Ζωγραφική: Φραγκίσκος Δουκάκης

Βασιλική Κοντογιάννη

Ώρα

Ι.

Σκέφτομαι την ‘ώρα’
Ωραίος, ώριμος
Ωραία, ώριμη,
ωριμότητα

Ώριμο κούμαρο
τ’ αγγίζω
ξεκολλάει μαλακά
έρχεται
έτοιμο και μεστό
κατακόκκινο και πυκνό
γεμάτη γεύση

Όταν οι λεβάντες γερνάνε
φυραίνει το σώμα
–σηκώνεται η ρίζα ολόκληρη–
αφήνουν τη γη
ακολουθούν ήρεμα την κίνηση του χεριού
ελαφρές έρχονται
έτοιμες για τη φλόγα
Κάθε φορά σκέφτομαι τη σοφία τους
Δε γραπώνονται στο χώμα
Δεν αγριεύουν
Δεν τρομάζουν
Ήρεμα
αφήνονται στην ώρα της φλόγας

Κάθε φορά σκέφτομαι
Αναρωτιέμαι αν θα μπορέσω κι εγώ
με τη δική τους
ευωδιαστή ξύλινη μάζα
που στρίβει και προχωράει
όσο περνούν τα χρόνια
Αναρωτιέμαι αν θα μπορέσω
να εγκαταλείψω κι εγώ μαλακά
ν’ ανοίξω τις ρίζες
ελευθερώνοντας το χώμα
βαρύ και κόκκινο
ν’ ανοίξω τις ρίζες
έτοιμη για τη φλόγα.

ΙΙ.
Βλέπω δέντρα ν’ ανθίζουν το χειμώνα
Τι σημαίνει η δική τους ώρα;
Πώς σημαίνει η δική τους ώρα;
Βαριά γλυκιά μυρωδιά
ανακουφιστική στη μνήμη
γράφεται
μέσα μου
με καθαρότητα

Βαριά γλυκιά μυρωδιά
τσαμπιά άσπρα λουλούδια
στέρεα κρατημένα
σφιχτά
σκληρά πράσινα φύλλα
μικρές χειμωνιάτικες λόγχες
κοφτερές

Τσαμπιά άσπρα λουλούδια
καλούν
απλώνουν την έλξη
στον χειμωνιάτικο βοριά
στη βροχή
Πώς σημαίνει η δική τους ώρα;
Την ξέρουν
βαθιά στις ρίζες
στη γη
που τρέφει
ορίζει
στρέφει τους ρυθμούς
δική της η ρόδα
Ακούω προσεχτικά τη μουσική των αρωμάτων
αρώματα
καμπύλες
κύκλοι έλξης
δύναμης
στο γκρίζο φως του χειμώνα

ΙΙΙ.

Κόκκινοι καρποί
–πορτοκαλί όταν είναι άγουροι
βαθύ κόκκινο όταν ωριμάζουν–
Κόκκινοι καρποί λαμπεροί
γεμάτη γεύση
σωματική ανάμνηση ευτυχίας
(ερωτική συνάντηση;)
Κόκκινοι καρποί
προσεκτικά καλυμμένοι
πράσινα γυαλιστερά φύλλα
Και μαζί λουλούδια
τσαμπιά άσπρα χωνάκια
διακριτικός λεπτοκαμωμένος σχεδιασμός
μικρές κούπες
Έντομα
βυθίζονται
βουίζοντας την απόλαυση

Φθινόπωρο χειμώνας
Φρούτα και λουλούδια μαζί
αδελφωμένα
αδελφωμένες ώρες της φωνής αυτής
Ακούω προσεκτικά
Πώς σημαίνει η ώρα;
Ακούω προσεκτικά τις μελωδίες
γεύση, αφή, αρώματα
ακούω προσεκτικά τις μελωδίες

Πώς ορίζονται οι ρυθμοί
πώς τραγουδούν τα φώτα;

Ποιητική
Ωδίνες της κύησης

IV.

Σκληρά μπουμπούκια
μυτερή κορφή
αποφασιστική
Στέκονται κλειστά
σφιγμένα
στο γυαλιστερό τους δέρμα
στέκονται στο χιονιά
αντέχουν τη φαρμακερή παγωνιά

Νιώθουν την άνοιξη
Φτάνει
στέρεα βήματα
ακουμπάν αργά
(οι κορμοί τα σκέφτονται βαθιά μέσα)
ακούγονται
τραντάζουν το χώμα
ετοιμάζουν εκρήξεις
στο φως
χρώματα κι ευωδιές
(εκρήξεις που τις έβλεπε
να ξεπηδάνε
ο Στραβίνσκυ)

V.

Σκέφτομαι τα δέντρα
που δεν κάνουν ανθούς
Σιωπηλά
περνάνε στους καρπούς
χωρίς ευωδιές
χρώματα και λάμψεις
Σιωπηλά και ήρεμα
περνάνε
στον καρπό
τον δένουν
πράσινο και σκληρό
τον μεγαλώνουν
γλυκαίνοντας τη γεύση
απαλύνοντας το ντύμα
Έπειτα
ήσυχα πάλι
σημαίνει
η ώρα της προσφοράς
Σιωπηλή διαδρομή
σχεδόν κρυφή

VI.

Σκέφτομαι τα δέντρα
που ξέρουν ότι το τέλος είναι κοντά
Μικρή κυδωνιά
που δεν κατάφερε ποτέ να θεριέψει
φτωχό χώμα
Ραχιτικό δεντράκι
φορτωμένο κυδώνια
βαριά
τραβούνε τα κλαδιά
στη γη
Κίτρινος καρπός
σάρκα που ευωδιάζει

Δεν έχει άλλη εποχή
Είναι το τέλος
Πάνω απ’ τις δυνάμεις της μικρής κυδωνιάς
θα σκεφτόμουν
Εκείνη
μ’ εμπιστοσύνη
χαίρεται
το βάρος των καρπών

«Μόνο ένα τρομαγμένο ζώο
οδηγεί στην ομορφιά.
Γιατί καμιά ομορφιά
δεν έμεινε αμέτοχη της λύπης».
Κύλιση στην κορυφή