Ζωγραφική: Στέφανος Ρόκος

Μαρίνα Παπαδημητρίου

Η εξαθλίωση ως διαδικασία

[ΑΤΙΤΛΟ]

λείπουν από τα χέρια μου λατινοαμερικάνικα ποιήματα και του καναπέ σου η μυρωδιά
από σένα μου ʼχει μείνει στην καρδιά ένα φύσημα κι η βεβαιότητα
πως η ψυχοσύνθεση της τάξης μας λούζεται με φωτιά
όπως η σκέψη μου στα κατασταλτικά διαγγέλματα
Κάτι τρυφερό του Αγίου Δημητρίου ήθελα τόσο να σου πω
εθνικής αμύνης πνίγηκε
από δικάβαλα λυσσασμένα

Η ΕΞΑΘΛΙΩΣΗ ΩΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ I

είναι βαρύ και είναι καύσωνας όταν ξυπνάμε μαζί στο ίδιο κρεβάτι

με δέκα εκατομμύρια τρυπημένα στομάχια
δεμένα σε κόμπους

Είχα πολλές φιλοδοξίες διαφορετικές μεταξύ τους

για μήνες την ίδια πληγή ίδια στατιστική που μου έδινε περίπου τέσσερα λεπτά
σχετικής ευημερίας

Κηδεία η μυρωδιά από καμένα ελάφια στο κορμί σου, δεν λέω

περνάω την ελληνική μου ζωή αναζητώντας τον μύθο

γελώντας

Η ΕΞΑΘΛΙΩΣΗ ΩΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ II

τώρα με παρασιτικές φωνές περιγράφεται μια επιθυμία επανάστασης:
μαζική διαπίστωση ερωτικής περίπτυξης
τα άλογα επανεκτιμήθηκαν
η περιοχή κάτω απ’ την κοιλιά διψάει για βροχή
όπως ο σκύλος

επικαλείσαι στο πρώην σπίτι μας νόμους βαρύτητας
εγώ τη βουλιμία μου
και την κατάθλιψή σου

το παρακολουθώ να καίγεται μ’ ένα συναίσθημα πηχτό

όπως όταν προδίδουμε το φως για λίγο θάνατο –

Η ΕΞΑΘΛΙΩΣΗ ΩΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ III

λένε θα πάρουν τα βουνά
τα δάση των Νυμφών ηλιακές ταφόπλακες παγοκύστες άνθρακα
όλα τα εκβιασμένα όνειρά μου

είπες θα ζούμε σ’ ένα νησί
όπως το ορίζει η φύση κι η ιδιοσυγκρασία μου
και το παιδί μας θα γεννηθεί καταραμένο σκεφτικό
μισό απανθρακωμένο

Ροβιές
Ρόδος
Αγία Άννα
Αμυγδαλέζα Πάρνηθα Ιστιαία
Αιδηψός τρία εξήντα κατάστρωμα δεκάξι εβδομήντα

τον δεκέμβρη φωτάκια μπάτσοι ανάπλαση
γλιστράνε τα συνταγματικά άσπρα μάρμαρα
το ένα μου ρουθούνι υποφέρει απ’ την κατάλυση
το άλλο από το μαύρο χώμα –

«Πήγαινε να γεράσεις ρυθμικά.
Κάτι σκιές που όλο σου γνέφουν
φώτισέ τις»
Κύλιση στην κορυφή