Μετάφραση από τα ιταλικά: Σωτήρης Τριβιζάς
ΤΗ ΜΕΡΑ ΠΟΥ ΘΑ ΠΕΘΑΝΩ
Μαμά, τη μέρα που θα πεθάνω
ο ουρανός θα συνεχίσει να είναι
ξεδιάντροπα γαλάζιος;
Κι η θάλασσα να μουρμουρίζει
τις αλμυρές και σκοτεινές της λέξεις;
Τη μέρα που θα πεθάνω
οι σκύλοι θα κουνάνε την ουρά τους;
Θα σαλιγκαρίζουν τα σαλιγκάρια, και οι γάτοι,
οι γάτοι θα γατίζουν;
Μαμά, τη μέρα που θα πεθάνω οι θυρωροί
θα τριγυρνούν ακόμα με τις παντόφλες; Και οι καμπάνες,
θα ’χουν να λένε και να ξαναλένε οι καμπάνες;
Και ο φούρναρης; Θα πλημμυρίσει τους δρόμους
η ευωδιά του ψωμιού;
Τη μέρα που θα πεθάνεις όλα αυτά θα γίνουν,
και τα κορίτσια θα γυρνούν ακόμα ερωτευμένα
και τα τραμ θα σταματάνε στα φανάρια.
Τη μέρα που θα πεθάνεις οι οικοδόμοι θα ’χουν τα χέρια τους
λερωμένα μ’ ασβέστη και ο κόσμος
θα είναι όπως πάντα, με δάκρυα στα μάτια
ή με το γνωστό του χαμόγελο, κουβέντες
στις σκάλες και παιδιά
που τρέχουν, τη μέρα που θα πεθάνεις θα έχει λιακάδα
ή μπορεί και να βρέχει.
Τότε, μαμά, η μέρα που θα πεθάνω
θα είναι γιορτή. Σε παρακαλώ,
άφησε ανοιχτό το παράθυρο.
❧
ΤΟ ΣΥΝΟΡΟ ΤΟΥ ΑΝΕΜΟΥ
Να κρατήσεις αυτή τη γη την ποτισμένη με μόχθο στα χέρια σου
και να τη μασήσεις αργά, ν’ απολαύσεις ανάμεσα στα δόντια σου την απόλυτη
και δίχως όρια χαρά, να γίνεις το ασάλευτο βλέμμα των αμπελιών,
τα μονοπάτια που τρέχουν γοργά ανάμεσα στις ελιές, φλέβες
που καταπίνουν τα ρήματα του φωτός, η συνοπτική γραμματική
των εντόμων, οι άγνωστες και άπειρες ζωές, το νεφελώδες
φύλλωμα όπου συντρίβεται το πέταγμα της κίσσας, η ανοιχτή
γεωμετρία, να μπορούσα να καταβροχθίσω αυτή τη γη, να χωνέψω
τ’ αγροκτήματα που αστράφτουν από σιωπή και ασβέστη, να γίνω το τρίξιμο
των παράθυρων, το μυστηριώδες κάλεσμα των πηγαδιών, να μπορούσα
να γίνω η μνήμη όλων των φύλλων της χλόης, να είμαι το βλέμμα,
ο ψίθυρος, το σύνορο του ανέμου.
❧
ΤΑ ΣΗΜΑΔΙΑ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ
Τα σημάδια του χρόνου καταλαγιάζουν
στο δέρμα σου σαν χρυσόσκονη.
Καθρεφτίζουν το πέρασμα των φθινοπώρων μου.
Τ’ ακολουθώ με την άκρη των δαχτύλων
και δεν μπορώ παρά να τα αγαπήσω
όπως αγαπάει κανείς τον αέρα.
❧
ΑΝ ΣΤΡΙΦΟΓΥΡΙΣΕΙΣ ΣΤΑ ΔΑΧΤΥΛΑ ΣΟΥ ΜΙΑ ΛΕΞΗ
Αν στριφογυρίσεις στα δάχτυλά σου μια λέξη
είναι ένας τρόπος να παντρέψεις τα πράγματα,
να τα στεφανώσεις με φως, να τα εξυψώσεις
σε μια ευρύτερη μνήμη.
Το πράγμα είναι εκεί, παρόν και γυμνό,
και φοράει ένα όνομα όπως φοριέται
μια λάμψη, μια φωνή, μια αυγή,
ένας άνεμος που γρήγορος φεύγει.
⸙⸙⸙
Ο Πάολο Πολβάνι (Paolo Polvani) γεννήθηκε το 1951 στην Ιταλία, στην Μπαρλέτα όπου ζει μέχρι σήμερα. Έχει εκδώσει έντεκα ποιητικά βιβλία. Ποιήματά του έχουν δημοσιευτεί σε περιοδικά και ιστολόγια. Είναι ένας από τους ιδρυτές και τους συντάκτες του διαδικτυακού περιοδικού «Versante ripido».

