Ένα κορίτσι γλιστράει απαλά με το skateboard
από τη μία άκρη της ράμπας στην άλλη
μοιάζει να κυλάει μέσα σε φως και γελάει
την φωνάζουν πριγκίπισσα
το όνομά της είναι Νουρχάν
ξέρει τις καλύτερες φιγούρες με τη σανίδα
λυγίζει τα γόνατα
ακουμπάει απαλά το τσιμέντο
με τα δάχτυλά της
και όλοι την κοιτάνε
τα μαλλιά της είναι κατσαρά
έχει απαγορέψει σε όλους να τα αγγίζουν
γιατί τα λευκά παιδιά στην πλατεία θέλουν να τα χαϊδεύουν
αλλά δεν της αρέσει
της αρέσει να τη χαϊδεύει η καλύτερή της φίλη, το παγωτό λεμόνι
τα χέρια της μαμάς της, όταν της φτιάχνει κοτσιδάκια
το απογευματινό φως, το σχολείο, το skateboard
μια μέρα, είναι σίγουρη, θα είναι ελεύθερη
μια μέρα θα πετάξει από την άκρη της ράμπας
ως τα ηφαίστεια της Χιλής
ως τις ακτές της Αφρικής
ως τους πάγους
ως τις αποικίες των πιγκουίνων
ως τις ανθισμένες τουλίπες της Ολλανδίας
θα πετάξει πάνω από τα δάση στη Ρωσία
θα πετάξει ως τον ήλιο
και ποτέ η αστυνομία δεν θα της ζητήσει χαρτιά
και ποτέ κανείς δεν θα της αγγίζει τα μαλλιά
εκτός από όσους αγαπά και το μελτέμι
ποτέ ξανά δεν θα σταθεί
σταγόνα μέσα στις σταγόνες
κι όμως ξένη
μια μέρα δεν θα φοβάται
να χάσει την ισορροπία της
να πέσει
μια μέρα θα πάρει μια βαθιά βαθιά ανάσα
μια μέρα θα πετάξει από την άκρη της ράμπας
ως το φεγγάρι.