Ζωγραφική (λεπτομέρεια): Μαρία Φιλοπούλου

Θανάσης Θ. Νιάρχος

Σελίδες ημερολογίου

Κυριακή, 9.11.2001. Προς το απόγευμα με τον Βασίλη στο μάθημα των κινέζικων, σε μια πολυκατοικία της οδού Ακαδημίας, στην ίδια που έχει το γραφείο του και ο Κώστας Σκρέτσης. Μετά το μάθημα ανεβαίνω με τον Βασίλη στον Χολαργό, ο Θοδωρής επιμένει να πάμε στην αδελφή μου που ευτυχώς μένει πολύ κοντά, τρία τετράγωνα πιο πέρα. Αφού φάω στην αδελφή μου, επιστρέφουμε στο σπίτι του Τάκη, έρχονται οι Παλαιοθόδωροι, φίλοι του Βασίλη. Επιστρέφοντας σπίτι μου, γράφω ως αργά την κριτική για το βιβλίο της Βασιλικής Αλμπάνη Ο φόβος της νύχτας. Δεν ξαναβγαίνω.

Δευτέρα, 10.11.2001. Όλο το πρωί με δουλειές. Στις 5 με ταξί στη Μίνα Αδαμάκη, μας περιμένουν ο Δημήτρης Μυταράς με τη Ζουζού, όλοι μαζί στη Χαλκίδα με το αυτοκίνητο του Μυταρά. Έχουν έρθει επίσης στη Χαλκίδα η Άλκη Ζέη κι ο Γιάννης Κοντός, ήρθανε με το αυτοκίνητο του Διονύση Καραβασίλη που εργάζεται στον «Κέδρο». Εκδήλωση στο θέατρο της Χαλκίδας για το βιβλίο του Δημήτρη Μυταρά, μάλλον του Γιάννη Κοντού με σχέδια του Μυταρά. Μιλώ από στήθους. Μετά την εκδήλωση η Βίκυ, η ιδιοκτήτρια του βιβλιοπωλείου «Διάμετρος», με τον άντρα της, μας κάνουν το τραπέζι στο εστιατόριο «Τσαφ». Η ευγενέστερη φυσιογνωμία σερβιτόρου που έχω συναντήσει στη ζωή μου.

Τρίτη, 11.11.2001. Μια πραγματική οδύσσεια προκειμένου να συγκεντρώσω χρήματα από τις διαφημίσεις για ν’ αγοράσουμε το χαρτί της Λέξης. Το βράδυ ανεβαίνω στα παιδιά. Καθισμένος στον καναπέ, με τον Βασίλη δίπλα μου, τηλεφωνώ στη συγγραφέα Νίτσα Τζώρτζογλου, μου υπαγορεύει τις απαντήσεις στις ερωτήσεις που της στείλαμε την Κυριακή με τον Βασίλη σε σχέση με το βιβλίο της Το μυστικό των Φιλικών. Ο Βασίλης είναι επικεφαλής της ομάδας που δουλεύει πάνω στο βιβλίο. Με τον Θοδωρή ψευτοπαίζουμε για λίγη ώρα, σήμερα δεν λέμε ιστορίες. Επιστρέφοντας στο σπίτι μου, βγαίνω για μια βόλτα μόνος μου.

Τετάρτη, 12.12.2001. Το βράδυ ανεβαίνω σε παιδιά. Ο Θοδωρής έχει βγει με τον πατέρα του και τον θείο του, να μάθει να οδηγεί αν και είναι έξι μόλις χρόνων. Με τον Βασίλη βάζουμε σε σειρά τα κείμενα των συμμαθητών του και τα δικά του που θα συγκροτήσουν το σώμα ενός βιβλίου που ετοιμάζει η τάξη του μ’ αφορμή το Μυστικό των Φιλικών της Νίτσας Τζώρτζογλου. Μ’ ένα ταξί στην Πεντέλη, σε Λήδα Παναγιωτοπούλου και Νίκο Οικονομίδη, προκειμένου να μ’ ευχαριστήσουν για το διήμερο που οργάνωσα στο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Αθηναίων για τον Ι. Μ. Παναγιωτόπουλο. Ο Νίκος μου χαρίζει ένα ζωγραφικό του έργο, η Λήδα ένα βιβλίο του πατέρα της, έκδοση του 1930. Τρώμε και ακούμε μουσική ως τις 2.30 τη νύχτα.

Παρασκευή, 14.12.2001. Όλα τα τελευταία πρωινά στο δρόμο για διάφορες δουλειές, πρωτίστως για τις διαφημίσεις και θέματα της Λέξης. Το βράδυ στις 8.30 με τη Σοφία Αλμπάνη και τον άντρα της στο «Ανοιχτό Θέατρο» του Γιώργου Μιχαηλίδη Η κυρία με το σκυλάκι. Σποραδικά στιγμές ποίησης, σε μια κατά τα άλλα βαρετή παράσταση. Μετά την παράσταση με τους Αλμπάνηδες, τη Μαρίνα Καραγάτση, τον ξάδελφό μου Γιάννη Νιάρχο τρώμε στην Κεντρική Αγορά. Ξεχειλίζει η Αθηνάς από τα σκουπίδια που δεν έχουν μαζέψει τα απορριμματοφόρα λόγω της απεργίας. Στις 2.30 ο Γιάννης με φέρνει σπίτι μου.

Κυριακή, 16.12.2001. Ξυπνώ αργά, στο σπίτι του Φωστιέρη για καφέ. Στις 12 πηγαίνω τον Βασίλη στα κινέζικα, όταν επιστρέφουμε σπίτι του στις 1.30 βρέχει συνέχεια. Με το αυτοκίνητο ο Τάκης με φέρνει στην Κηφισιά, στο σπίτι του Κώστα Μουρσελά. Είναι ήδη εδώ ο Γιάννης Κοντός κι ο Γιάννης Χρυσούλης. Τρώμε και κουβεντιάζουμε ως τις 6. Μας κατεβάζει ο Χρυσούλης με το αυτοκίνητό του, εμένα με αφήνει στον σταθμό Εθνικής Άμυνας. Με το μετρό επιστρέφω σπίτι μου. Τηλεφωνώ στον Τάκη, ακούω τον Θοδωρή να μου λέει: «Ένα καλησπέρα κι ένα καληνύχτα γιατί βιάζομαι. Παίζω με τον Παλαιοθόδωρο». Πριν όμως μου πει αυτά, με ρώτησε γιατί δεν ανέβηκα στο σπίτι τους το απόγευμα. Και μόνο η χαρούμενη φωνή του Θοδωρή στο τηλέφωνο, με κάνει λίγο αργότερα στη συνάντησή μου με τον Μένη Κουμανταρέα, στη «Φαίδρα», να κελαϊδάω. Μένουμε με τον Μένη ως τις 12 που του τηλεφωνεί ένας φίλος του και του ζητάει να συναντηθούν. Δεν ξέρω τι μας πιάνει απόψε με τον Μένη και για δυόμισυ ώρες συζητάμε μόνο για ανθρώπους που έχουμε γνωρίσει κι έχουμε συναναστραφεί. Κάτι σα μνημόσυνο προσώπων, γεγονότων, συναντήσεων, συμπτώσεων. Συνειδητοποιώ πως θυμόμαστε λεπτομέρειες που μάλλον θα είναι δύσκολο να τις ανακαλέσουμε ξανά στο μέλλον. Με τρομερή βροχή, επιστρέφω σπίτι μου.

Δευτέρα, 17.12.2001. Ξεκινάει ένας Γολγοθάς προκειμένου να συγκεντρώσω χρήματα για να πληρώσω οφειλές του περιοδικού στην Εφορία και στα ασφαλιστικά μου ταμεία, διαφορετικά ούτε τιμολόγια μπορώ να σφραγίσω ούτε τα χρήματα της επιχορήγησης που έχει δοθεί για το αφιέρωμα της Λέξης στο Αιγαίο μπορώ να εισπράξω. Στην εφορία πάντως φαίνεται πως θέλουν να με βοηθήσουν. Οι δουλειές συνεχίζονται ως αργά το απόγευμα. Έρχονται διαδοχικά μέσα στη μέρα στον Καστανιώτη τα οκτώ βιβλία της σειράς «Σκέψη, χρόνος και δημιουργοί» που επιμελούμαι. Λάμπουνε και τα οκτώ, ο Θεός να έχει καλά τον Καστανιώτη. Ως εξαίρεση, πηγαίνω τα πρώτα αντίτυπα του βιβλίου τους, σήμερα κιόλας, στον Νίκο Μπακουνάκη στο Βήμα και στον Παναγιώτη Τέτση, στο ατελιέ του. Τι το ήθελα να πάω στον δεύτερο! Ένα μαρτύριο ώσπου να βρω ταξί στην Ακαδημίας που να πηγαίνει στην Ξενοκράτους. Και να βρέχει κατακλυσμιαία. Μένω για λίγο μαζί του, έχει ενθουσιαστεί, μου γράφει αφιέρωση στο πρώτο αντίτυπο. Στις 8.30 με τη Σοφία Αλμπάνη και τον άντρα της στο Θέατρο «Μέλα». Πρεμιέρα με το Πλάι Στρίντμπεργκ του Ντύρενματ. Δεν φανταζόμουν ποτέ ότι το έργο μπορεί να παιχτεί ως κωμωδία. Έστω και σκληρή. Πρώτη σκηνοθετική δουλειά μιας νεαρής, αγαπημένης φίλης, της Αθανασίας Καραγιαννοπούλου. Στο τέλος της παράστασης συζητώ για λίγο με τους Σαμαράκηδες, τους Βαρβέρηδες, τους Γεωργουσόπουλους. Ο Κώστας Αλμπάνης μας κάνει το τραπέζι, στη Σοφία και σε μένα, στον «Θανάση» της Μητροπόλεως.

Κυριακή, 23.12.2001. Ανοιχτά τα μαγαζιά, αλλά οι δρόμοι σχετικά άδειοι. Στα βιβλιοπωλεία ως αργά το απόγευμα διανομή του καινούργιου τεύχους της Λέξης. Το βράδυ καλεσμένος του Μιχάλη Μερακλή και της γυναίκας του. Ρούλα Κακλαμανάκη, Φωστιέρηδες, Γιώργος Μαρκόπουλος, Χριστόφορος Λιοντάκης, Γεωργουσόπουλος, Γιώργος Βέης. Συμπαθητική βραδιά εάν εξαιρέσεις έναν παριστάμενο (δεν θέλω να γράψω το όνομά του) που γλείφει μ’ έναν τρόπο εμετικό τον Γεωργουσόπουλο, ενώ τον έβριζε σε όλες τις συντροφιές παλαιότερα. Φοβάμαι πως ακόμη κι αν του το εξηγούσες, δεν θα το καταλάβαινε πως το να βρίζεις τον Μαρωνίτη μπροστά στον Γεωργουσόπουλο, που σε τελευταία ανάλυση δεν έκρυψαν ποτέ τις διαφορές τους και τις δημοσιοποίησαν με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο, είναι το λιγότερο ύποπτο, όπως επίσης το να επιχαίρεις γιατί ο Μαρωνίτης «ξεδοντιάζεται» μέσα στο συγκρότημα Λαμπράκη σημαίνει ότι παραχωρείσαι σ’ ένα «παιχνίδι» εξουσίας και τίποτε άλλο. Φεύγοντας με τους Φωστιέρηδες αφήνουμε τον Βέη στην Κηφισιά (αναχωρεί αύριο για Κίνα).

Πέμπτη, 27.12.2001. Γολγοθάς οι δύο τελευταίες μέρες σε σχέση με την Εφορία. Πρώτα με τον φοροτεχνικό ώστε να γίνουν οι καταστάσεις του ΦΠΑ, καθώς μέχρι στιγμής δεν έχει πληρωθεί το ΦΠΑ κανενός διμήνου του χρόνου που κλείνει σε τέσσερις μέρες. Αργά το μεσημέρι κατορθώνω να εκδώσω στην Εμπορική Τράπεζα την επιταγή προς την Εφορία (1.700.000 δρχ.) αλλά δεν προλαβαίνω να την καταθέσω γιατί η ώρα έχει φθάσει 3.00. Απόγευμα στο θέατρο «Αλάμπρα», να κλείσω δύο θέσεις για να δει το βράδυ την παράσταση η ανιψιά μου. Το βράδυ με τρία αντίτυπα του βιβλίου του Πολύβιου Μαρσάν για την Ελένη Παπαδάκη υπό μάλης, στην Αμαλία Μεγαπάνου. Μητρόπουλος, Φωστιέρηδες, Ανδρανίδηδες. Πάντα στην Αμαλία η εκλεκτότερη τροφή, με κορωνίδα τη σούπα. Η κουβέντα ενδιαφέρουσα, όχι σπάνια ερεθιστική, στιγμές όμως και άτονη. Το περίεργο είναι πως στον χώρο της Αμαλίας, ο καθένας (ακόμη και ο ανατρεπτικός Μητρόπουλος ή ο σαρκαστικός Φωστιέρης) ξέρει ως που μπορεί να εκφραστεί, υπάρχουν θέματα που δεν θα θιγούν και δεν θα συζητηθούν ποτέ.

Τετάρτη, 19.12.2001. Νωρίς το απόγευμα ανεβαίνω στον Τάκη. Για ώρες γράφουμε με τον Θοδωρή στη γραφομηχανή με ιδιαίτερο κέφι. Όταν του λέω κάποια στιγμή πώς θα περάσουμε φέτος τα Χριστούγεννα, μου απαντάει:

«Όπου κι αν είμαστε, αφού θα είμαστε μαζί θα περάσουμε ωραία». Στις 9 με Μπαλίδηδες και Τζανέτους στο «Θέατρο Τέχνης». Οι εκτελεστές του Γιώργου Σκούρτη. Παγωνιά. Έντεκα θεατές, οι πέντε μας με πρόσκληση (φαντάζομαι και οι υπόλοιποι). Μετά την παράσταση συγχαίρουμε τον Πασχάλη Τσαρούχα και τον Χάρη Εμμανουήλ. Στα «Μπακαλιαράκια» στην Πλάκα. Ο παλιός τους ιδιοκτήτης, (τον γνώριζα από τη δεκαετία του ’60 που ερχόμουν με τη Διαλεχτή Ζευγώλη, τον Πέτρο Γλέζο, την Έλλη Αλεξίου, τον Πέτρο Κυπριωτέλη), ο Γιώργος Δαμίγος, έχει πεθάνει, τον βλέπω σε πολλές φωτογραφίες που υπάρχουν γύρω-γύρω στους τοίχους. Ο διάδοχός του με θυμήθηκε, θα πρέπει όμως να έχει περάσει κάποια σοβαρή αρρώστια γιατί έχει αλλοιωθεί η φυσιογνωμία του.

Σάββατο, 22.12.2001. Στις 8 παρά τέταρτο, μπροστά στην αποθήκη της Λέξης παραλαμβάνω το καινούργιο τεύχος. Διανομή ως αργά το απόγευμα. Ανεβαίνω σε παιδιά, φέρνοντας διάφορα βιβλία που μου ζήτησε η Χριστίνα για να κάνει δώρα. Ο Θοδωρής με μια εξίσου μικρή φίλη του, γειτονοπούλα, χόρευαν στο υπνοδωμάτιο. Στις 10.30 συναντώ μπροστά στον «Μαγεμένο Αυλό» τη Μαρία Κοτοπούλη, περνά με το αυτοκίνητό της η Μίνα Αδαμάκη. Στον «Δίαυλο», στο Κουκάκι, τραγουδά η Αρλέτα. Στην κορυφή ενός τραπεζιού που μας έχει κρατηθεί, κάθεται, σαν ναυαγός που τον έχει βγάλει έξω η θάλασσα, η Ζυράννα Ζατέλη. Λίγο αργότερα έρχονται η Μαρίνα Καραγάτση με τον Χριστόφορο Λιοντάκη. Ο τελευταίος φαίνεται πάντα είτε με άλλους είτε μόνος του (όπως ομολογεί ο ίδιος) να υποφέρει το ίδιο. Η Ζατέλη απόψε ένας άλλος κυριολεκτικά άνθρωπος, που διψά για επικοινωνία, σκέφτομαι πως θα μπορούσαμε να έχουμε γίνει φίλοι. Ο Χριστόφορος φεύγει στο διάλειμμα. Η Αρλέτα όμως δεν τραγουδάει, έρχεται και κάθεται μαζί μας.

«Φεύγουμε συντριμμένοι, απαρηγόρητοι
για να ξαναφτιάξουμε τη γενιά μας στον ουρανό…»
Κύλιση στην κορυφή