© Ζωγραφική: Αχιλλέας Παπακώστας

Αχιλλέας Παπακώστας

«Να δίνουμε τη μάχη με σύμμαχο την πίστη μας»

α. Πώς μπήκατε στη ζωγραφική, ποιες ήταν οι αφορμές, οι δάσκαλοι, οι επιρροές, πώς θα χαρακτηρίζατε τη δουλειά σας από άποψη θεματικών/υλικών/τεχνικής;

Δεν μπορώ να θυμηθώ ακριβώς τη συνθήκη η οποία με κράτησε σε επαφή με τη ζωγραφική. Όλα τα παιδιά ζωγραφίζουν, ταυτόχρονα όλα τα παιδιά φοβούνται από τη φύση τους τη ζωή και τους κινδύνους της. Μέσα στη ζωγραφική υπάρχει μια κρυφή ζωή σκέψης και φαντασία, στην οποία τα παιδιά νιώθουν ασφαλή και ελεύθερα. Αν αυτός ο φόβος δεν ξεπεραστεί, αυτή η συνθήκη σε ακολουθεί όπως και η ικανότητα που αναπτύσσεται με τον καιρό. Εκεί με τις δεξιότητες αυτές ανακαλύπτεται και η αυτοπεποίθηση που διαμορφώνει την προσωπικότητα. Έτσι σιγά σιγά αποκτάς ένα όπλο «επιβίωσης», το οποίο πολλές φορές γίνεται μέρος του εαυτού σου. Τότε ήταν που προσπαθούσα μπω σε μια φανταστική κοινότητα «ομοτέχνων» –μέσω των βιβλίων– ώστε να καταλάβω «πόσα απίδια πιάνει ο σάκος». Εκεί ένιωθα πραγματικά πολύ «λίγος», παρ’ όλα τα εύσημα της εξαιρετικής Ρένας Ανούση την οποία είχα την τύχη να έχω καθηγήτρια για πολλά χρόνια. Η αγάπη μου με έκανε να αναγνωρίσω ως φυσικό μου χώρο αυτόν της ζωγραφικής, παρά το δέος που ένιωθα.

Στη σχολή, πέρα από τη φυσιολογική επιρροή που μου ασκούσε ο Τέτσης, προσπαθούσα να προσδιορίσω ένα δικό μου ύφος παρέα με εικόνες παλιών δασκάλων. Μου άρεσε ο Rembrandt, ο Velázquez, ο Sisley, ο Veronese, ο Fantin Latour, ο Bacon κ.ά., χωρίς να γνωρίζω ακριβώς τον λόγο. Μάλλον καθένας είχε κάτι που θα ήθελα ή είχα ήδη. Πηγαίνοντας στο Παρίσι άλλαξαν και οι παραστάσεις αλλά και ο χρόνος επεξεργασίας τους. Στην E.N.S. Beaux Arts o V. Veličković με προσέγγισε σαν συνάδελφο και αυτό μου έδωσε τον χρόνο, που όλοι θέλουμε, να καταλάβω τι μου συμβαίνει. Όσο κατανοείς τον λόγο των επιλογών σου τόσο κατανοείς περισσότερο τον εαυτό σου και μπαίνεις στη θέση του κυβερνήτη. Δεν αφήνεις τα συμβάντα να σε παρασύρουν, αλλά κατευθύνεσαι σε συγκεκριμένες επιλογές που γνωρίζεις ότι θα αναπτύξουν τον εαυτό σου και θα δημιουργήσουν ένα προσωπικό όραμα. Αυτό πολλές φορές είναι ανώτερό μας γιατί δημιουργείται από κάτι ανώτερό μας. Είναι μια σχέση πίστης. Καλώς ή κακώς με αφορούν λίγα πράγματα, έχουν αφομοιωθεί μέσα μου εποχές, ζωγράφοι έχοντας αφήσει μέσα μου τα ίχνη που ακολουθώ χωρίς παλιούς μετεωρισμούς. Προσπαθώ να ακολουθώ την αγάπη που έχω για την αρχαία τέχνη, την παγκόσμια λαϊκή τέχνη, τη βυζαντινή τέχνη, χωρίς εγωκεντρικές τάσεις.

β. Πώς βλέπετε τη σημερινή ζωγραφική στην Ελλάδα και στον κόσμο; Ποιες τάσεις διακρίνετε;

Η αλήθεια είναι πως τον τελευταίο καιρό δυσκολεύομαι να την αναγνωρίσω. Ίσως έχουν αλλάξει τα δικά μου μέτρα. Νιώθω ότι το επίπεδο είναι εξαιρετικά χαμηλό κι αυτό όχι γιατί δεν υπάρχουν ικανοί, κάθε άλλο: η τεχνολογική εικόνα και ο ρυθμός κατανάλωσής της έχει δημιουργήσει μια αισθητική σύγχυση. Μιλάμε για μια άκρως αφηγηματική ζωγραφική στα όρια την περιγραφής και της εικονογράφησης. Ο κινηματογράφος, η διαφήμιση, το photoshop και το ίντερνετ έχουν μεταμορφώσει τη ζωγραφική αφήγηση σε ένα εξαιρετικά πολύπλοκο patchwork, το οποίο λίγοι έχουν καταφέρει να χαλιναγωγήσουν. Λες και πρέπει η ζωγραφική να ανταγωνιστεί την τεχνολογική εικόνα και να την κατατροπώσει, με τη βοήθεια της πάντα, πράγμα οξύμωρο και άτοπο. Δεν μιλάω για την Ελλάδα μόνο, είναι παγκόσμιο φαινόμενο. Εδώ βέβαια έχουμε τα απόνερα αυτού του φαινομένου, το οποίο όσο θα αδιαφορεί για βασικές ζωγραφικές αξίες τόσο θα επιδεινώνεται. Η τέχνη σίγουρα δημιουργεί αντανακλάσεις κοινωνικών αλλαγών, ταυτόχρονα όμως θα πρέπει να συμμετέχει και σαν ένα φίλτρο επαναφοράς και εξισορρόπησης. Όσο επαναστατική κι αν είναι μια εποχή, θα πρέπει να προικίζεται με αξίες του παρελθόντος ώστε να ανήκει σε μια παράδοση του μέλλοντος. Εάν δεν ανήκει σ’ αυτήν, δεν ανήκει και στο σήμερα, κι ας μην το αντιλαμβανόμαστε.

γ. Υπάρχει εικαστική κριτική στη χώρα μας; Και ευρύτερα: διαπαιδαγωγείται ο νέος Έλληνας στην τέχνη, σ’ έναν τρόπο να αγαπάει το ωραίο ή να αναπτύσσει δικά του κριτήρια γι’ αυτό;

Εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων, μπορώ να πω ότι δεν υπάρχει ούτε σχόλιο γι’ αυτό που συμβαίνει. Ένας σύγχρονος καθωσπρεπισμός δεν αφήνει πολλά περιθώρια φυσικής αντίδρασης, που κάθε ζωντανή κοινωνία έχει ανάγκη ώστε να κατανοεί την κατάσταση στην οποία βρίσκεται.

Κανείς δε θέλει να «σπάσει αυγά» ή μήπως δε μπορεί; Όλα εξαντλούνται σε εξωραϊσμένες, χαοτικού νοήματος περιγραφές φτωχών δελτίων τύπου, με μόνο σκοπό να γεμίσουν τα κενά της εικαστικής μας ενημέρωσης. Ο «φτωχός» αναγνώστης θα διαβάσει και, αφού ζαλιστεί, θα «τσιμπήσει» αναγκαστικά χωρίς αντισώματα. Οι υπόλοιποι τελικά θα πρέπει να είναι καλλιεργημένοι άνθρωποι, εφοδιασμένοι με έμφυτα κριτήρια υψηλής αισθητικής.

Μιλώ για έμφυτα γιατί δυστυχώς τα προσωπικά μου συμπεράσματα εκεί καταλήγουν. Είναι αυτό που οι παλιοί το λέγαν «να αισθάνεται». Έπειτα αυτή η ικανότητα διψάει και εξελίσσεται. Μπορεί οποίος θέλει και ιντριγκάρεται από τον «εξωτισμό» της τέχνης να μάθει πράγματα, να μορφωθεί με βάση αυτό. Αυτό είναι κάτι άλλο. Η καλλιέργεια και η ικανότητα διείσδυσης στην ουσία του αντικειμένου όμως είναι κάτι ιδιαίτερο. Μήπως όλα ξεκινάνε από κάτι που δεν μαθαίνεται, από ένα απλό γούστο; Ίσως να μην είναι τόσο απλό.

δ. Πόσο επηρέασε την αγορά των έργων τέχνης αλλά και την προσωπική σας δουλειά η κρίση των τελευταίων χρόνων (οικονομική και υγειονομική);

Πιστεύω πως όλες οι μορφές τέχνης έχουν δυο κόσμους. Ο ένας, ο βασικός για εμένα, είναι ο κόσμος της δημιουργικής εσωστρέφειας, της συγκέντρωσης, της εργασίας μέσα σε μια μορφή εθελουσίας απομόνωσης. Ο άλλος είναι αντίθετος. Είναι αυτός της επικοινωνίας, της εξωστρέφειας εκεί που παίρνουν χώρο οι εκθέσεις και η επαφή με κόσμο. Κάπου αυτοί οι κόσμοι συνδέονται και επηρεάζονται, αλλά ο διαχωρισμός είναι διακριτός. Ο πρώτος θα πρέπει να περιφρουρείται ώστε να μην πληγώνεται από εξωτερικούς παράγοντες. Να είναι κατασκευασμένος από σκληρό υλικό πίστης, ελπίδας και εγωισμού για να προστατεύει την ψυχική μας επιβίωση. Ακόμα και οικονομικές δυσκολίες να υπάρχουν, τελικά να βρίσκει τρόπο να δρα. Ο δεύτερος κόσμος, στον οποίο ανήκει και η ευρύτερη αγορά, σε συνθήκες οικονομικής κρίσης ή κάτω από τη σημερινή υγειονομική κρίση, υφίσταται πανωλεθρία. Όσο και να επηρεαζόμαστε από τα οικονομικά ή τα προβλήματα της επιβαλλόμενης απομόνωσης, πρέπει να δίνουμε τη μάχη με σύμμαχο την πίστη μας. Αυτή δεν πρέπει να κλονίζεται ποτέ.

ε. Ποια είναι τα επόμενα σχέδιά σας;

Υπάρχουν οι εκθέσεις. Δύσκολα όμως πλέον μπορούν να απεγκλωβιστούν τα επόμενα σχέδια μου από την πορεία του έργου μου, από την εξέλιξή του. Υπάρχει μια ικανοποίηση όταν κατακτάς ένα σκαλοπάτι του οράματός σου. Θέλω πλέον να συμμετέχω σ’ αυτή τη χαρά. Θέλω να είμαι παρών.

«Φεύγουμε συντριμμένοι, απαρηγόρητοι
για να ξαναφτιάξουμε τη γενιά μας στον ουρανό…»
Κύλιση στην κορυφή