Ζωγραφική (λεπτομέρεια): Μαρία Φιλοπούλου

Νίκος Αλ. Μηλιώνης

Σκέψεις για τη ζωγραφική της Μαρίας Φιλοπούλου

«Nothing is less real than realism.
Details are confusing. It is only by selection,
by elimination, by emphasis, that
we get at the real meaning of things»

(Georgia O’ Keeffe)

Αν αίτημα της ομορφιάς είναι η απόλυτη απλότητα, το καθαρό φως, τότε η τέχνη είναι ζήτημα επιλογών και όχι μηχανική αντιγραφή της πραγματικότητας. Και τι είναι άραγε για τον καλλιτέχνη «πραγματικότητα», αν όχι αφορμή για τη δημιουργία μιας «άλλης πραγματικότητας»; Αλλιώς, το καλλιτεχνικό δημιούργημα είναι δουλεία υποχρεωτικής καταγραφής, κακέκτυπο του αντικειμένου και των αισθήσεων. Η αληθινή τέχνη λειτουργεί «ευρετικά», ανιχνεύει τον κόσμο, προοιωνίζει το μέλλον αποπνέοντας αέρα νεότητας και φρεσκάδας.

Η τέχνη του παρελθόντος γνώριζε ότι η καλλιτεχνική ηδονή δεν εξαρτάται από τις αισθήσεις, δεν βασίζεται μόνο σ’ αυτές. «Στην αντίληψη του καλλιτέχνη ο αγώνας για τη σωτηρία του ανθρώπου είναι αγώνας για την ορθή έκφραση, και τίποτε άλλο», λέγει ο Ελύτης (Τα δημόσια και τα ιδιωτικά). Με άλλα λόγια, η τέχνη στοχεύει στην ψυχή μας και η «ορθή έκφραση», όπως την αποκαλεί ο ποιητής, είναι η βασιλική οδός για την επίτευξη της στόχευσης αυτής. Η «ορθότητα», λοιπόν, είναι το ζητούμενο στην καλλιτεχνική έκφραση. Τo τι όμως σημαίνει, είναι ματαιοπονία να προσπαθεί κανείς να το ορίσει, καθώς ο ρόλος αυτός επαφίεται στον χρόνο, επιτρέποντας στους συγκαιρινούς απλώς ν’ αυτοσχεδιάζουν με μια ελευθεριότητα παιδική. «Ο καθείς και τα όπλα του», προειδοποιεί ο ποιητής. Ο καλλιτέχνης, λοιπόν, στον διαχρονικό αγώνα του για ορθή αισθητική έκφραση είναι ελεύθερος να πραγματεύεται τον κόσμο με αυτοτελή βούληση.

Αυτόν τον ευγενή αγώνα της «ορθής έκφρασης» για την επίτευξη της αισθητικής αρτιότητας επωμίστηκε η Μαρία Φιλοπούλου με μέσο τη διαφάνεια και το φως. Πραγματεύεται τον κόσμο όπως τον φαντάζονταν οι νεοπλατωνιστές, σαν μια διάφανη σφαίρα με εικόνες κρυστάλλινης καθαρότητας, όπου κάθε μια από αυτές εμπεριέχει ταυτόχρονα και άλλες επάλληλες εικόνες. Η εκ των έσω θεώρηση της πραγματικότητας δημιουργεί έναν καλειδοσκοπικό κόσμο με διαφανείς επικαλύψεις, αλληλοδιάδοχες εικόνες, ρευστές σκιές ή απαστράπτουσες χρωματικές καταφάσεις. Είναι αυτό που η ίδια πέτυχε με τη διάθλαση ή τη διάχυση του φωτός μέσα από τζαμαρίες, νάιλον διαφάνειες, συρμάτινα προστατευτικά πλέγματα και το υγρό στοιχείο.

Η Φιλοπούλου χρησιμοποιεί έναν αναπαραστατικό κώδικα με μια ελευθεριότητα που, κατά βάση, υπονομεύει την εικονοποιία της πραγματικότητας. Τα θέματά της υπερβαίνουν το ζωγραφικό πεδίο με μια διευρυμένη, αντιρεαλιστική οπτική. Αυτό που συνδέει όλες τις καλλιτεχνικές περιόδους της είναι οι ρυθμικοί νόμοι που κυβερνούν τις γραμμές, το ευκίνητο στη στερεότητά του σχέδιο, ο χορευτικός κυματισμός των συνόλων σε μια ζωγραφική επιφάνεια αναμορφωμένη από μια ασυνήθη παραμόρφωση της προοπτικής και διάστικτη από άπειρους χρωματικούς τόνους. Στο παρισινό ατελιέ της μαθητείας της, στο θρυλικό εργαστήριο της οδού Τροφωνίου με τα συνεχόμενα δωμάτια, τις πολυκαιρισμένες πόρτες, τις ξύλινες ή ελικοειδείς μεταλλικές σκάλες (που αργότερα θα αποτελέσουν τη θεματογραφία του Γιώργου Ρόρρη από τον ίδιο χώρο), στις εικόνες των ελικοειδών κλιμάτων των αμπελώνων και των θαλερών θερμοκηπίων, στις όψεις της βαθυγάλανης θάλασσας, των ακρογιαλιών που αστράφτουν στον ήλιο, καθώς και στις αρχαίες δεξαμενές της μικρασιατικής Ιεράπολης, στους καταρράκτες της Σαμοθράκης, ο κόσμος της διαστέλλεται με συναισθηματική ροϊκότητα και αδηφάγο διάθεση, προκειμένου να συμπεριλάβει στο οπτικό μας πεδίο ό,τι η ματιά μας αδυνατεί να συλλάβει. Με άλλα λόγια, η ευρυγώνια ματιά της επιχειρεί να καταλάβει, με λαίμαργη περιφερειακή όραση, όλο και περισσότερο από τον πέραν του κάδρου χώρο. Πρόκειται για έναν κόσμο υγρό και διάφανο, που θρυμματίζεται πολυδιασπασμένος σε χρωματικές εξάρσεις, σε τονικές διαχύσεις και στίγματα. Στη ζωγραφική της ενυπάρχει ρευστότητα και κίνηση.

Με τον ευρυγώνιο φακό που διευρύνει την εικόνα, η Φιλοπούλου δημιουργεί μια εναλλακτική πραγματικότητα. Όταν ο Carel Fabritius με την camera obscura μάς παρέδωσε μια ευρύχωρη άποψη του Delft, άφηνε μια χωρίς ενοχές απόδειξη της χρήσης των μηχανικών μέσων για την αναπαράσταση της πραγματικότητας. Έπρεπε να έλθει ο πολυμήχανος David Hockney να παρουσιάσει τη Secret Knowledge των παλαιών καλλιτεχνών για την αναπαράσταση ή μάλλον για την αναμόρφωση της πραγματικότητας.

Αυτοπροσωπογραφία

Μέσα σ’ ένα χρωματικό τοπίο ονειρικό και παμφώεν, γεμάτο εκλάμψεις φωτός, όπου αστραποβολά ο καλοκαιρινός ήλιος του απογεύματος, με μια λαμπρότητα που γυμνώνει μέχρι διαφάνειας την ύλη, οι ανθρώπινες μορφές λειτουργούν ως στοιχεία που στερεοποιούν τη ρευστή διαύγεια και διάχυση του ακτινοβόλου χρώματος και του καταιγιστικού φωτός. Με προίκα τα διδάγματα των ρευστών χρωμάτων του δασκάλου της Leonardo Cremonini και με μια πιο ήρεμη, σχεδόν αέρινη, χρήση της στιγματογραφίας και της χειρονομιακής γραφής, δημιουργεί μια ζωγραφική ανθηρή. Στις θάλασσές της ή στις ποταμίσιες λίμνες που δημιουργούν οι καταρράκτες, τα πάντα διασπώνται μέσα στην πανδαισία ενός καταυγάζοντος από φως κυανού, που κυμαίνεται από το πρασινογάλανο τυρκουάζ μέχρι το βαθυκύανο, με μυριάδες ενδιάμεσους τόνους που το ανθρώπινο μάτι με δυσκολία συλλαμβάνει. Οι γυμνοί κολυμβητές της, γυναίκες ή άνδρες, αιωρούνται στα διάφανα νερά, άδειοι από το υλικό τους βάρος. Φορούν τη μάσκα τους και βλέπουν την επιφάνεια του νερού από κάτω, μέσα σ’ ένα φως που καταυγάζει από ψηλά και που ενσωματώνει το υγρό στοιχείο με τα σώματά τους. Το φως αστραποβολά, δημιουργώντας έναν κόσμο ονειρικό, μια πραγματικότητα πέραν των αισθήσεων, καμωμένη από τα υλικά του κόσμου τούτου, αλλά με διάταξη διαφορετική που ανταποκρίνεται όχι στην αναγκαιότητα για αλήθεια, αλλά στη δυναμική του ονείρου. Η Φιλοπούλου μεταφέρει στη ζωγραφική της αυτό που ομολογούσε η θρυλική ηρωίδα του Tennessee Williams στο Λεωφορείον ο Πόθος: «Ι dont want realism. I want magic! (…) I don’t tell the truth, I tell what ought to be the truth».

Ως κατακλείδα στο αρχικό μας διερώτημα για την απλότητα ως αίτημα της ομορφιάς και την επιλογή ως ζητούμενο της τέχνης, αυτόν τον πρωταρχικό και θεμελιώδη αισθητικό κανόνα που κλονίζεται και αμφισβητείται από μια πλημμυρίδα επουσιώδους πληροφορίας και την επίδειξη ανώφελου εντυπωσιασμού, αρκεί να μνημονευθούν οι καίριες σκέψεις του Στέλιου Ράμφου ότι «έχει και η τέχνη τη δική της ασκητική, η οποία επιτρέπει να συλλάβωμε το παν δια του ενός και όχι δια της κατακτήσεως όλων».

«Φεύγουμε συντριμμένοι, απαρηγόρητοι
για να ξαναφτιάξουμε τη γενιά μας στον ουρανό…»
Κύλιση στην κορυφή