Διήγημα
Το σπίτι βρισκόταν στους πρόποδες της Ακρόπολης, ένας νεοκλασικός κύβος με εντοιχισμένα μάρμαρα στην πρόσοψη, ερυθρά με τεφρές φλέβες ή λευκά με ριγωτά, ρόδινα νερά, και λιτά αετώματα στα παράθυρα των μπαλκονιών. Στον κήπο, που
Οι παππούδες μου (ο παππούς Θεοδόσης και η γιαγιά Σμαρώ) ζούσαν, τότε, στο χωριό Μαΐστρος του νομού Έβρου, λίγο έξω απ’ την Αλεξανδρούπολη – εδώ και χρόνια έχει ενσωματωθεί κανονικά στην πόλη. Είχαν μέσα σε
Κάθονται όλοι μαζί και τρώνε στο γνωστό τους τραπέζι, στην ταβέρνα του Οικονόμου. Η απαράλλαχτη τετράδα των τελευταίων χρόνων. Στ’ αριστερά η σύζυγός του, η Έλενα, και απέναντί τους ο καλύτερός του φίλος, ο Φίλιππος
Λέγω σοι, Πέτρε, οὐ φωνήσει σήμερον ἀλέκτωρ,ἕως τρίκις ἀπαρνήσῃ μὴ εἰδέναι με.(Κατά Λουκᾶν 22:34) Άρνηση τρίτη Τα δεκάδες χαμηλά σπίτια με σκεπές από αμίαντο ήταν σκοτεινά. Ανά τόπους μόνο λίγες εστίες φωτός, από τις αναμμένες
Εκείνη τη νύχτα του Αυγούστου, ολόσιωπα, οι λιγοστές ελιές που στέριωναν στον άγριο τόπο, έκαναν νυχτέρι. Οι τοίχοι των πετρόκτιστων ρουφούσαν ανεξάντλητα τη βραδινή δροσιά, πασχίζοντας να σβήσουνε την κάψα της ημέρας. Το μικρό χωριό
1 Στάλες ιδρώτα κυλούν από το μέτωπο και φτάνουν μέχρι την κοιλιά μου, που είναι μεγάλη και σε περιέχει. Ξαπλώνω και φαντάζομαι ότι μέσα της φωλιάζει η δροσιά, εκείνος ο φρέσκος αέρας που ακούγεται από
3. Στον Αχιλλέα Χρηστίδη Ανεβασμένοι σ’ αυτή την παλιά μηχανή με τον ήχο της εξάτμισης να μπουμπουνίζει, περνάμε μέσα από τα γιορτινά στολισμένα σπίτια του μικρού χωριού. Ο άνεμος, μανιασμένος, καθώς ανηφορίζουμε έρχεται κατά πάνω
Όταν τον πήραν στο αστυνομικό τμήμα, ο άντρας κάθισε πριν προλάβουν να του πουν να καθίσει, λες και ήταν πολύ κουρασμένος. Κάθισε με τον τρόπο που κάθονται οι κουρασμένοι στις καρέκλες, με λίγη ανακούφιση αλλά
Συνέβη λίγο πριν τα εννιάμερα του θείου Νικόλα. Η Ναυσικά γύρισε στο σπίτι της ξαφνικά, κατά τις έξι, δεν την περίμεναν. Φιλοξενούσε την κόρη του αδελφού της, την είχε για συντροφιά μετά τον πρόσφατο θάνατο
Ο χειμερινός κινηματογράφος Ολύμπιον ήταν ο πιο παλιός της πόλης. Το κτίριο κτίστηκε για καπναποθήκη, το 1905, και μετατράπηκε σε σινεμά το 1926. Στα τέλη της δεκαετίας του ’60 τα εισιτήρια εισόδου τα έκοβε η