Ζωγραφική: Στέφανος Ρόκος

Κώστας Καραβίδας

Βία στα σχολεία και στα πανεπιστήμια: ένα περίπλοκο τέρας

Η βία και η παρανομία δεν φυτρώνουν εύκολα σε περιβάλλοντα υγιή και οργανωμένα. Για να εκτραφούν και να διογκωθούν στον δημόσιο ή τον ιδιωτικό χώρο απαραίτητη προϋπόθεση είναι η ύπαρξη ενός υπονομευμένου, διαλυμένου και σαθρού υπεδάφους.

Στην περίπτωση των σχολείων και των πανεπιστημίων μας αυτός ο σαθρός και υπονομευμένος χώρος από τη δράση πολλών και διαφορετικών συναυτουργών αποτελεί εδώ και δεκαετίες μια οδυνηρή πραγματικότητα. Αν θέλουμε να είμαστε δίκαιοι και έντιμοι δεν πρέπει να νιώθουμε έκπληξη κάθε φορά που διαπιστώνουμε την έξαρση αυτών των φαινομένων, άλλοτε ενδοσχολικής και άλλοτε εξωσχολικής προέλευσης, που ακριβώς γι’ αυτό δύσκολα αναχαιτίζονται ή ξεριζώνονται καθώς έχουν διαχυθεί σε όλες τις σφαίρες της κοινωνικής ζωής. Δικαιούμαστε ωστόσο να αγανακτούμε με την παθητική αντιμετώπιση από όλους τους εμπλεκόμενους ενός καρκινικού προβλήματος που σέρνεται στον χρόνο και εκτός των άλλων συμβολοποιεί μια τεράστια ρωγμή στο κοινωνικό σώμα και μια ομολογία ήττας για την ευνομούμενη δημοκρατική πολιτεία.

Είχα την τύχη να εργαστώ διαδοχικά τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια σε πολύ ετερογενείς εκπαιδευτικούς χώρους: σε δημόσια γυμνάσια και λύκεια του Πειραιά και των μάλλον υποβαθμισμένων περιχώρων του, σε σχολεία τεχνικής και επαγγελματικής εκπαίδευσης, σε εσπερινά λύκεια και τώρα στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων. Σε όλα αυτά τα περιβάλλοντα, όπως και στα γραφεία της Περιφερειακής Διεύθυνσης Εκπαίδευσης Αττικής, όπου εργάστηκα για έναν χρόνο αποσπασμένος, εκεί όπου καταλήγουν οι καταγγελίες φαινομένων ενδοσχολικής βίας και κακοποιητικών συμπεριφορών όλων των μορφών και προελεύσεων, αλλά και οι συχνά συμβολικά βίαιες συντεχνιακές διαμαρτυρίες διάφορων εκπαιδευτικών συλλόγων για κλαδικά ζητήματα, βρέθηκα πολλές φορές αντιμέτωπος με καταστάσεις κοινότοπης-καθημερινής ή και οργανωμένης-συστηματικής βίας. Δύο μορφές κατ’ αρχάς διαφορετικές, αλληλοτροφοδοτούμενες όμως καθώς δημιουργούν ένα πολυκέφαλο τέρας.

Όσοι είναι σε επαφή με εκπαιδευτικά περιβάλλοντα ή εργάζονται σε αυτά είναι αδύνατον να μην έχουν συναντήσει απίστευτα περιστατικά βίας και πράξεις ανομίας που κάποτε εμπίπτουν στις διατάξεις του ποινικού κώδικα. Άλλα από αυτά, τα πιο ακραία, φτάνουν να απασχολήσουν τα ΜΜΕ, τα περισσότερα όμως απορροφώνται εσωτερικά με λιγότερους ή περισσότερους κραδασμούς, ως κοινά μυστικά, από την εκπαιδευτική κοινότητα. Λεκτική και σωματική βία, ρατσιστικά επεισόδια, έμφυλοι τραμπουκισμοί, δράση μικροσυμμοριών, επιδείξεις μαγκιάς, λογοκρισίες και ακυρώσεις μαθητών/φοιτητών, απειλές, ξυλοδαρμοί, προπηλακισμοί και επιθέσεις σε βάρος καθηγητών, αποτρόπαιες διαπομπεύσεις ναζιστικής έμπνευσης, επεισόδια σε μαθητικές παρελάσεις, κλοπές και βανδαλισμοί γραφείων και βιβλιοθηκών, καταστροφές υλικών υποδομών και δημόσιας περιουσίας, αισθητικές κακοποιήσεις τοίχων, καταλήψεις συμβολικές και πραγματικές από παράγοντες και πρόσωπα που άλλοτε σχετίζονται και άλλοτε όχι με τις εκπαιδευτικές μονάδες. Οι κατεξοχήν χώροι λόγου, σκέψης και διαλόγου ακυρώνονται καθημερινά και αποσαθρώνονται θεσμικά και συμβολικά για να ικανοποιηθεί το επαναστατικό φαντασιακό μικροομάδων με ή χωρίς συμφέροντα.

Μακριά από μένα τα ηθικιστικά κηρύγματα, αλλά πρέπει να παραδεχτούμε ότι για πολλούς λόγους, που χρειάζεται από τους αρμόδιους να προσδιοριστούν επακριβώς, τα σχολεία και τα πανεπιστήμιά μας έχουν πάψει εδώ και αρκετές δεκαετίες να αποτελούν ανοιχτούς πνευματικούς χώρους και ελεύθερα διανοητικά περιβάλλοντα με ζωηρή και υποβλητική ατμόσφαιρα μάθησης, γνώσης, διαλόγου, διάπλασης κριτικών συνειδήσεων και συγκρότησης ηθικών πυρήνων. Παρότι διατηρούν ακόμη αρκετά ενεργά υγιή κύτταρα, ίσως περισσότερα από όσα βρίσκει κανείς σε άλλους εργασιακούς ή κοινωνικούς χώρους, η οργανωμένη άνωθεν μπαχαλοποίηση της εκπαίδευσης, την οποία υπηρετούν ευμενώς ή με ανοχή και κάποιοι δάσκαλοι, γονείς και μαθητές, είναι η πλέον συνηθισμένη συνθήκη μιας τυπικής σχολικής ή ακαδημαϊκής μονάδας. Οι φωνασκούσες μειοψηφίες επιβάλλονται στις σιωπηρές πλειοψηφίες που δεν αντέχουν αυτή την αποφορά, αλλά είναι ανήμπορες να αντιδράσουν.

Η κατάσταση που επικράτησε από την οικονομική κρίση του 2010 και μετά επιδείνωσε ακόμη περισσότερο μια ήδη διαμορφωμένη αρνητική εικόνα. Χωρίς φυσικά να συγχέω ασύγκριτα μεγέθη, από τους αγώνες για το άρθρο 16 και το εξεγερσιακό, μπανάλ αναρχικό πνεύμα που επικράτησε γύρω από τη δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου μέχρι τις πολλές εκδοχές του χρυσαυγιτισμού και των συνακόλουθων κρυφοφαστικών ή φανερά αντιδραστικών συμπεριφορών των νεοαγανακτισμένων, οι χώροι των σχολείων και των πανεπιστημίων έχουν υποδεχτεί και εγγράψει πολλαπλά φαινόμενα απολιτικής, μαυροφορεμένης και κουκουλοφόρας νεανικής κοινωνικής βίας, ενδεδυμένης ωστόσο με πολιτικά επιχειρήματα του συρμού που, ω του θαύματος και παρά τις… καταδίκες, καταφέρνουν και βρίσκουν ακροατήρια. Δημιουργούνται έτσι φυτώρια αντικοινωνικής συμπεριφοράς σε χώρους που κατεξοχήν θα όφειλαν να δρουν για την εξαφάνισή τους.

Στα χρόνια των διαδοχικών κρίσεων, τα σχολεία και τα πανεπιστήμια, μικρογραφίες της κοινωνίας, αποτύπωσαν σε πολλές εκδοχές την οικονομική και εργασιακή ανασφάλεια, την κρίση του θεσμού της οικογένειας, την αβεβαιότητα και τις ανισορροπίες της τεχνολογικής εξέλιξης. Υπονομευμένα συστηματικά ως εκπαιδευτικά περιβάλλοντα από κυβερνήσεις και πολιτικό προσωπικό, αλλά κάποτε και από τους ίδιους τους μαθητές, φοιτητές, δασκάλους, καθηγητές, πρυτάνεις και πανεπιστημιακούς, τα σχολεία και τα πανεπιστήμια δεν είναι σήμερα αυτό που φαντάζεται κανείς όταν κινείται έξω από τα όριά τους. Ό,τι δηλαδή επιβάλλει ο καταστατικός ρόλος και η λειτουργία τους: οργανωμένοι και πειθαρχημένοι χώροι διαμόρφωσης και εξανθρωπισμού του ανθρώπου. Παραδομένα στο χρησιμοθηρικό πνεύμα της εποχής δεν μπορούν να φιλτράρουν πια την κοινωνική δυσωδία, αλλά την απορροφούν και την αναπαριστούν σε διεσταλμένη μορφή. Γι’ αυτό και όχι σπάνια τα βλέπουμε ανοχύρωτα να μετατρέπονται από τυχοδιωκτικές ή οργανωμένες ομάδες σε πραγματικά και συμβολικά θέρετρα ή ορμητήρια διεξαγωγής άγονου κοινωνικού πολέμου.

Πάνω στα ζητήματα της βίας στα σχολεία και τα πανεπιστήμια προβάλλονται κατά καιρούς στη δημόσια σφαίρα από κόμματα, φορείς, πολιτικούς και διανοούμενους ιδέες ενός πνευματικού φιλισταϊσμού γύρω από «προοδευτικές» ή «συντηρητικές επαναστάσεις», λες και η παιδεία είναι ο κατάλληλος χώρος για ασκήσεις ιδεολογικής αυτοεπιβεβαίωσης. Με τέτοιο σκεπτικό διάφοροι, σχετικοί ή άσχετοι, στηριζόμενοι στην κατάντια του ελληνικού σχολείου και πανεπιστημίου και δήθεν κοπτόμενοι για την προστασία και την αναβάθμισή τους, με προτάσεις που κάποτε φτάνουν σε νομοθετικές ρυθμίσεις αναζητούν άλλοθι νομιμοποίησης των δικών τους ιδεολογημάτων. Η παιδεία, που αφορά άμεσα ή έμμεσα τους πάντες, είναι μια καλή αφορμή για να ξεδιπλωθούν οι γενικότερες ιδεολογικές κατευθύνσεις των πολιτικών που θα ακολουθηθούν στους υπόλοιπους τομείς, πάντα έχοντας στον νου συγκεκριμένα εκλογικά ακροατήρια. Το ίδιο βλέπουμε να συμβαίνει σήμερα με αφορμή τις πολιτικές διαμάχες που ξεσπούν κάθε φορά γύρω από περιστατικά βίας στα πανεπιστήμια ή τα σχολεία. Ο μεγάλος χαμένος από αυτές τις συνεχείς αριστερές και δεξιές ιδεοληψίες είναι πάντα η ίδια η εκπαίδευση και φυσικά η κοινωνική ειρήνη.

Υπάρχουν όμως τρόποι να λυθεί το πρόβλημα της σχολικής και πανεπιστημιακής βίας; Εύκολες και άμεσες απαντήσεις ασφαλώς και δεν υπάρχουν. Αμήχανες προτάσεις, όπως η πανεπιστημιακή αστυνομία, και λεονταρισμοί περί επιβολής του νόμου και της τάξης με αυστηροποίηση των ποινών δεν μπορούν να αποδώσουν τίποτα ουσιαστικό παρά μόνο να οξύνουν τα πνεύματα και να δώσουν άλλοθι σε αυτούς που το αναζητούν για να συγκαλύψουν τις ευθύνες τους. Από την άλλη, η ακυρωμένη από την πραγματικότητα επιμονή σε τρέχουσες αντιλήψεις όπως για το ακαδημαϊκό άσυλο, είναι μια παρεξήγηση ελευθερίας χωρίς ευθύνη, που υποσκάπτει τα ίδια τα θεμέλια της δημοκρατικής νομιμότητας.

Ο δρόμος των αλλαγών είναι μακρύς, πολλά πρέπει να αλλάξουν, από κάπου όμως πρέπει να ξεκινήσουμε. Καταρχήν, νομίζω, από τα αυτονόητα, δηλαδή από την εφαρμογή του υπάρχοντος νομικού και συνταγματικού πλαισίου που θα δώσει τέλος στο παρατεταμένο καθεστώς ατιμωρησίας. Πρέπει οπωσδήποτε να ξεριζωθεί η (και αντιπαιδαγωγική) λογική ότι οι παράνομες πράξεις δεν έχουν τίμημα, ενώ παράλληλα πρέπει να προστατευθούν εμπράκτως τα θεμελιώδη δικαιώματα της ελευθερίας, της έκφρασης, της ασφάλειας, της περιουσίας και της ιδιοκτησίας, όπως οφείλει να πράττει κάθε ευνομούμενη δημοκρατική πολιτεία. Ξεκάθαρα, χωρίς υποσημειώσεις, χωρίς ναι μεν αλλά.

Το σχολείο και το πανεπιστήμιο σήμερα δέχονται πολλαπλές κοινωνικές πιέσεις και προσπαθούν να απορροφήσουν τους κραδασμούς και τις εντάσεις των κοινωνικών ταραχών με σοβαρό αντίκτυπο στη λειτουργία τους. Από την αποσύνδεσή τους από τις διαδικασίες κοινωνικής κινητικότητας μέχρι το πνεύμα της υπερεξειδίκευσης και της ετεροαπασχόλησης, την κοινωνική βία, την τεχνολογική επισφάλεια και πάνω απ’ όλα την κρίση των αξιών, οι εκπαιδευτικοί θεσμοί πλέουν παραζαλισμένοι πάνω σε τρικυμίες.

Σε μια περίοδο γενικευμένης κρίσης της μετάδοσης αξιών από όλους τους φορείς που είναι επιφορτισμένοι με αυτόν τον σκοπό, η συζήτηση για τα ζητήματα της βίας στα σχολεία και τα πανεπιστήμια δεν μπορεί να γίνεται αποκλειστικά με κοινωνιολογικά επιχειρήματα αλλά ούτε μόνο σε νομική και αστυνομική βάση. Παρ’ όλη την αναγκαιότητα να εφαρμοστεί ο νόμος, κανένα από τα κοινωνικά ζητήματα που σχετίζονται με την παιδεία δεν μπορεί να επιλυθεί αυτομάτως διά της εφαρμογής του. Η επίσημη πολιτεία πρέπει με κάθε κόστος να προστατεύσει τα σχολεία και τα πανεπιστήμια από όσους παρεμποδίζουν την ομαλή και απρόσκοπτη λειτουργία τους. Προτού ακόμη ληφθεί μέριμνα για καινοτόμα προγράμματα και μεθόδους σπουδών, τα σχολεία και τα πανεπιστήμια πρέπει να επανέλθουν στη φυσική και κανονική λειτουργία, τους που δεν μπορεί να υπάρξει υπό καθεστώς φόβου, ανασφάλειας και επιβολής βίας.

Ανήκει και πάλι στη σφαίρα του αυτονόητου, αλλά θα το επαναφέρω κλείνοντας και παράλληλα με όλα τα παραπάνω. Πρέπει η πολιτεία να διαμορφώσει τους όρους μιας ευρύτερης συζήτησης γύρω από το τι σημαίνει δημόσιος χώρος, σεβασμός και αξιοποίησή του, τι χρειαζόμαστε τα σχολεία και τα πανεπιστήμια σήμερα, σε ποιες αξίες πρέπει να επενδύσουμε και άρα να τις ενθαρρύνουμε διαμέσου της παιδείας. Ζητήματα κατάλληλα για ιδεολογικές σκιαμαχίες θα πει κανείς, αλλά ενδεχομένως και ευκαιρίες για απεγκλωβισμό από αυτές.

Η βία στα σχολεία και τα πανεπιστήμια συνδέεται άμεσα με εκείνες τις όψεις του κοινωνικού που αρνούμαστε να συζητήσουμε.

«Πήγαινε να γεράσεις ρυθμικά.
Κάτι σκιές που όλο σου γνέφουν
φώτισέ τις»
Κύλιση στην κορυφή