α. Πώς μπήκατε στη ζωγραφική, ποιες ήταν οι αφορμές, οι δάσκαλοι, οι επιρροές, πώς θα χαρακτηρίζατε τη δουλειά σας από άποψη θεματικών/υλικών/τεχνικής;
Η ζωγραφική ήταν πάντα αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής μου, από τα πρώτα χρόνια στο δημοτικό θυμάμαι τον εαυτό μου να ζωγραφίζει διαρκώς τις μάχες της Ιστορίας των Ελλήνων, ιδιαίτερα των αρχαίων.
Μέσα από πολλές διαδρομές και αναζητήσεις, συγκροτημένος και αποφασισμένος το 1984 εισέρχομαι στην Α.Σ.Κ.Τ., όπου στο πρώτο έτος (Προκαταρκτικό) έχω Δάσκαλο τον Τριαντάφυλλο Πατρασκίδη. Στη συνέχεια εγγράφομαι στο εργαστήρι του Δασκάλου μου Παναγιώτη Τέτση.
Διευρύνοντας τους ορίζοντες μου σε πολλαπλά επίπεδα της τέχνης, εντυπωσιάζομαι από τους μεγάλους της ζωγραφικής χωρίς όμως να έχω κάποια ροπή προς κάποιον, ούτε να μιμούμαι ρεύματα τέχνης. Στα διάφορα στάδια ωρίμανσης της πορείας μου στη ζωγραφική είναι ορατά τα δείγματα γραφής μου, αναγνωρίζω ότι ο Β. Βαν Γκογκ έπαιξε ρόλο σε αυτήν μέσω της αγάπης του προς τη φύση και τη συναισθηματική καταγραφή της, επίσης ο Μπουζιάνης με την ελευθερία της πινελιάς του και την ατμόσφαιρα των έργων του. Αφήνω τελευταίο τον Δάσκαλο μου που με το ήθος και τη διδαχή του μου έδειξαν την ομορφιά της απλότητας. Στη ζωγραφική μου κατάθεση η έντονη δράση της πινελιάς μου, η δύναμη της σύνθεσης και ο ήχος που αναζητώ στο χρώμα, βρίσκουν στέγη στον Εξπρεσιονισμό.
Σαν υλικό έχω το λάδι, του οποίου οι δυνατότητες είναι απεριόριστες και μπορείς να δημιουργήσεις τα μεγαλύτερα αποτελέσματα. Ξεκινώντας το προσχέδιο, σε κάθε έργο μου το να σβήνω, να γράφω, να αναδημιουργώ με εξιτάρει και σε αυτήν την αρχική διαδικασία του πλασίματος χρησιμοποιώ το κάρβουνο και το ξηρό παστέλ.
β. Πώς βλέπετε τη σημερινή ζωγραφική στην Ελλάδα και στον κόσμο; Ποιες τάσεις διακρίνετε;
Θεωρώ το επίπεδο της ζωγραφικής στην Ελλάδα υψηλό, με ευρεία γκάμα έκφρασης και είναι μεγάλη έκπληξη για τους ξένους που την γνωρίζουν.
Στην σημερινή κοινωνία υπάρχει απεριόριστη ελευθερία και ο καθένας μπορεί να εκφραστεί όπως θέλει, οι δυνατότητες να αναδειχθεί μια καλή δουλειά είναι πολλές και η τεχνολογία συνεισφέρει σ’ αυτό. Στον κόσμο της ταχύτητας και της κατανάλωσης η πρωτοτυπία, η άλλη εκδοχή, η έκπληξη έχουν την πρωτοκαθεδρία, συχνά η αποδοχή και η καθιέρωση έρχονται γρήγορα, εκεί καλείται ο καλλιτέχνης να αποδείξει αν το αποτύπωμά του έχει συνέχεια ή θα παραμεριστεί από τον επόμενο. Αυτό έδωσε αφορμή σε πολλούς καλλιτέχνες να ξεφύγουν από καθιερωμένα πρότυπα, να επεκταθούν σε άλλους χώρους και μέσα έκφρασης (video εγκατάσταση και άλλα). Η άποψη μου είναι πως βελτιώνοντας συνεχώς, μέσα από τη δουλειά, τον προσωπικό σου τρόπο έκφρασης, είσαι πάντα σύγχρονος και δημιουργείς τη δική σου ταυτότητα.
γ. Υπάρχει εικαστική κριτική στη χώρα μας; Και ευρύτερα: διαπαιδαγωγείται ο νέος Έλληνας στην τέχνη, σ’ έναν τρόπο να αγαπάει το ωραίο ή να αναπτύσσει δικά του κριτήρια γι’ αυτό;
Η εικαστική κριτική που βασίζεται στην ομορφιά της απλότητας είναι εδραιωμένη στον πολιτισμό μας, η πληθώρα των τρόπων έκφρασης δεν αλλοιώνει το αποτέλεσμα, απλώς εμπλουτίζει τον ορίζοντα.
Οι νέοι σήμερα δέχονται καταιγισμό υπερπληροφόρησης σε πολλά επίπεδα, φυσικά όποιος το επιθυμεί μπορεί να διαπαιδαγωγηθεί και να αφομοιώσει σημαντικές γνώσεις για την τέχνη και η καταλυτική επίδρασή της πάνω τους ανοίγει ορίζοντες έτσι που το ωραίο και η αισθητική γίνονται αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής τους.
Έχω συνομιλήσει αρκετές φορές με νέους σε γκαλερί όπου παρουσίαζα έργα μου, ήταν ευχάριστη έκπληξη πόσο ενδιαφέρον έδειξαν και που ανέπτυξαν δικές τους σκέψεις και απορίες πάνω στο έργο μου.
δ. Πόσο επηρέασε την αγορά των έργων τέχνης αλλά και την προσωπική σας δουλειά η κρίση των τελευταίων χρόνων (οικονομική και υγειονομική);
Δυστυχώς η τέχνη, και μιλώ συγκεκριμένα για τη ζωγραφική όπου δραστηριοποιούμαι, δεν αποτέλεσε εξαίρεση σε όλο αυτό το πρωτόγνωρο σκηνικό που ζούμε. Η επικοινωνία του καλλιτέχνη και η συνάθροιση είναι αναπόσπαστο μέρος της διαδικασίας για την προώθηση της δουλειάς του, και αν αναλογιστούμε πως η τέχνη στις δύσκολες περιόδους που αναφέρεστε δεν συμπεριλαμβάνεται για τους περισσότερους στα είδη πρώτης ανάγκης, καταλαβαίνουμε πόσο μεγάλος είναι ο αντίκτυπος.
Αλλά και εδώ το ουδέν κακόν αμιγές καλού ισχύει, ο ξέφρενος ρυθμός υπερεκτίμησης και παραγωγής σταμάτησε, η ισορροπία κυριάρχησε επί της αμετροέπειας.
Σίγουρα υπήρξαν χαμένοι, πιστεύω όμως πως πλέον υπάρχει μια σταθερή βάση για να προχωρήσουμε. Η υγειονομική κρίση επέτεινε το όλο κλίμα, η ιστορία μας διδάσκει πως σε τέτοιες συνθήκες ο καλλιτέχνης βρίσκει δύναμη, είναι σε εγρήγορση και δημιουργεί και αυτό έχει ουσιαστικό αποτέλεσμα.
ε. Ποια είναι τα επόμενα σχέδιά σας;
Αυτό το διάστημα δουλεύω την νέα μου ενότητα με θέμα την Ύδρα ή, καλύτερα, τη δική μου Ύδρα. Είναι μια προσωπική κατάθεση με ιδιαίτερες χρωματικές γκάμες και έμφαση στην ατμόσφαιρα που εισπράττω από τα στοιχεία της φύσης. Τα έργα θα είναι ποικίλων διαστάσεων με τάση προς τα μεγάλα, που είναι και η προτίμηση μου. Η έκθεση αρχικά θα παρουσιαστεί στην Ύδρα στο Ι.Α.Μ.Υ όλο τον Αύγουστο και κατόπιν στην Αθήνα, στη γκαλερί Σκουφά.