οι Λαιστρυγόνες και οι Κύκλωπες, ο θυμωμένος Ποσειδώνας, όπως ο Καβάφης, βγάζοντάς τα από την ανωνυμία, τα κατονόμασε στην «Ιθάκη» του. Αυτά στους στίχους της πρώτης ενότητας του Ταξιδιού. Και ο κύκλος, κάνοντας το μεγάλο άλμα, κλείνει με τον εννοιολογικά φορτισμένο τίτλο: Έπλευσας, κατήχθης, ήγουν: ταξίδευσες, αποβιβάστηκες. Τίτλος λιτός, στεγνός, αντληθείς από το έργο Εις εαυτόν του Μάρκου Αυρηλίου.Ενδεικτικό και το δίστιχο:

Το σκαρί γυρίζοντας αργά
χανόταν στην ομίχλη.

Στην ελληνική ποίηση απαντούν και δύο πεντασύλλαβα επιρρήματα, λέξεις ογκόλιθοι, τα οποία, όσο ξέρω, δεν έχουν αγγιχθεί. Αφήνοντας το ανεπαισθήτως του Καβάφη, θα αναφερθώ στο επίρρημα ακαταπαύστως του Ανδρέα Κάλβου∙ επίρρημα το οποίο, όσο ξέρω, μόνο ο Χυτήρης το έχει χρησιμοποιήσει, βλέποντάς το όμως από τη δική του σκοπιά και δίνοντάς του ξεχωριστή σημασία. Αν για τον Κάλβο η σχετική στροφή του ποιήματος «Ες θάνατον» (στ, κ΄) έχει την έννοια ότι κάθε στιγμή η ζωή χάνεται, στην παρούσα περίπτωση εκείνο που «ακαταπαύστως» τυραννούσε τον Χυτήρη ήταν η ποιητική έμπνευση, η οποία, αν και ερχόταν, δεν στέργιωνε∙ έφευγε. Απευθυνόμενος λοιπόν εις εαυτόν τονίζει:

το άγνωστο μιας έκβασης
που λάνθανε ακαταπαύστως

                                                                        η ποίησή σου.

Σιωπή πλημμυρισμένη από στίχους χαμένους,θα γράψει αλλού.

Ενδεικτικοί και οι στίχοι, οι οποίοι επέχουν θέση γνωμολογίας:

Η ζωή εν ειρήνη βρίθει μικρών πολέμων.
Η μυρωδιά της γης έχει και θάνατο.

Και ακόμη: Ο χρόνος είναι γρήγορος ίσκιος πουλιών …

Η΄:

                        Φεύγουμε με το φεγγάρι στην τσέπη. Ήγουν: δεν ξεχνάμε το όνειρο.

Και τα ερωτικά μηνύματα διεκδικούν τον χώρο στην ποίηση του Χυτήρη:

Ενότητα δεύτερη, «Νύκτιο άσμα»:

Έρχονταν οι νύμφες…
Στα χείλη αναριγούσαν Ποίηση και Ζωή
Άνθιζε η πέτρα
Η ηδονή δεν πειθαρχούσε
Ήμουν θνητός στις παρυφές
Κι αθάνατος πιο μέσα.
Το πάθος ζωντάνευε τη σάρκα…
Με χάιδευαν γλυκές φτερούγες
Χίλιες μέλισσες βουίζαν στο στήθος.

Κλείνοντας την παρούσα μελέτη, δεν μπορώ παρά να τονίσω ότι ο Τηλέμαχος Χυτήρης με Το ταξίδι, τη νέα ποιητική του συλλογή, με τρόπο εμφατικό ανοίγει νέους δρόμους. Η πυκνότητα της γραφής, η ανανέωση της θεματολογίας και των εκφραστικών του μέσων έχουν ως αποτέλεσμα ο αναγνώστης να βρίσκεται μπροστά σε ένα σημαντικό έργο, με βάση το οποίο ο δημιουργός του εκ των πραγμάτων αναδεικνύεται ένας από τους αξιολογότερους ποιητές της γενιάς του, της γενιάς του 1970.


[1] Ερατοσθένης Καψωμένος (και συνεργάτες), Λημματικός Πίνακας λέξεων του ελληνόγλωσσου έργου του, Εκδ. Φιλολογική Σχολή Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, Ιωάννινα 2007-2008.

Κύλιση στην κορυφή