Ζωγραφική: Γιάννης Αδαμάκος

Θανάσης Θ. Νιάρχος

Σελίδες ημερολογίου

Τρίτη, 27 Ιανουαρίου 1998: Με δυσκολία, λόγω μέσης πάντα, ανεβαίνω στο σπίτι του Τάκη. Λίγο αργότερα έρχεται και ο φίλος του, ο γιατρός Μπάμπης Χρέλιας. (Είναι ο μαιευτήρας που ξεγέννησε τον Θοδωρή το ’95, του έκανα μάλιστα δώρο το πρωτότυπο σχέδιο που είχε φιλοτεχνήσει ως εξώφυλλο για το βιβλίο του Μ. Καραγάτση Από Ανατολή σε Δύση ο Αλέκος Φασιανός). Έχει παραμεριστεί αδικαιολόγητα στο νοσοκομείο όπου εργάζεται και ζητά μια πολιτική στήριξη για να διατηρήσει κάποια «κεκτημένα». Υπόσχομαι να κάνω ό,τι μπορώ, άλλωστε του οφείλω μια μεγάλη συγκίνηση. Με διαβεβαίωσε πως θα μου δώσει για τη σειρά μου στον Καστανιώτη «Σκέψη, χρόνος και δημιουργοί» τα χειρόγραφα ενός ανέκδοτου βιβλίου του θείου του (αδελφού του πατέρα του) του διάσημου «μπουλουκτσή» Λουκά Χρέλια, που η ανάμνησή του παραμένει ζωντανή ακόμη στους θεατρόφιλους της ελληνικής επαρχίας. Δεν ξεχνώ ποτέ πως την κόρη του Λουκά Χρέλια και ξαδέλφη του Μπάμπη, την Γοργώ, την είδα ως ηθοποιό σε μια από τις πρώτες θεατρικές παραστάσεις που έβλεπα στη ζωή μου, ενώ είχα έρθει έφηβος στην Αθήνα, στο καλοκαιρινό θέατρο «Μπουρνέλη» (το έργο λεγόταν Ο Κλέαρχος, η Μαρίνα κι ο κοντός), κοντά στην Πλατεία Καραϊσκάκη. Απόψε, χωρίς μάλιστα να έχω διαβάσει έστω και μια σελίδα από το ανέκδοτο βιβλίο του Λουκά Χρέλια, προτείνω ως τίτλο στον Μπάμπη το Όλη η Ελλάδα ένα πατάρι. Τον ακούει με ενθουσιασμό.

Τρίτη, 31 Μαρτίου 1998: Σε έκθεση ζωγραφικής του Κώστα Γεωργίου. Έχει έρθει και ο Δημήτρης Ποταμίτης (φίλος και συνεργάτης του Γεωργίου, του κάνει σκηνικά σε παραστάσεις του), που έχει θυμώσει μαζί μου, αν και ξέρει πόσο κοντά είμαι στην περιπέτειά του, γιατί πιστεύει πως αν και κατάλαβα χθες πόσο επείγοντα χαρακτήρα είχε το τηλεφώνημα που μου έκανε (μου άφησε μήνυμα στον τηλεφωνητή), αδιαφόρησα και δεν ανταποκρίθηκα. Πάντως τα νέα με την αρρώστια του είναι ευχάριστα, έχουν ανέβει τα λευκά κι έχουν μειωθεί τα αντίτυπα του ιού. Περνώ από το διαμερισματάκι της Σκουφά, παίρνω τα πράγματα που είχα αφήσει χθες βράδυ, επιστρέφω σπίτι μου. Ξαναβγαίνω, κατεβαίνω στο «ντέλο», κλειστό.

Πέμπτη, 2 Απριλίου 1998: Γενέθλια της αδελφής μου. Ανεβαίνω στον Χολαργό, περνώ πρώτα από τον Τάκη, μόνο και μόνο για να πάρω τον Βασίλη από το σχολικό. Στη συνέχεια στην αδελφή μου, τρώμε οι δυο μας, ο άντρας της λείπει στον Βόλο, η κόρη της με τα σχολεία της στη Ρόδο, ο γιος της υπηρετεί στην Τρίπολη. Επιστρέφω στο σπίτι του Τάκη, κοιμάμαι για μια ώρα, ξυπνώντας, αρχίζω το διάβασμα ως αργά το βράδυ. Βιβλία συγγραφέων που έχουμε καλεσμένους στην εκπομπή του Βασιλικού «Άξιον Εστί», κρατώ εκτεταμένες σημειώσεις. Τα γυρίσματα (αυτή τη φορά θα γυριστούν έξι συνολικά εκπομπές, μιλάμε για δεκαοκτώ συγγραφείς και για δεκαοκτώ βιβλία) μέσα σε τέσσερις το πολύ μέρες, όσες κρατάει η παραμονή του Βασιλικού κάθε φορά που έρχεται στην Ελλάδα (ως πρέσβης της Ελλάδας στην ΟΥΝΕΣΚΟ, υποχρεούται να ζει στο Παρίσι). Επιστρέφοντας σπίτι, ξαναβγαίνω για λίγο, στο «ντέλο».

Παρασκευή, 3 Απριλίου 1998: Μετά τις δουλειές που κρατάνε από νωρίς το πρωί ως τις πρώτες απογευματινές ώρες, τρώμε οι δυο μας με τον Άκη Χαραλαμπίδη στο «Τίβολι» της Μπενάκη. Επιστρέφοντας σπίτι, ως τις 2 τα ξημερώματα, γράφω περιλήψεις για βιβλία που τους συγγραφείς τους τους έχουμε καλεσμένους στο «Άξιον Εστί». Θα τις διαβάσω –τις διαβάζω πάντα– στα υπόλοιπα μέλη της επιτροπής, όταν συναντιόμαστε την παραμονή συνήθως των γυρισμάτων. Απόψε γράφω και διαβάζω, ή μάλλον διαβάζω και γράφω, γράφω, γράφω.

Σάββατο, 4 Απριλίου 1998: Όπως το έχουμε προγραμματίσει, ανεβαίνω στο σπίτι του Τάκη στον Χολαργό (αύριο έχει τα γενέθλιά της η Χριστίνα). Τι έκανα, αλήθεια, τις μέρες αυτές, το 1969, τη χρονιά που γεννήθηκε η Χριστίνα; Ήταν οι μέρες που τέλειωνε η στρατιωτική μου εκπαίδευση στην Κόρινθο και μεταφερόμουν στο ΚΕΣΑ (Κέντρο Εκπαιδεύσεως Στρατιωτικής Αστυνομίας), όπου θα έμενα για δύο μήνες εκπαιδευόμενος –τι εκπαιδευόμενος; βασανιζόμενος κυριολεκτικά– ώσπου να μετατεθώ ως γραφέας υπασπιστηρίου στο ΕΑΤ – ΕΣΑ. Πιο συγκεκριμένα, η μεταφορά από την Κόρινθο στο στρατόπεδο του ΚΕΣΑ, στου Παπάγου, έγινε στις 29 Μαρτίου, πριν από πέντε δηλαδή μέρες, μεσημεράκι, ενώ στο ραδιόφωνο ακουγόταν η απάντηση του κυβερνητικού εκπροσώπου στη δήλωση που είχε κάνει ο Γιώργος Σεφέρης εναντίον της Χούντας και είχε μεταδοθεί από τα ξένα πρακτορεία ειδήσεων. Από το 1969, χρονιά που έγινε η δήλωση του Σεφέρη και γεννήθηκε η Χριστίνα, έχουν περάσει 29 χρόνια (τι εύκολα που υπολογίζεται ο χρόνος όταν γεγονότα ιδιωτικής σημασίας συνδυάζονται με γεγονότα εκκωφαντικού πολιτικού χαρακτήρα;) Όχι βέβαια πάντα, γιατί είναι αδύνατον να θυμηθώ αυτή τη στιγμή που καθαρογράφονται αυτές οι σημειώσεις, πόσα χρόνια έχουν περάσει από τη μέρα που δημοσιεύτηκε η επιφυλλίδα μου με τον τίτλο «Η δήλωση πνίγηκε στη στάμνα». Αναφερόμουν στη δήλωση του Σεφέρη, που είχε στο μεταξύ υποχωρήσει στη μνήμη των ανθρώπων, σ’ αντίθεση με τη σκηνή από την ταινία «Η θεία από το Σικάγο», όπου η Γεωργία Βασιλειάδου πετά από το μπαλόνι σ’ έναν περαστικό μια στάμνα με νερό. Τη συγκεκριμένη σκηνή, αν και η ταινία πρωτοπαίχτηκε λίγο μετά τα μέσα της δεκαετίας του ’50, την θυμούνται, χωρίς προσπάθεια, όλοι οι Έλληνες, ενώ τη δήλωση του Σεφέρη που έγινε δώδεκα χρόνια αργότερα, ελάχιστοι είναι αυτοί που μπορούν να αναφερθούν με ακρίβεια στο περιεχόμενό της. Θυμάμαι πάντως τον Αλέκο Αργυρίου να μου αναφέρει την επιφυλλίδα κάθε φορά που συναντιόμασταν. Σήμερα πάντως, που είναι τα γενέθλια της Χριστίνας, πηγαίνουμε και αγοράζουμε μια μπλούζα για την ίδια, παπούτσια και παιχνίδια για τον Βασίλη και τον Θοδωρή, παπούτσια για τη μητέρα του Τάκη, την κυρία Σοφία. Επιστρέφοντας σπίτι μου προσπαθώ να οργανωθώ σε σχέση με όσα έχω να πω στη συνάντησή μας με τον Βασιλικό, στις 7, στη «Μεγάλη Βρετανία» για τις εκπομπές του «Άξιον εστί» – αρχίζουν αύριο τα γυρίσματά τους. Ενώ δουλεύουμε, όλη η ομάδα, φεύγω για λίγο στις 9, στο σχεδόν γειτονικό θέατρο «Μουσούρη» συναντώ τους Αλμπάνηδες για να τους δώσω την πρόσκλησή τους για την παράσταση. Ήταν να έρθουν και ο Τάκης με την Χριστίνα, αρρώστησε όμως ο Βασίλης με ωτίτιδα και τον πήγανε στον γιατρό και θ’ αργήσουν να επιστρέψουν. Επιστρέφω στη «Μεγάλη Βρετανία», δουλεύουμε ως τις 11.30, πάντα μαζί μας βέβαια και ο Βασιλικός. Τελειώνοντας ανεβαίνω στον Τάκη, θέλω να είμαι κοντά στον Βασίλη, κοιμάμαι δίπλα του.

Κυριακή, 5 Απριλίου 1998: Ανεβαίνω στην ΕΡΤ. Γίνονται τα γυρίσματα των εκπομπών για τα βιβλία τους με τον Κώστα Σκανδαλίδη, τον Μανώλη Γλέζο και τον Γιώργο Τσαγκάρη. Μ’ ένα μικρό διάλειμμα συνεχίζουμε με τον Νίκο Παπανδρέου και την Γαλάτεια Ριζιώτη. Τελειώνοντας, περνώ για λίγο από το σπίτι του Τάκη και καταλήγω στο σπίτι του Φωστιέρη. Έρχεται ο Γιώργος Τσαγκάρης και δουλεύουμε ως αργά για τους δύο τόμους που θα εκδώσει η ΕΡΤ, σε συνεργασία με τη Λέξη, για τον Διονύσιο Σολωμό και τον Ρήγα Φεραίο. Επιστρέφοντας σπίτι μου, γράφω την ομιλία που έχω να κάνω αύριο για την ποιήτρια Σχίζα στην «Μεγάλη Βρετανία».

Παρασκευή, 1 Αυγούστου ως Κυριακή, 3 Αυγούστου 2003: Στο Πόρτο Ράφτη, φιλοξενούμενοι της Ζωής Λάσκαρη. Μαζί μας και ο σκηνοθέτης Νίκος Καραγέωργος. Η Ζωή μια υπέροχη οικοδέσποινα. Δουλειά συνεχής, δηλαδή συζήτηση για τον τρόπο που θ’ ανέβει τον Οκτώβριο Η ευαίσθητη ισορροπία στην «Αθηναΐδα». Την σκηνοθετεί ο Καραγέωργος.

Δευτέρα, 4 Αυγούστου 2003: Το βράδυ ανεβαίνω στα παιδιά. Σαν σήμερα, στις 4 Αυγούστου του 1991 και στις 4 Αυγούστου του 1996, βάφτισα στην Παραμυθιά αντίστοιχα τον Βασίλη και τον Θοδωρή. Ένα σημαντικό κεφάλαιο στη ζωή μου. Σήμερα το βράδυ, με τον Θοδωρή, κάνουμε μια μεγάλη βόλτα οι δυο μας στους δρόμους του Χολαργού παίζοντας ένα πρωτότυπο παιχνίδι. Χτυπάμε τα κουδούνια διαμερισμάτων, ρωτώντας αν ένα όνομα που το σκεφτόμαστε τελευταία στιγμή, είναι αυτό που μας αποκρίνεται στο θυροτηλέφωνο. Ο Θοδωρής ξετρελαίνεται να μετράμε, επιστρέφοντας, πόσα ήταν τα διαμερίσματα που κάποιος μας απάντησε και πόσα τα διαμερίσματα που δεν αποκρίθηκε κανείς. Κυρίως όμως του αρέσει να συγκρίνουμε τις φωνές που ακούσαμε, αν ήταν ήρεμες ή νευρικές, αν έδειχναν ενόχληση ή προσμονή. Απόψε, πάντως, δεν μας αποκρίθηκε καμιά φωνή. Στις 11 ραντεβού με τον Γιώργο Μιχαήλ, έναν φίλο του Μένη Κουμανταρέα, έναν ευγενέστατο και πολύ όμορφο νέο, κυρίως για να τον ρωτήσω αν θα ήθελε να δουλέψει ως οδηγός της Λάσκαρη. Τώρα εργάζεται σε μια πολύ βαριά δουλειά, μεταφέρει τα ξημερώματα κρέατα στην Κεντρική Αγορά.

Τρίτη, 5 Αυγούστου 2003: Το βράδυ ανεβαίνω σε παιδιά. Με τον Θοδωρή οι δυο μας συνεχίζουμε το «παιχνίδι» μας χτυπώντας τα κουδούνια διαμερισμάτων, αλλά σε πολυκατοικίες που δεν τα έχουμε ξαναχτυπήσει. Πολύ πενιχρή κι απόψε η «σοδειά» μας, τρία μόνον διαμερίσματα στα δεκαπέντε αποκρίθηκαν, οι φωνές όμως ήταν και στα τρία πολύ ζωηρές.

Τετάρτη, 6 Αυγούστου 2003: Το βράδυ στο «Πάρκο Ελευθερίας» με τη Ντόρα και τον Μηνά, τη Ζωή και τον Λυκουρέζο. Έρχομαι με τον Γιώργο Μιχαήλ, τον συστήνω στη Ζωή που προτίθεται να τον προσλάβει για οδηγό, της κάνει εξαιρετική εντύπωση. Το απόγευμα με τον Τάκη, την Χριστίνα, τον Βασίλη και τον Θοδωρή είχαμε πάει στον γιατρό Βασίλη Δάρρα προκειμένου να ελέγξει την κατάσταση της υγείας του Θοδωρή.

Πέμπτη, 7 Αυγούστου 2003: Το πρωί με τον Γιώργο Μιχαήλ στο γραφείο του Λυκουρέζου προκειμένου να ρυθμιστούν τα της πρόσληψής του ως οδηγού της Λάσκαρη. Από το μεσημέρι ως το βράδυ δουλειά στο θέατρο, στην «Αθηναΐδα» με τη Ζωή και τον Καραγέωργο για την Ευαίσθητη ισορροπία. Αργά ανεβαίνω σε παιδιά, δεν βγαίνουμε απόψε. Τρώω αυγά μάτια.

Παρασκευή, 8 Αυγούστου 2003: Ενώ τρώμε το μεσημέρι με τον Άκη Χαραλαμπίδη, μαθαίνω στο τηλέφωνο ότι μάλλον «έφυγε» από τη ζωή, στην Πύλο, όπου βρίσκονταν, εδώ και κάποιες μέρες, ο Αντώνης Σαμαράκης. Τηλεφωνώ στην Ελένη που φαίνεται ότι δεν θέλει να το ανακοινώσει ακόμη, μου λέει μόνον πως ο Αντώνης είναι «χάλια». (Επαναλαμβάνει μάλιστα τη λέξη αυτή τρεις φορές). Θα πρέπει να ήταν αρχές Ιουλίου στο σπίτι τους, όταν ευχήθηκα στον Αντώνη «καλή αντάμωση τον Σεπτέμβρη», να επαναλαμβάνει τη λέξη «Σεπτέμβρης» με κάτι σαν τρόμο, για αρκετές φορές, σαν να υπαινισσόταν πως δεν πρόκειται να υπάρξει κανένας «Σεπτέμβρης». Στην εφημερίδα για να κάνω τη διόρθωση του κειμένου για τον Χριστοδούλου (ακόμη και με την απειλή περιστρόφου τώρα που καθαρογράφω τις σημειώσεις αυτές, θα ήταν αδύνατον να θυμηθώ για ποιον Χριστοδούλου πρόκειται και για τι είδους κείμενο). Το βράδυ καλεσμένοι της Ζωής Λάσκαρη, στο Πόρτο Ράφτη, τα παιδιά κι εγώ. Πριν πάμε για φαγητό σ’ ένα κοντινό εστιατόριο (μέσα στο Απολλώνειο), Τάκης, Βασίλης και Θοδωρής κολυμπούν στην πισίνα. Στο εστιατόριο, η υπέροχη, μοναδική Ζωή, ταΐζει τον Θοδωρή στο στόμα μ’ έναν τρόπο που αν το κάνει, δεν είναι γιατί Θοδωρής δυσκολεύεται να φάει από μόνος του, αλλά γιατί αισθάνεται ερωτευμένη μαζί του.

Πέμπτη, 11 Φεβρουαρίου 2015: Γράφω δυόμιση σελίδες για την ομιλία που έχω να κάνω απόψε στις 6.30, στον «Ιανό», για το βιβλίο του Τηλέμαχου Κώτσια. Βγαίνω στις 3, στο λογιστήριο του Καστανιώτη μου δίνουν 250 ευρώ, έχει έρθει η πρόσκληση για το συνέδριο για τον Αντώνη Σαμαράκη που θα γίνει στην Κέρκυρα, μου έχει προταθεί να είμαι ομιλητής. Επιστρέφοντας στις 4, γράφω ως τις 5.30 άλλες τρεις σελίδες ολοκληρώνοντας την ομιλία για το βιβλίο του Κώτσια. (πού να βρίσκονται άραγε οι πέντε αυτές σελίδες;). Στον «Ιανό», την επομένη ο Θόδωρος Ζαφειρίου (που ήταν παρών στην εκδήλωση) θα πει στον Σταμάτη Φασουλή (που δεν είχε έρθει): «Ο Θανάσης ανέλυσε σε βάθος το βιβλίο». Τελειώνοντας, για λίγο σε Νέα. Μετά στην Μεγαπάνου ως τις 11.30. Στις 12 με τον Κώστα (ποιος να είναι άραγε;) στον Θύμιο, στην «Αγορά», ως τις 3.

Παρασκευή, 12 Φεβρουαρίου 2016: Στο φωτοτυπείο της Σόλωνος κάνω φωτοτυπίες των διηγημάτων που έχω επιλέξει για τον τόμο «..των δακρύων». (Ο τίτλος είναι του Σταμάτη Φασουλή). Θα είχε κυκλοφορήσει κανένα δίμηνο ο τόμος –είμαστε στα τέλη του 2019– όταν, χειρουργημένος στο «Υγεία», χτύπησε το τηλέφωνο κι άκουσα μια φωνή τόσο αχνή ώστε χρειάστηκε ώρα για να καταλάβω ποιος ήταν αυτός που τηλεφωνούσε. Ήταν ο παλιός φίλος, ο πολιτικός Σωτήρης Παπαπολίτης, βαριά άρρωστος που προσπαθούσε να μου εξηγήσει ότι αν και η κατάστασή του απαγόρευε κάθε είδους συγκίνηση, τον είχε τόσο απορροφήσει το διάβασμα του συγκεκριμένου βιβλίου ώστε με δυσκολία κρατούσε τα δάκρυά του. Σπάνια ή μάλλον ποτέ άλλοτε δεν είχα στη ζωή μου την αίσθηση ενός οριστικού αποχαιρετισμού που να έχει επιχειρηθεί μάλιστα τόσο συνειδητά από την πλευρά του ανθρώπου που τον πραγματοποίησε. Στη συνέχεια με το μετρό στη Δάφνη. Με περιμένει στο γραφείο του ο Θανάσης Συλιβός, ελέγχουμε στο κομπιούτερ την τελική μορφή του βιβλίου για την Χριστίνα Τσίγκου. Με ταξί σε Σωτήρη Σόρογκα. Διορθώνουμε τα λάθη σε μια συνέντευξη που είχαμε κάνει πριν από λίγες μέρες. Επιστρέφοντας στο σπίτι μου τρώω φακές, κοιμάμαι για μία ώρα στον καναπέ, δεν ξαναβγαίνω. Όλο το βράδυ, ως τις 3 τα ξημερώματα, καθαρογράφω ημερολόγιά μου και απομαγνητοφωνώ μια συνέντευξή μου με τον Δημήτρη Μαρωνίτη για τον Γιώργο Σεφέρη, που είχε μεταδοθεί στα δέκα χρόνια από τον θάνατο του ποιητή, στα 1981. Η εκπομπή εντασσόταν σε μια εβδομαδιαία ραδιοφωνική σειρά που είχα για δύο χρόνια στην ΕΡΤ1 και είχε τον τίτλο «Αιχμές του λόγου».

Κύλιση στην κορυφή