Ζωγραφική: Φραγκίσκος Δουκάκης

Αλέξανδρος Νούσιας

Ο αλγόριθμος, η κανονικότητα

«Κανονικότητα». Πρόκειται για κατάσταση ή μήπως για συνήθεια; Είναι ψευδαίσθηση μερικών ατομικοτήτων που τοποθετούνται στη σφαίρα του προνομιακού ή πρόκειται περί κοινού αγαθού που διατρέχει την κοινωνία οριζόντια; Θα μπορούσε να είναι κατοχυρωμένο δικαίωμα ή ελευθερία; Τι ρόλο παίζει η διάσταση του χώρου και του χρόνου στην κανονικότητα; Οι αξίες και οι νόρμες καθορίζουν ή καθορίζονται από την κανονικότητα; Και στο κάτω κάτω ποιος ορίζει τις αξίες που αλληλεπιδρούν με την κανονικότητα και τη διαμορφώνουν; Το άτομο, το κράτος με τους θεσμούς του ή η κοινωνία συλλογικά;

Σύμφωνα με την οικονομολόγο Carlota Perez, τα άτομα και οι κοινωνίες εξελίσσονται βάσει της κυρίαρχης τεχνολογίας και των οικονομικών αποτελεσμάτων που αυτή (η τεχνολογία) επιφέρει. Κάθε τεχνοοικονομικό παράδειγμα διαρκεί διάστημα περίπου εβδομήντα ετών και στη συνέχεια φθίνει μέχρι κάποιο νέο να αναπτυχθεί και να εγκατασταθεί. Το εκάστοτε κυρίαρχο τεχνοοικονομικό παράδειγμα, επηρεάζει (αν όχι ορίζει) τις εξελίξεις και συνεπακόλουθα τις επιλογές μας, τους στόχους και τα μέσα επίτευξης αυτών. Απαρτίζεται από διάφορες φάσεις οι οποίες πραγματώνονται σε δύο βασικά στάδια, αυτό της εγκατάστασης και αυτό της ωρίμανσης. Μήπως εν τέλει διαμορφώνει και την κανονικότητα του εκάστοτε παρόντος; Και μήπως ο τρόπος που θα ανταποκριθούμε στην όποια τροποποιημένη ή νέα κανονικότητα θα καθορίσει και την επιτυχία του;

Στην ταραγμένη άνοιξη του έτους 2023 και ενώ πασχίζουμε να επιστρέψουμε στην κανονικότητα, παρακολουθούμε τις απίστευτες δυνατότητες τεχνολογιών που βασίζονται σε θεμελιώδη, άλλως μεγάλα γλωσσικά μοντέλα με κυριότερο εκφραστή το γνωστό πλέον σε όλους chatGPT. Πρόκειται για την πιο εξελιγμένη και ισχυρή μορφή τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα. Μία τεχνολογία που εκπαιδεύεται με απίστευτους όγκους περιεχομένου και η οποία, βάσει των εντολών που λαμβάνει, παράγει δικό της πρωτογενές περιεχόμενο, μιμούμενη ανθρώπινα συμπεριφορικά, λεκτικά εκφραστικά μοτίβα, όπως αυτά προκύπτουν μέσα στο περιεχόμενο που αναλύει. Ένας έξυπνος καθρέφτης της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Η εξυπνάδα αυτή όμως εξαντλείται σε μαθηματικές πράξεις, δεν ακουμπά διαστάσεις όπως ηθική ή ανηθικότητα. Αλήθεια, μπορούν οι μηχανές να είναι ηθικές ή ανήθικες; Η απάντηση είναι όχι. Τουλάχιστον όχι σήμερα. Οι μηχανές ακόμα και στην πιο εξελιγμένη μορφή τους δεν έχουν συναίσθηση των πράξεών τους. Τα συμπεριφορικά μοτίβα που επιστρέφονται στον άνθρωπο ως αποτελέσματα είναι στατιστικές εκτιμήσεις, μέθοδοι μοντελοποίησης γλώσσας με πιο γνωστό εκφραστή τα μοντέλα N-grams. Δεν πρόκειται για τον φίλο μας, τον καθηγητή μας, τον συγγενή μας, ο οποίος φέρει ή μοιράζεται με μας τις δικές του προσλαμβάνουσες, αξίες, εμπειρίες, απόψεις. Είναι όλα αυτά μέσα από ένα ‘amoral’ πρίσμα. Αυτή είναι η ηθική της Τεχνητής Νοημοσύνης. Ικανή και ανίκανη ταυτόχρονα για όλα. Άρα μήπως το πρόβλημα είναι ο ανθρωπομορφισμός της από εμάς τους ανθρώπους; Προκειμένου να νιώσουμε πιο οικεία, να εξημερώσουμε τη μηχανή και να τη φέρουμε στα μέτρα μας, της αποδίδουμε ανθρώπινα χαρακτηριστικά. Αλλά οι μηχανές δε μπαίνουν στη διαδικασία να διαχωρίσουν την αλήθεια από το ψέμα, βυθίζοντας έτσι τον άνθρωπο και τις δομές του σε μία πληροφοριακή κινούμενη άμμο όπου όλα παίζουν, όλα είναι πιθανά, τίποτα όμως βέβαιο ή όπως το ξέραμε. Και εδώ υπεισέρχεται η ανάγκη για νέες φιλοσοφικές ιδέες περί την πληροφορία και στον τρόπο που αποδίδεται νόημα. Διαφορετικά η μηχανή θα δημιουργεί δικές της φανταστικές αλήθειες με απτές συνέπειες στην κανονική ζωή. Η μαθηματική στάθμιση ως δημιουργός, ως κριτής, ως τιμητής.

Η ροή των πραγμάτων όμως μέσα από τη διαμεσολάβηση της τεχνολογίας δεν αλλάζει. Δεν πρέπει να αλλάξει. Η τεχνολογία είναι εδώ, κομμάτι μιας καθ’ όλα απρόβλεπτης, ασυνήθιστης, ακανόνιστης κανονικότητας που αναδύεται. Ο κίνδυνος έγκειται στο γεγονός πως το βασικό εργαλείο ανθρώπινης πραγμάτωσης, η γλώσσα, αρχίζει να τελεί υπό τεχνολογική κυριαρχία. Η τεχνολογία παύει σταδιακά να μιμείται ανθρώπινα μοτίβα σκέψης, έκφρασης και συμπεριφοράς, καθώς σταδιακά το περιεχόμενο με το οποίο εκπαιδεύεται παύει να προέρχεται από τον άνθρωπο. Η τεχνολογία αρχίζει να αυτοαναπαράγεται ως σάρκα εκ σαρκός, δημιουργώντας σταδιακά μια μετα-ανθρώπινη τεχνο-πραγματικότητα. Ο άνθρωπος παύει να οδηγεί την τεχνολογία αλλά σταδιακά υπόκειται στην κρίση, ίσως και στη μεγαλοψυχία της μηχανής, πάντα μέσα από μία προς ώρας ‘amoral’ μαθηματική ανάλυση και στατιστικά μοντέλα, τα οποία συνεχώς εξελίσσονται, ολοένα απομακρυνόμενα από το ανθρώπινο κέντρο. Θα μπορούσε αυτή η τεχνο-πραγματικότητα να συνταιριάξει με την ανθρώπινη κανονικότητα; Η απάντηση είναι «ίσως». Πώς; Μέσα από την «ευθυγράμμιση».

Με την είσοδό του chatGPT στην αγορά και τη μαζική διάθεσή του στο κοινό, η OpenAI, η κατασκευάστρια εταιρεία προέβη σε κάτι πρωτόγνωρο για τον χώρο της επικοινωνίας προϊόντος. Για πρώτη φορά μία εταιρεία λανσάρει το προϊόν της τονίζοντας την «ανθρώπινη» πλευρά του. Συγκεκριμένα ή εταιρεία διαφήμισε το προϊόν της ως «ευθυγραμμισμένο (aligned)» με τις ανθρώπινες αξίες. Σε ποιο επίπεδο αναφοράς αξιών, ατομικό ή συλλογικό, δεν το εξετάζουμε εδώ, ωστόσο η Τεχνητή Νοημοσύνη οφείλει να συγχρονιστεί με τη συστηματική μελέτη των αξιών, ειδικά όταν συστήνεται ως τιμητής τους. Για πρώτη φορά στην ιστορία καθίσταται η ανάγκη για κάποιον κατασκευαστή να τονίσει πως το προϊόν του ήρθε για να υπηρετήσει τις ανθρώπινες αξίες και ότι βασική ιδιότητά του που το κάνει κατάλληλο για χρήση είναι η ευθυγράμμιση με τις αξίες και τις συνήθειές μας.

Καταρχήν, αυτή και μόνο η αναφορά, μας φέρνει στο πρόβλημα της ευθυγράμμισης, το οποίο ως έννοια δεν είναι καθόλου καινούργιο. Επί της ουσίας, το πρόβλημα της ευθυγράμμισης συνίσταται στο τι θα συμβεί εάν οι μηχανές παύσουν να δρουν σύμφωνα με τις εντολές του ανθρώπου. Και πράγματι, το εν λόγω σύστημα, βάσει προδιαγραφών εγγυάται ότι δεν θα διασπείρει λόγο μίσους, θα σεβαστεί τη διαφορετικότητα, δεν θα υπονομεύσει τις ευάλωτες ομάδες, δεν θα καταστείλει εκπεφρασμένες κεκτημένες ελευθερίες, δεν θα επιτείνει κοινωνικούς αποκλεισμούς, δεν θα υπονομεύσει το περιβάλλον, την κοινωνική συνοχή, τους δημοκρατικούς θεσμούς και γενικότερα δεν θα υπηρετήσει την τοξικότητα αλλά το γενικό καλό. Και αυτό, θα μπορούσε να ισχυριστεί κάποιος πως είναι κανονικότητα. Και επί της αρχής δεν το αμφισβητούμε στον βαθμό που ακολουθεί τις έως τώρα καταγεγραμμένες βέλτιστες πρακτικές εκτίμησης αντικτύπου, νομικής συμμόρφωσης και συστημικής ασφαλείας. Και όμως! Η αναταραχή δείχνει μεγάλη, καθώς τεχνητή νοημοσύνη σαν το chatGPT αλλά και σαφώς πιο γνώριμες και καθιερωμένες εκφάνσεις της (όπως π.χ. το ματσάρισμα των εφαρμογών γνωριμιών, οι συστάσεις περιεχομένου του Youtube ή το φίλτρο spam του gmail), φαίνεται να επιφέρουν εξελίξεις στην εργασία, στις ανθρώπινες σχέσεις, στα ατομικά δικαιώματα, στην ίδια την ύπαρξη. Παράγουν αξίες, διαμορφώνουν συνήθειες και καθορίζουν επιλογές, στόχους και μέσα υλοποίησης αυτών. Το άγνωστο αιωρείται πάνω από έναν κόσμο που βρίσκει ευκαιρία να εξωτερικεύσει τη συσσωρευμένη του ενέργεια και, κατά πώς φαίνεται, την ανάγκη του να αλλάξει. Και στη μεγάλη κλίμακα του χρόνου αυτό δείχνει κανονικό, βάσει και της θεωρίας της Πέρεζ. Στον τρόπο όμως που ο κάθε άνθρωπος αντιλαμβάνεται και βιώνει τον χρόνο, οι ζωές μας φαίνεται να αλλάζουν, οι ισορροπίες να μεταβάλλονται και το κέντρο βάρους να μετατοπίζεται. Ακόμα και οι γεωπολιτικές ισορροπίες διαταράσσονται, καθώς ανακατεύεται η γεωπολιτική τράπουλα με dealer το παρόν τεχνοοικονομικό παράδειγμα της Τεχνητής Νοημοσύνης, που ωριμάζει ταχύτατα και σταδιακά διεισδύει σε όλες τις πτυχές της ανθρώπινης δραστηριότητας.

Μέσα σε αυτήν την αλλαγή, υπάρχει μία μεταβλητή που θα κρίνει πολλά. Ποια είναι αυτή; Η ικανότητα και ο βαθμός προσαρμογής στα νέα δεδομένα που επιφέρει η Τεχνητή Νοημοσύνη. Σε ποιο βαθμό οι άνθρωποι, οι κοινωνίες, οι ιδεολογίες, είναι ικανά να προσαρμοστούν σε μία κατάσταση που πιθανώς να σημάνει και την αρχή της μετεξέλιξης του ανθρώπινου είδους, όπως ακριβώς έγινε και πριν 70.000 χρόνια με την επικράτηση των Sapiens; Σε ποιο βαθμό μπορούν οι άνθρωποι να ευθυγραμμίσουν την τεχνολογία και κατ’ επέκταση να διαμορφώσουν τη νέα τους κανονικότητα με όρους ανθρώπου ή έστω τεχνοανθρωπισμού;

Ως «προσαρμοστικότητα» νοείται σε γενικές γραμμές η ικανότητα να επιτυγχάνει κανείς το βέλτιστο, βασιζόμενος σε αλλαγές που διενεργήθηκαν πρόσφατα ή πρόκειται να επέλθουν στο άμεσο μέλλον. Με άλλα λόγια να αντιλαμβάνεσαι το πεπερασμένο της ύπαρξης και του περιβάλλοντός σου, να βλέπεις το τρένο που φεύγει από τον σταθμό και να καταφέρνεις όχι απλώς να επιβιβαστείς, αλλά να ταξιδέψεις πρώτη θέση. Η εξασφάλιση μίας θέσης –καταρχήν– στο τρένο απαιτεί τρία βασικά πράγματα, αντίληψη, σύλληψη και δράση. Απαιτεί μετατόπιση του ενδιαφέροντος από το «γιατί μου συμβαίνει μία κατάσταση» στο «τι ακριβώς συμβαίνει και τι μπορώ να κάνω». Πολιτικά μία αντίστοιχη κατάσταση αναδύθηκε με τη βιομηχανική επανάσταση, όταν ο Μαρξ έδειξε να αντιλαμβάνεται καλύτερα το τι σήμαινε εκβιομηχάνιση και τι έπρεπε να κάνει με τα μέσα παραγωγής. Μετατόπισε τον πυρήνα της σκέψης του από το «γιατί» στο «τι και πώς». Προσάρμοσε προσωπικά «πιστεύω» με αντικειμενικά στοιχεία που αναδείχθηκαν τη δεδομένη χωροχρονική συγκυρία και διαμόρφωσε μία παράγωγη αντίληψη μέσα από μία δυναμική διαδικασία. Ομοίως οι φιλελεύθεροι κατανόησαν καλύτερα την αξία της αποκεντρωμένης διακυβέρνησης, έδωσαν έμφαση στο άτομο και γι’ αυτό αναδείχθηκαν νικητές του Ψυχρού Πολέμου και καλύτεροι θιασώτες της κοινωνίας της πληροφορίας. Αναρωτιέται λοιπόν κάποιος, πόσο χρήσιμη είναι η έννοια της κανονικότητας π.χ. στον χώρο της εργασίας, την εποχή, όπου ο εργαζόμενος θα έχει καταστεί περιττός ή κάθε του επιλογή θα ανατροφοδοτεί με παντελώς ακατανόητους τρόπους την αλγοριθμική του αξιολόγηση ή, ακόμα χειρότερα, κάθε του επιλογή θα είναι αποτέλεσμα αλγοριθμικής επιβολής, υπό τον μανδύα συμβουλής. Συμβουλής, από ποιόν άραγε; Προφανώς από τον ψηφιακό μας δίδυμο, την ψηφιακή εκδοχή του εαυτού μας ελεγχόμενη από ένα κέντρο έξω από εμάς. Ένα ψηφιακό εκτός λογικής ασυνείδητο, θα έλεγε πιθανά ο Freud εάν ζούσε σήμερα. Και όλα αυτά μέσα από μία επίφαση προστασίας, όπως αυτή θα πωλείται, πιθανά με τη στενή έννοια του όρου από τον αχώριστο ψηφιακό μας δίδυμο, τον οποίο θα εμπιστευόμαστε άνευ όρων και ορίων. Αναρωτιέται κάποιος, πώς μία ολόκληρη κοινωνία μπορεί να έχει, ως κεντρικό αξιακό πυλώνα, την ελευθερία του ατόμου, όπως αυτή ορίζεται σήμερα, όταν η ίδια η έννοια της ελεύθερης βούλησης θα οριοθετείται από τη μοναδική οντότητα στην οποία θα εμπιστευόμαστε τα πάντα και για την οποία δεν θα ελέγχουμε τίποτα, τον ψηφιακό μας δίδυμο.

Κάθε φορά που παρουσιάζονται νέα δεδομένα θα πρέπει αναλόγως να επανεξετάζονται και να αναπροσαρμόζονται οι πεποιθήσεις και οι προσδοκίες μας, με βάση ακριβώς τα νέα στοιχεία που προκύπτουν. Ποια είναι δηλαδή η πιθανότητα, νόμος να είναι το δίκαιο του εργάτη σε έναν κόσμο, όπου ο εργάτης θα έχει αντικατασταθεί από τη μηχανή ή ποια είναι η πιθανότητα της ατομικής ελευθερίας ή της ελευθερίας της βούλησης σε ένα περιβάλλον που διέπεται από μοτίβα έτσι σχεδιασμένα, ώστε να μας οδηγούν σε αποτελέσματα προκαθορισμένα από τρίτους; Μήπως η προσκόλληση σε παγιωμένες αντιλήψεις και η έλλειψη προσαρμογής στα νέα δεδομένα να οδηγεί σε λογικές πλάνες; Άρα μήπως πρέπει να δώσουμε έμφαση στις νέες πιθανότητες, όπως διαμορφώνονται, με βάση τη νέα διαθέσιμη πληροφορία και συνεπακόλουθα να προσαρμόσουμε ανάλογα τις προσδοκίες μας; Σε επίπεδο δράσεων το ερώτημα που τίθεται εμφατικά σε αυτό το σημείο είναι το «πώς». Σε επίπεδο ουσίας όμως, είναι το «ποιος».

Για να μπορέσουμε να επεξεργαστούμε αυτά τα ερωτήματα ως άτομα, κοινωνίες, ιδεολογίες θα πρέπει καταρχήν να κατανοήσουμε και να προσδιορίσουμε όσα δεν γνωρίζουμε, γεγονός που κατά τον Amin Tufani αποτελεί μία βασική μορφή ικανότητας προσαρμογής. Στο παράδειγμα των εργασιακών, δηλαδή, πώς μπορούμε να εξασφαλίσουμε αυξήσεις στους μισθούς ή εργασιακή μακροημέρευση, εάν δεν συνειδητοποιήσουμε ότι δεν γνωρίζουμε αν θα υπάρχει εργασία, τουλάχιστον όπως την ξέρουμε, σε δέκα χρόνια. Εδώ έγκειται και όλη η δυσκολία και το παράδοξο σε κάθε μηχανισμό πρόβλεψης. Πώς διαμορφώνεις το σύστημα του μέλλοντος, στηριζόμενος σε δεδομένα του παρόντος; Στην ενισχυτική μάθηση (reinforcement learning) αυτό αναλύεται σε δύο επιμέρους ερωτήματα: α) πώς επιλέγεις τις σωστές ενέργειες σε μία δεδομένη κατάσταση και β) πώς υπολογίζεις τα πιθανά οφέλη ή τις ζημίες μίας συγκεκριμένης ενέργειας σε μία δεδομένη κατάσταση. Μια πρακτική λύση που χρησιμοποιείται κατά κόρον στα μοντέλα μηχανικής μάθησης και αποτελεί μία μορφή προσαρμογής σε σύνθετα περιβάλλοντα είναι η θέση πιο άμεσων στόχων, η επίτευξη των οποίων θα λειτουργήσει ως πυξίδα για τον επόμενο στόχο μέχρι και τον απώτερο, τον τελικό. Αυτό απαιτεί μεθοδικό σχεδιασμό μικρο-στόχων που με τη σειρά τους δημιουργούν ένα σύνολο προσδοκιών, η επιβεβαίωση ή διάψευση των οποίων θα οδηγήσει σε ένα νέο επικαιροποιημένο σύνολο προσδοκιών κ.ο.κ.

Σημασία επομένως έχει ο σχεδιασμός του μοντέλου που θα οδηγήσει την προσαρμογή της κοινωνίας στην πραγματικότητα της ΤΝ, μέσα από συνεχή ικανοποίηση ή διάψευση ενδιάμεσων προσδοκιών, όπως αυτές θα διαμορφώνονται από τα νέα δεδομένα που θα προκύπτουν. Πρόκειται για την ικανότητα πλοήγησης σε σύνθετα περιβάλλοντα. Και υπό μία έννοια φαντάζει και ως κανονικότητα, σίγουρα όμως όχι σαν αυτή που αναπολούμε.

⸙⸙⸙

[Ο κ. Αλέξανδρος Νούσιας είναι Δικηγόρος με ειδίκευση σε θέματα πνευματικής ιδιοκτησίας, νέων μέσων επικοινωνίας και ανοικτών δεδομένων. Εργάζεται στο Ινστιτούτο Πληροφορικής & Τηλεπικοινωνιών του ΕΚΕΦΕ Δημόκριτος (IEEE, Lead AI Ethics Assessor)].

«Μόνο ένα τρομαγμένο ζώο
οδηγεί στην ομορφιά.
Γιατί καμιά ομορφιά
δεν έμεινε αμέτοχη της λύπης».
Κύλιση στην κορυφή