Ζωγραφική: Θανάσης Μακρής

Νίκος Βατόπουλος

Σε έναν κόσμο κατακερματισμένο, θα επικρατεί το χάος

Ως ενήλικας διαμορφώθηκα μέσα στον κόσμο των εφημερίδων. Όχι μόνο ως δημοσιογράφος μέσα στην «οικογένεια» της Καθημερινής, από το μακρινό έτος 1988, αλλά και ως αναγνώστης, αφού από τα παιδικά μου χρόνια διάβαζα εφημερίδες. Θυμάμαι το 1974 (ήμουν τότε 14 ετών) όταν απελευθερώθηκε ο Τύπος, να πιάνω το πρώτο φύλλο της Καθημερινής, που είχε διακόψει για επτά και πλέον χρόνια.

Όλα αυτά ηχούν εξωπραγματικά και αναχρονιστικά σε έναν νέο άνθρωπο σήμερα. Αντιλαμβάνομαι την εξέλιξη της ενημέρωσης αλλά δεν συμμερίζομαι τον ενθουσιασμό στην υποδοχή του νέου που έρχεται, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τη διάχυση της πληροφόρησης. Αναρωτιέμαι: Αν σήμερα οι επιστροφές των απούλητων εφημερίδων στα περίπτερα είναι ο κανόνας, τι θα συμβεί όχι σε 10 χρόνια αλλά σε δύο χρόνια από σήμερα; Η χάρτινη εφημερίδα περνάει μάλλον την τελευταία περίοδο μιας ιστορικής διαδρομής 250 ετών.

Οι αλλαγές είναι σαρωτικές. Και οι αλλαγές αυτές καθρεφτίζονται όχι τόσο στο τοπίο του Τύπου αλλά σε ένα πλέγμα συμπεριφορών και νοοτροπιών. Η εφημερίδα, όπως τη γνώρισαν ο 19ος και ο 20ός αιώνας, είναι ένα πολιτισμικό κεφάλαιο σε πλήρη ανασύνταξη και αναμόρφωση. Αυτή η κατακλυσμιαία αλλαγή δεν αφορά τη μεταφορά της ύλης από το χαρτί στο ψηφιακό πεδίο μόνο, αλλά έναν τρόπο σκέψης και κατανόησης του κόσμου. Νέα χάσματα διαρκώς γεννώνται.

Για εκατομμύρια χρήστες του διαδικτύου, αυτό που θα ονομάζαμε ευρύ αναγνωστικό –εν δυνάμει– κοινό, ο ψηφιακός κόσμος είναι χαοτικός. Δεν έχει νόρμες, ήθος, κανόνες, ούτε διαθέτει τις στήλες των εφημερίδων. Η διάκριση της ποιότητας της αρθρογραφίας και της εγκυρότητας επαφίεται και πάλι, όπως και στον κόσμο του χθες, σε ατομικά χαρακτηριστικά εξοικείωσης με τα κείμενα και τον γραπτό λόγο.

Οι διακριτές ελίτ του παλαιού κόσμου έχουν εν πολλοίς μεταφερθεί στο ψηφιακό χάος. Εκεί πολλαπλασιάζονται σε πολλές υποκατηγορίες, συγκρούονται με αντάρτικες υποομάδες, αντιπαρατίθενται με επιθετικά μορφώματα, αλληλοχλευάζονται με τον «χυλό» και κινούνται συχνά σε παράλληλο σύμπαν μικρόκοσμων χωρίς μεταξύ τους ώσμωση, τουλάχιστον φαινομενικά.

Υπάρχει όμως και μια σημαντική διάσταση: στον χθεσινό χάρτινο κόσμο της ενημέρωσης, μέσα από εφημερίδες και περιοδικά (που έχουν και αυτά εκλείψει), το κοινό ήταν συνειδητό ασχέτως της επιλογής του εντύπου.

Ένας αναγνώστης της Καθημερινής ή του Βήματος το 1980 δεν θα αγόραζε ένα περιοδικό υποκουλτούρας και ένας αναγνώστης των λαϊκών περιοδικών (που ήταν τότε δημοφιλέστατα) δεν θα αποζητούσε αρθρογράφους του αστικού Τύπου. Αυτό ήταν ο κανόνας, με τις εξαιρέσεις του βεβαίως.

Εκείνος ο μακρινός κόσμος μιας φαινομενικής διάρθρωσης έχει αποδυναμωθεί και ακυρωθεί. Το δικαίωμα και η δυνατότητα μιας παγκόσμιας πρόσβασης στην πληροφορία ανά πάσα στιγμή και από κάθε πηγή, διασαλεύει την αρχιτεκτονική της διάχυσης της είδησης και προσκαλεί ολοένα και περισσότερους παίκτες που εισέρχονται με άλλα κίνητρα. Θυμίζει όσα έχουν συμβεί ήδη στον Τύπο με την κατάρρευση των οικογενειακών επιχειρήσεων και τον κατακερματισμό του ευανάγνωστου τοπίου παραγωγής και κατανάλωσης.

Πλέον, μιλάμε για μια τόσο δραματική αλλαγή στη φύση του Τύπου που μοιάζει πολύ δύσκολο να προβλέψει κανείς πώς θα είναι η κατάσταση το 2030. Ειδικά στην Ελλάδα, με το μικρό αναγνωστικό κοινό των εφημερίδων και το συντριπτικό ποσοστό που ενημερώνεται όχι τόσο από ιστότοπους της επιλογής του όσο από ανακλαστικό σκρολάρισμα.

Δεν είναι φυσικά άσχετο το διεθνές γεωπολιτικό τοπίο μετά το 2001 (συμβολικό έτος με το χτύπημα στους Δίδυμους Πύργους) ή το 2008 (συμβολικό έτος της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης) ή το 2020 (συμβολικό έτος διασάλευσης βεβαιοτήτων με την πανδημία) με όσα συμβαίνουν στο τοπίο του Τύπου. Ειδικά, δε, στην Ευρώπη η αμφισβήτηση των πολιτικών παραδόσεων του 20ού αιώνα συνδέεται έμμεσα ή άμεσα και με τη μεταβολή του τοπίου της ενημέρωσης αλλά και με τις κατακλυσμιαίες μεταβολές σε θέματα μετανάστευσης, ταυτότητας και εμπιστοσύνης.

Ειδικά, το τελευταίο, ο κλονισμός της πίστης στους θεσμούς και σε ηθικές κλίμακες, σε συνδυασμό με την ανάδειξη κάθε παραβατικής πράξης, αποτρόπαιου εγκλήματος και βίαιης ανατροπής της καθημερινής γαλήνης, σε πρωτεύον γεγονός της ειδησεογραφίας, γεννά αποστροφή προς τις πηγές ενημέρωσης.

Η απομάκρυνση από τις σταθερές ενός συστήματος που προστατεύει από το χάος και τον τρόπο της ανυπαρξίας και της ματαιότητας, έχει απελευθερώσει χώρο και έχει νομιμοποιήσει πλήθος εκμεταλλευτών μιας γενικευμένης δυσφορίας.

Αν σταθεί κανείς σε αυτή τη διάσταση, θα δει πως ο ρόλος της ενημέρωσης στον αιώνα που διανύουμε είναι ευρύτερος, σκοτεινότερος και πολυπλοκότερος από τους σκοπούς που θα έπρεπε να υπηρετεί. Στην εποχή προς την οποία κινούμαστε, ο Τύπος θα έπρεπε να έχει μια αποστολή. Να προστατεύσει από τον χαοτικό μηδενισμό από τον οποίον εκατομμύρια άνθρωποι νιώθουν απειλούμενοι.

Θα το καταφέρει; Η μάλλον επιδιώκει κάτι τέτοιο; Αν δει κανείς τη σημερινή ύλη ακόμη και των μεγάλων ιστορικών εντύπων της Δύσης και τη συγκρίνει με την ύλη που πρόσφεραν στο κοινό τους το 1980 ή το 1960 θα δει τεράστιες μετατοπίσεις. Θα αναφέρω ως παράδειγμα το αμερικανικό περιοδικό Time, που κυκλοφορεί από το 1923. Υπήρξε ονομαστό για τις τελευταίες σελίδες προβληματισμού, δοκιμίων, ιστορίας τέχνης, με στήλες για την εκπαίδευση, την ιατρική, τη θρησκεία, τα βιβλία, τη μουσική. Τι έχει μείνει από όλα αυτά;

Τεράστια προβολή δίνεται σε πρόσωπα που υπηρετούν μια νέα συνθήκη πολιτισμικής ώσμωσης κατά κανόνα μακριά από το μοντέλο της ουμανιστικής παιδείας του παρελθόντος. Αυτό συμβαίνει και σε μεγάλες εφημερίδες του αγγλόφωνου κόσμου. Δεν είναι ο απόλυτος κανόνας αλλά είναι μια τάση με βαθιές πλέον δεξαμενές υποδοχής.

Παρατηρώ ότι στη δική μας χώρα, η κρίση του Τύπου θα οδηγήσει σε λήψη αποφάσεων ιδιαίτερα κρίσιμων. Τι δρόμο θα επιλέξουν οι λεγόμενες σοβαρές εφημερίδες; Δεν αναφέρομαι στο αν θα βγαίνουν ακόμη σε χαρτί σε δέκα χρόνια. Αυτό είναι σημαντικό μεν, έλασσον δε, αν δει κανείς τα τεράστια θέματα ηθικής, πολιτικής και κοινωνικής μεταβολής. Σήμερα, ακόμη και οι πιο σοβαρές εφημερίδες σύρονται πίσω από τη δημοσιότητα των θεμάτων που αναδύονται στα κοινωνικά δίκτυα. Αυτά είναι που ορίζουν την ατζέντα. Σπανίως μια εφημερίδα θα γεννήσει δημόσιο διάλογο και θα πιέσει τις ηγεσίες να πάρουν θέση.

Η επιδραστικότητά τους συρρικνώνεται και αυτό έχει τεράστια επίπτωση στην ποιότητα του πολιτικού διαλόγου και στη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος.

Η ανεξάρτητη δημοσιογραφία και τα long reads άξιων δημοσιογράφων είναι ένα ανάχωμα αλλά φοβούμαι πως απευθύνονται σε αυτούς που είναι ήδη προστατευμένοι με τις δικές τους άμυνες. Το ευρύ, ευρύτατο κοινό παραμένει έκθετο να πλοηγείται στο ψηφιακό χάος. Το μέλλον δεν είναι ευοίωνο. Όσο το τοπίο θα γίνεται πιο σκοτεινό, τόσο θα ανασυντάσσονται αποδυναμωμένες οι μειοψηφικές ελίτ του πνεύματος.

Και ο Τύπος, όπως τον νιώσαμε όσοι ενηλικιωθήκαμε στον 20ό αιώνα, θα περάσει στην ιστορία της ανθρωπότητας. Τα καλά άρθρα θα αφορούν τις συρρικνούμενες μεσοαστικές ελίτ που ούτως ή άλλως στήριζαν ανέκαθεν τον Τύπο. Μόνο που με τη σημερινή έκρηξη της προσβασιμότητας και την ανάδυση εκατοντάδων εκατομμυρίων χρηστών (και όχι αναγνωστών) από τον κάποτε Τρίτο Κόσμο, οι πνευματικές ελίτ της Δύσης όπως και ο μεσοαστικός πολιτισμός της θα γίνονται ολοένα και πιο αδύναμες συνιστώσες. Τα πράγματα είναι ακόμη πιο δύσκολα καθώς και μέσα στις δυτικές κοινωνίες της μετανεωτερικότητας, η αξία της γνώσης έχει αλλάξει φύση, σκοπό και λειτουργία. Η δε εκτίμηση της ιστορίας, η κατανόηση της πνευματικότητας και των ανθρωπιστικών σπουδών βρίσκεται στο χαμηλότερο στάδιο.

Ο 21ος αιώνας καλπάζει και ακόμη δεν έχει διαμορφωθεί το τοπίο που θα τον χαρακτηρίσει. Αυτό ίσως αναδυθεί μετά τα μέσα του αιώνα. Είμαστε ακόμη στον προθάλαμο.

Κύλιση στην κορυφή