Δεν ήταν το τραγούδι «Meat Is Murder», κι ας ακούγαμε τότε Smiths. Ήταν ο Ισραηλινός που γνώρισα στο Εδιμβούργο, στα τέλη του προηγούμενου αιώνα. Χορτοφάγος απ’ τα δεκαοκτώ του. Θα είχε ξεκινήσει και νωρίτερα, αν τον είχαν αφήσει οι γονείς του. Ο δικός μου πατέρας σούβλιζε το Πάσχα κι έψηνε τις Κυριακές σε αυτοσχέδιο μπάρμπεκιου, κι ενώ τα μπάρμπεκιου δεν ήταν ακόμη sine qua non. Γρήγορα, πολύ εύκολα, έγινα κι εγώ χορτοφάγος –θα είχα σίγουρα δυσκολευτεί αν το κρέας ήταν σοκολάτα. Το έλεγα πριν δεχτώ μια πρόσκληση σε δείπνο –σχεδόν απολογητικά, λες και φοβόμουν μη θεωρηθεί πως προσπαθώ να κάνω προσηλυτισμό.
Υπήρχαν οι καχύποπτοι («Μήπως συνδέεται με τη θρησκεία του;») κι αυτοί που ασκούσαν έμμεσα κριτική («Μήπως δεν πονάει και το μαρούλι;»). «Το κάνετε για λόγους υγείας;» σε ρωτούσαν κάποιοι με ενδιαφέρον. («Όχι για τη δική μου, αλλά για την υγεία των κοτόπουλων», έχει απαντήσει ο συγγραφέας Ισαάκ Μπάσεβις Σίνγκερ σ’ αυτό.) Πολλοί δήλωναν πως δεν έχουν θέμα, απορούσαν παρ’ όλ’ αυτά: «Αλλά δεν σου λείπει το κρέας;» (Θεωρώντας πως η χορτοφαγία είναι ασυμβίβαστη με τη γαστρονομία ή και με τη χαρά;) Το κρέας δεν μου έλειπε. Εξακολουθεί να μη μου λείπει.
Πέρασε καιρός. Κάναμε παιδιά. Τώρα ήταν «Μα έχεις το δικαίωμα ν’ αποφασίζεις εσύ για τον άλλον;» (Λες κι όταν σερβίρεις κρέας στο τραπέζι δεν αποφασίζεις εσύ για τον άλλον.) Σε κάποιο Χριστουγεννιάτικο πάρτι στην Ελλάδα, η μικρή μας κόρη έφαγε δεν ξέρω πόσα κεφτεδάκια, πράγμα στο οποίο δόθηκαν διαστάσεις («Βλέπεις λοιπόν;»). Αυτή η δίαιτα ήταν λιγότερο «ισορροπημένη» απ’ την παραδοσιακή. (Από την παραδοσιακή; Και οι νηστείες της εκκλησίας που ακολουθούσαν οι μεγαλύτερες γυναίκες; Πόσες φορές δεν είχαμε ακούσει τον πατέρα μας να λέει πως στα μικράτα του το κρέας ήταν έδεσμα αποκλειστικά γιορτινό;)
Πόσο έχει αλλάξει από τότε το τοπίο;
«Εγώ δεν σκέφτομαι ότι αυτό που βρίσκεται στο πιάτο μου προέρχεται από ζώο», μου είπε πρόσφατα μια καλλιεργημένη Γαλλίδα. (Όπου η ατομική πρόσληψη της πραγματικότητας γίνεται «ατράνταχτο» επιχείρημα.) Σ’ ένα καφέ στη Νίσυρο το καλοκαίρι άκουσα κάποιον στο διπλανό τραπέζι να υπερασπίζεται την κρεοφαγία με επιχείρημα την «ανωτερότητα» του ανθρώπου. (Ανωτερότητα και μαζί κατωτερότητα· πρόκειται για το ζώο που προκαλεί τις μεγαλύτερες καταστροφές στον πλανήτη, τα μεγαλύτερα δεινά στο ίδιο του το είδος –πολέμους, λιμοκτονία, προσφυγιά.)
Αν η χορτοφαγία βρίσκεται κάποτε αντιμέτωπη με την αμηχανία, τι να πει κανείς για τον βιγκανισμό. Από αρκετούς, ο vegan θεωρείται εξ ορισμού αντιπαθητικός, αν όχι δυνάμει επικίνδυνος. Κι όμως, η καλή μας αγελάδα που της παίρνουμε το μωρό της για να το μετατρέψουμε σε αναλώσιμο «μοσχαράκι γάλακτος», που την κρατάμε έγκυο για το γάλα της (ποσότητες που δεν θα ήταν σε θέση να παράγει, αν δεν την είχαμε κάνει μηχανή), είναι ένας από τους πρώτους κρίκους στην ίδια αλυσίδα παραγωγής. Παρά τις δυόμισι δεκαετίες χορτοφαγίας (με εξαίρεση τις μαριδούλες τα καλοκαίρια δίπλα στη θάλασσα), κι εγώ δυσκολεύτηκα όταν ο εν λόγω Ισραηλινός έγινε πριν από δύο τρία χρόνια vegan. (Υπογείως, η ιδέα πως ο βιγκανισμός είναι ασυμβίβαστος με τη γαστρονομία ή και με τη χαρά;)
Έχει ωστόσο αρχίσει να αλλάζει το τοπίο, κρίνοντας από τους νεότερους. Οι περισσότεροι φίλοι μου είναι vegan και ικανοί μάγειρες, λέει η μεγάλη μας κόρη, φοιτήτρια της νομικής στο Πανεπιστήμιο της Γλασκώβης. Vegan είναι πολλοί απ’ τους μεταπτυχιακούς φοιτητές στο Université de Paris. Ενώ οι Γάλλοι είναι παραδοσιακά φανατικοί κρεατοφάγοι, ένα σωρό φούρνοι στο Παρίσι πουλάνε πλέον γλυκά vegan και οι ουρές φτάνουν στο πεζοδρόμιο. (Δεν λέω ότι δεν διαφέρουν σε γεύση απ’ αυτά που περιέχουν βούτυρο και αυγά, ωστόσο θέλεις να τα ξαναφάς.)
Στην απλή μνεία της χορτοφαγίας, κάποιοι σπεύδουν να πουν πως ψωνίζουν βιολογικά. Αλλά η βιολογική παραγωγή κρέατος είναι εξίσου επιζήμια για τον πλανήτη με τη συμβατική κρεατοβιομηχανία. Συνολικά, η κτηνοτροφία ευθύνεται για ένα πολύ υψηλό ποσοστό των παγκόσμιων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Βρίσκεται ανάμεσα στις πρώτες τρεις αιτίες, μαζί με την καύση ορυκτών καυσίμων και την αποδάσωση (που επίσης συνδέεται με την παραγωγή τροφής για τα ζώα εκτροφής και τη δημιουργία βοσκότοπων). Τα ζωικά προϊόντα απαιτούν πολύ περισσότερο νερό ανά διατροφική θερμίδα σε σύγκριση με τα τρόφιμα φυτικής προέλευσης. (Για παράδειγμα, το υδατικό αποτύπωμα (WF) του χοιρινού είναι δύο φορές μεγαλύτερο από το WF των οσπρίων και τέσσερις φορές μεγαλύτερο από το WF των δημητριακών.) Η κτηνοτροφία είναι η πρώτη αιτία για την αποψίλωση του Αμαζονίου, και κάποιοι απ’ όσους θέλησαν να το βροντοφωνάξουν το πλήρωσαν με τη ζωή τους, παραδέχεται κομπιάζοντας μια Βραζιλιάνα ακτιβίστρια σ’ ένα πολύ χαρακτηριστικό σημείο του πάντα επίκαιρου περιβαλλοντολογικού ντοκιμαντέρ «Cowspiracy».
Και μας έχουν βρει κι άλλα δεινά. Κάποιοι μιλάνε ακόμη για διαρροή από το ινστιτούτο της Ουχάν –εξ αμελείας ή εκ προμελέτης (ανάμεσά τους, κι αυτοί που βλέπουν ως απώτερο στόχο της «συνωμοσίας» τον έλεγχο του υπερπληθυσμού, πρώτα με τον ιό και στη συνέχεια με το εμβόλιο.) Ενώ η θεωρία της διαρροής (lab leak) δεν έχει θεωρητικά εντελώς αποκλεισθεί, η κυρίαρχη επιστημονική θέση είναι πως ο ιός που προκαλεί Covid-19 οφείλεται σε φυσική διάχυση (natural spillover), πράγμα που το πιθανότερο ισχύει και για άλλους ιούς που προηγήθηκαν, ανάμεσά τους και τον HIV. Δεν είναι η ερευνητική ενασχόληση με ιούς σε εργαστήρια το πρόβλημα, αλλά το εμπόριο άγριων ζώων, η αποψίλωση δασών για την κτηνοτροφία και την πρόσβαση σε λατομεία, η απώλεια της βιοποικιλότητας, η υπερεκμετάλλευση της φύσης. Ενώ βλάστηση και πανίδα καταστρέφονται, αμέτρητα είδη ιών και βακτηρίων χάνουν τον ξενιστή τους, και αναζητώντας νέους ξενιστές, δεν αποκλείεται να τους βρουν ανάμεσα στα ζώα εκτροφής ή και στον άνθρωπο. Η διάδοση της θεωρίας της διαρροής (εκ προμελέτης ή εξ αμελείας) δεν δείχνει ίσως αποκλειστικά αμάθεια. Κάπου εξυπηρετεί να παραμένει σε σχετική αφάνεια ο σύνδεσμος ανάμεσα στην πανδημία και στην περιβαλλοντολογική καταστροφή, να εφησυχάζονται οι αδαείς στη σκέψη πως ευθύνονται μόνο αυτοί που τρώνε παγκολίνο.
Ποιο είναι το μέλλον του κρέατος σ’ έναν πλανήτη που υπερθερμαίνεται, που μέσα στα τόσα του ζητήματα η πανδημία και η μελλοντική απειλή από νέες ζωονόσους έχουν περάσει σε πρώτο πλάνο;
Αν η χορτοφαγία και πόσο μάλλον ο βιγκανισμός θεωρηθούν ακραίες θέσεις που δεν θα υιοθετηθούν ποτέ σε μεγάλη κλίμακα, μήπως θα έχει μεγαλύτερη επιτυχία ένα κρέας παρασκευασμένο σε εργαστήριο από βλαστικά κύτταρα; Έχουν ήδη γίνει επενδύσεις για να παραχθεί το λεγόμενο «κρέας in vitro» ή «καλλιεργημένο» ή «καθαρό». Μια εταιρεία με βάση το Άμστερνταμ, η Meatable, ήδη διαφημίζει τα συγκριτικά του πλεονεκτήματα έναντι του κρέατος που γνωρίζουμε: θα παράγεται πολύ πιο γρήγορα, χωρίς αντιβιοτικά, χωρίς σφαγή ζώων, θα συμβάλει κατά πολύ στην εξοικονόμηση νερού, θα περιορίσει σημαντικά την αποψίλωση δασών και την εκπομπή αερίων του θερμοκηπίου. Αν υιοθετηθεί ευρέως (λέγεται ότι η στιγμή που θα νομιμοποιηθεί δεν θ’ αργήσει), θα είναι ίσως μια λύση για τα προβλήματα που συνδέονται με τη βιομηχανική κτηνοτροφία, αλλά και με τη βιολογική.
Μια άλλη απλούστερη και φυσικότερη λύση είναι η απάντηση που δίνει στο ερώτημα ο «flexitarian»: περιορισμένη –πολύ πιο περιορισμένη– κατανάλωση κρέατος. Κάποιοι το καταφέρνουν κι άλλοι απλώς διατείνονται ότι το κάνουν –στα λόγια πάντως είναι ευκολότερο.
Λαμβάνοντας αυτά υπόψη, το «ό,τι φάμε» της γνωστής λαϊκής έκφρασης παύει να είναι αθώα ή και κωμική μοιρολατρία. Γίνεται ιδεολογία μιας καταναλωτικής και κοντόφθαλμης κοινωνίας που επιδεικνύει μια αναλγησία εξίσου μεγάλη με τις επιτεύξεις της. Αντίστροφα, το τι θα φάμε αναδεικνύεται σε ένα από τα πεδία όπου οι αποφάσεις και η στάση του καθενός μπορούν να κάνουν διαφορά για το κοινό μας μέλλον και για τους επόμενους.